Η μείωση των λειτουργικών εξόδων και ο ανταγωνισμός με τις νεοσύστατες ψηφιακές τράπεζες, πιέζουν τους παλαιότερους τραπεζικούς οργανισμούς να αποδεχτούν λύσεις, τις οποίες μέχρι και λίγα χρόνια πριν δεν θα μπορούσαν καν να φανταστούν.

Θα μπορούσαμε να παρουσιάσουμε τις επενδύσεις στην τεχνολογία με το παιχνίδι που ένα μεταλλικό μπαλάκι χτυπάει άλλα που αιωρούνται ακίνητα και τελικά, η ενέργεια από την κρούση μεταδίδεται στο τελευταίο που κάνει την ταλάντωσή του και αυτό το φαινόμενο επαναλαμβάνεται μέχρι να εξαντληθεί η αρχική ενέργεια. Αν με το τελικό μπαλάκι αναπαραστήσουμε τα κέρδη της εταιρείας, ο οργανισμός ευελπιστεί το ύψος της ταλάντωσης να είναι μεγαλύτερο από το ύψος που ξεκίνησε το αρχικό μπαλάκι. Επίσης, στόχος είναι ένα κομμάτι της επιπλέον ενέργειας να επιστρέψει στο αρχικό μπαλάκι που θα φτάσει στο ίδιο ή και σε μεγαλύτερο ύψος από την προηγούμενη ταλάντωση.

Αυτό είναι το ιδανικό σενάριο, το οποίο δεν είναι σε κάθε περίπτωση και το αποτέλεσμα. Το 2002 στη Γερμανία, οι τράπεζες ξόδευαν 0,77 ευρώ για κάθε ευρώ εσόδων. Το 2017, τα έξοδα είχαν αυξηθεί στα 0,85 ευρώ για κάθε ευρώ εσόδων. Αντίστοιχα, οι γαλλικές τράπεζες από τα 0,70 ευρώ το 2002 έπεσαν στα 0,67 το 2017. Μια από τις μεγαλύτερες μεταβολές ήταν αυτή των βρετανικών τραπεζών που από τις 0,48 λίρες ανέβηκαν στις 0,69 το 2017. Σε απόλυτα μεγέθη, οι τράπεζες στις ΗΠΑ ξοδεύουν περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο σε τεχνολογία, ενώ στο πιο πρόσφατο καταγραμμένο τρίμηνο, το ποσό ήταν κατά 10% αυξημένο με το αντίστοιχο προηγούμενο.

Αυτό που φαίνεται με την πρώτη ματιά είναι ότι τα έξοδα λειτουργίας των τραπεζών, διαρκώς ξεπερνούν το ρυθμό ανάπτυξης των εσόδων τους. Τα λειτουργικά έξοδα των τραπεζών μέχρι και το 2ο τρίμηνο του 2020, ήταν 21% αυξημένα σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019. Αντίστοιχα, τα έσοδα του 2ου τριμήνου ήταν μόλις 10% αυξημένα συγκρινόμενα με το 2019. Ένα μεγάλο ποσοστό της αύξησης οφείλεται στις επενδύσεις τεχνολογίας, οι οποίες οφείλονται κυρίως στον έντονο ανταγωνισμό, ενώ ένα δεύτερο μεγάλο ποσοστό οφείλεται στους υψηλούς μισθούς εξαιτίας της έλλειψης ταλέντων.

Μια λύση που έχουν βρει οι τραπεζικοί οργανισμοί για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, είναι οι επενδύσεις σε εταιρείες fintech, οι οποίες, όπως έχουν δείξει τα στοιχεία μέχρι τώρα, γιγαντώνονται γρηγορότερα, καίγοντας πολύ ενέργεια. Τα μεγέθη λένε ότι ελάχιστες είναι οι fintech που καταφέρνουν σε αυτήν τη φάση να έχουν κερδοφορία, οπότε μέσω των επενδύσεων τους, οι τραπεζικοί οργανισμοί παίζουν ένα στοίχημα που ενδεχομένως θα αποφέρει κέρδη στο μέλλον. Ωστόσο, αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να αποβεί δυσάρεστη, αν τελικά το παιχνίδι ξεφύγει από τα χέρια των τραπεζών και οι fintech αποσπάσουν μερίδια αγοράς, τα οποία θα τους φέρουν σε ηγετική θέση. Επομένως, είναι εξίσου σημαντικό, οι τραπεζικοί οργανισμοί να συνειδητοποιήσουν τα εσωτερικά προβλήματα που τους κάνουν αναποτελεσματικούς και να βρουν λύσεις για αυτά. Το ερώτημα είναι γιατί να τα καταφέρουν τώρα, αφού δεν τα έχουν καταφέρει μέχρι τώρα;

Οι τεχνολογίες και υπηρεσίες του cloud οικοσυστήματος είναι το νέο ελιξίριο
Η ιστορική πορεία των τραπεζών μέχρι σήμερα, έχει δείξει ότι καταφέρουν στις κρίσιμες καταστάσεις να βρίσκουν κάποιο ελιξίριο που τις αναζωογονεί. Όχι όλες βέβαια. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι για τους περισσότερους τραπεζίτες ένα πιθανό ελιξίριο, δεν θέλουν να ξέρουν πως λειτουργεί, θέλουν όμως να αναζωογονήσει τους οργανισμούς που διοικούν. Η εμπειρία τους και οι γνώσεις τους δε σχετίζονται με servers, δίκτυα υπολογιστών, cloud services και τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό που θέλουν είναι πληροφορίες που θα τους βοηθήσουν να πάρουν μια απόφαση, η οποία θα μετατρέψει το ένα ευρώ σε περισσότερα.

Από μια οπτική, η μείωση των λειτουργικών εξόδων επιτυγχάνει αυτό το στόχο και επομένως είναι καλοδεχούμενη. Κάπως έτσι δημιουργήθηκαν τα ATM, το phone banking και το e-banking, τεχνολογίες που υποσχέθηκαν μειωμένα λειτουργικά έξοδα και πέτυχαν λίγο ως πολύ το σκοπό τους. Στη φάση που διανύουμε τα νέα τεχνολογικά ελιξίρια που έχουν τραβήξει την προσοχή των τραπεζικών οργανισμών, είναι κυρίως το cloud και η τεχνητή νοημοσύνη.

Σύμφωνα με τη Deloitte οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θέτουν τρεις στόχους, όταν προσεγγίζουν τους συμβούλους της. Τη σταδιακή απόσυρση των γερασμένων data centers, την αντικατάσταση τους με υβριδικά data centers, επομένως τη χρήση υπηρεσιών cloud και την καλύτερη τοποθέτηση τους στην αγορά όπως αυτή θα διαμορφωθεί τα ερχόμενα χρόνια.

Σπύρος Τζαμτζής
Alpha Bank
Στην τράπεζα έχουμε επιλέξει να κατευθυνθούμε προς μια hybrid cloud κατάσταση, καθώς ακόμα δεν είναι ορατό για εμάς ότι το cloud θα αποτελέσει τη μοναδική επιλογή υποδομών και εφαρμογών.

Όπως μας λέει ο Σπύρος Τζαμτζής, Διευθυντής στη Διεύθυνση Πληροφορικής της Alpha Bank, “Στην τράπεζα έχουμε επιλέξει να κατευθυνθούμε προς μια hybrid cloud κατάσταση, καθώς ακόμα δεν είναι ορατό για εμάς ότι το cloud θα αποτελέσει τη μοναδική επιλογή υποδομών και εφαρμογών. Επίσης, η στρατηγική επιλογή μας είναι mutli-cloud, έχοντας έναν βασικό συνεργάτη και άλλους που θα υποστηρίζουν επιμέρους ανάγκες μας.”

Τα βήματα αυτής της διαδρομής μπορεί να διαφέρουν σε ρυθμό και ένταση, αλλά στην ουσία είναι κοινά. Το πρώτο βήμα είναι η δημιουργία μιας λίστας εφαρμογών, οι οποίες λειτουργούν είτε ανεξάρτητα, είτε επικοινωνούν μεταξύ τους. Το δεύτερο έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί η κατάργηση μιας εφαρμογής που αξιολογείται ως άχρηστη, θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα σε μια άλλη χρήσιμη.

Χρήστος Μαργαρίτης
Τράπεζα Πειραιώς
Το cloud δεν είναι για εμάς κάτι που έρχεται, αλλά ένα κομμάτι της πληροφορικής τεχνολογίας που αξιοποιούμε, δεδομένου ότι τα ψηφιακά μας κανάλια και το front office λειτουργούν ήδη σε περιβάλλον cloud.

Όπως μας λέει ο Χάρης Μαργαρίτης, Group CIO της Τράπεζας Πειραιώς, “Σε επίπεδο υπηρεσιών, βλέπουμε περισσότερες επενδύσεις σε SaaS και PaaS, ώστε σε βάθος τριετίας να έχουμε μετασχηματίσει και μεταφέρει ένα 70% περίπου των λειτουργιών μας σε public cloud. Στο πλαίσιο αυτό, στόχος μας είναι να απλοποιήσουμε και το πορτφόλιο των εφαρμογών που διαχειριζόμαστε, το οποίο είναι αρκετά σύνθετο, οπότε με αυτό τον τρόπο θα περιορίσουμε και το κόστος συντήρησης συστημάτων.”

Ανάλογη είναι και στάση της Alpha Bank, όσον αφορά τη μετάβαση στο cloud. Κάθε φορά που η τράπεζα μεταφέρει κάποια υποδομή ή εφαρμογή στο cloud, η διοίκηση λαμβάνει υπόψιν τρεις παραμέτρους, οι οποίες βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα της ασφαλούς μετάβασης. Η πρώτη και σημαντικότερη είναι αν η αρχιτεκτονική του on premise συστήματος, επιτρέπει τη μετάβαση στο cloud. Η δεύτερη αν η μετάβαση καταλήγει σε λειτουργικό κόστος που είναι χαμηλότερο ή σημαντικά χαμηλότερο και τέλος αξιολογούμε και την εναπομένουσα αξία της υφιστάμενης υποδομής, η οποία στην Alpha Bank είναι αρκετά επίκαιρη και απέχει από το τέλος της ωφέλιμης ζωής της. Όπως μας λέει ο Σ. Τζαμτζής “Επί του παρόντος, δεν δίνεται προτεραιότητα στη μεταφορά προσωπικών ή άλλων κρίσιμων δεδομένων των πελατών μας και του οργανισμού.”

Επομένως, το migration στο cloud χρειάζεται μια στρατηγική, η οποία θα βασίζεται όχι μόνο σε τεχνολογικές παραμέτρους, αλλά και σε χρονοδιαγράμματα που θα ορίζουν με ακρίβεια την απόσυρση εφαρμογών σε σχέση με το διαθέσιμο κάθε φορά προϋπολογισμό επενδύσεων. Έχουμε δει σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως στο δημόσιο τομέα, μεγάλα έργα να παγώνουν γιατί ξέμειναν από κεφάλαια. Στο ίδιο πλαίσιο, αν και στην πράξη είναι ξεχωριστή φάση, περιλαμβάνεται η ομαδοποίηση εφαρμογών, ώστε η μετάβαση να γίνει σε λιγότερες δόσεις με οφέλη τη μικρότερη αναστάτωση για τον οργανισμό και τον περιορισμό των δαπανών.

Το επόμενο και προτελευταίο στάδιο είναι η συγγραφή ενός εγχειριδίου μετάβασης στο cloud. Σε αυτό εκτός από τα βήματα που πρέπει να γίνουν, θα πρέπει να προβλέπονται και εναλλακτικά σχέδια για την περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά. Για να πάρουμε ένα παράδειγμα από την καθημερινότητά, εάν ετοιμάζουμε μια αναφορά, η οποία πρέπει να είναι στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μια συγκεκριμένη μέρα και ώρα, φροντίζουμε να έχουμε τουλάχιστον δύο υπολογιστές. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις σε τραπεζικούς οργανισμούς, αλλά ακόμα και σε τεχνολογικούς κολοσσούς που υποτίθεται ότι έχουν περισσότερη γνώση και εμπειρία, να βγαίνουν εκτός λειτουργίας συστήματα μετά από κάποιο update.

Το τελευταίο βήμα που είναι η εκτέλεση της διαδικασίας μετάβασης, χρειάζεται έναν καλό ενορχηστρωτή και μια καλά συντονισμένη ορχήστρα, η οποία συχνά, ειδικά σε έργα που αφορούν τραπεζικούς οργανισμούς, θα έχει αρκετούς εξωτερικούς συνεργάτες.

Από πάνω προς τα κάτω
Στα θεμέλια όλων των τραπεζών που έχουν ιστορία μεγαλύτερη των 10 ετών, βρίσκονται core banking συστήματα, τα οποία είναι βασισμένα σε τεχνολογίες αρκετών δεκαετιών πίσω. Οι κατασκευαστές αυτών των τεχνολογιών φροντίζουν διαρκώς για την αναβάθμισή τους, ώστε τα συστήματα να εξυπηρετούν τις σύγχρονες απαιτήσεις, αλλά και πάλι οι τεχνολογίες αυτές δεν μπορούν να αποκτήσουν την ευελιξία νεότερων τεχνολογιών που έχουν χρησιμοποιηθεί από τις νεοσύστατες ψηφιακές τράπεζες. Οι τελευταίες δεν συζητάνε αυτήν την περίοδο για μετάβαση στο cloud, καθώς οι περισσότερες γεννήθηκαν μέσα στο cloud.

Ιωάννης Τσαβδαρίδης
Τράπεζα Ηπείρου
Η ψηφιακή μετάβαση που η τράπεζα ξεκίνησε το 2016, απαιτούσε την βελτίωση και εκσυγχρονισμό των κεντρικών υποδομών. Aυτό το αρκετά δύσκολo έργο, καταφέραμε να το ολοκληρώσουμε σε διάστημα 10 μηνών.

Η αλλαγή των core banking συστημάτων με νεότερα δεν είναι μια εύκολη διαδικασία και δε σημαίνει σε κάθε περίπτωση ότι η τράπεζα θα επιλέξει για το νέο της σύστημα τη λύση του cloud. Όπως μας λέει ο Ιωάννης Τσαβδαρίδης, Διευθυντής Πληροφορικής & Ψηφιακής Τραπεζικής στη Συνεταιριστική Τράπεζα Ηπείρου, “Το core banking που είχαμε, είχε ολοκληρώσει το κύκλο ζωής του, καθώς λειτουργούσε από το 2003. Η ψηφιακή μετάβαση που η τράπεζα ξεκίνησε το 2016, απαιτούσε την βελτίωση και εκσυγχρονισμό του κεντρικών υποδομών. Aυτό το αρκετά δύσκολo έργο, καταφέραμε να το ολοκληρώσουμε σε διάστημα 10 μηνών.” Ωστόσο, παρότι η αλλαγή του core banking έγινε σχετικά πρόσφατα, η τράπεζα δεν επέλεξε μια cloud based λύση, αλλά Windows – based λύση που λειτουργεί σε δικό της data centre.

Παναγιώτης Τουρναβίτης
Τράπεζα Καρδίτσας
Ήδη έχουμε ξεκινήσει να εξετάζουμε τη μεταφορά του disaster recovery στο cloud και αυτό το έργο θα λειτουργήσει και ως οδηγός για τα επόμενα βήματα.

Η Συνεταιριστική Τράπεζα Καρδίτσας ακολούθησε μια παρόμοια στρατηγική και μεσοπρόθεσμα σχεδιάζει τη μετάβαση στο cloud, δεδομένου ότι η κατασκευάστρια εταιρεία του core banking συστήματος, έχει ήδη μετατρέψει το λογισμικό της σε cloud based με δυνατότητα υλοποίησης πάνω σε Microsoft Azure. Όπως μας λέει ο Παναγιώτης Τουρναβίτης, CEO της τράπεζας, “Ήδη έχουμε ξεκινήσει να εξετάζουμε τη μεταφορά του disaster recovery στο cloud και αυτό το έργο θα λειτουργήσει και ως οδηγός για τα επόμενα βήματα.”

Για την Τράπεζα Πειραιώς, η μετάβαση στο cloud έχει ξεκινήσει ήδη, ακολουθώντας επίσης τη στρατηγική από πάνω προς τα κάτω. Σύμφωνα με τον Χάρη Μαργαρίτη, “Το cloud δεν είναι για εμάς κάτι που έρχεται, αλλά ένα κομμάτι της πληροφορικής τεχνολογίας που αξιοποιούμε, δεδομένου ότι τα ψηφιακά μας κανάλια και το front office λειτουργούν ήδη σε περιβάλλον cloud.”
Στην Αlpha Bank, η διοίκηση πληροφορικής έχει αξιολογήσει ήδη συστήματα που δικαιούνται προτεραιότητα στη μετάβαση στο cloud και σε αυτό το πλαίσιο είναι σε συνεργασία με τις εταιρείες του χώρου για να ολοκληρώσει τη μελέτη αξίας και σκοπιμότητας. Όπως μας λέει ο Σ. Τζαμτζής, “Τα συστήματα που έχουμε επιλέξει λειτουργούν σήμερα ως επί το πλείστον σε virtual farms ενώ έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τη μικρή ή μηδενική εξάρτηση από άλλα συστήματα του οργανισμού που δεν είναι εφικτό να μεταφερθούν στο cloud. Επίσης, η PSD 2 API υποδομή μας εγκαταστάθηκε εξ αρχής στο MS Azure, ενώ στο μέλλον βλέπουμε ευκολότερη την απόφαση για τη μετάβαση για τα συστήματα που εξυπηρετούν τις e-banking και mobile banking υπηρεσίες μας, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συστήματα αυτά είναι ήδη εκτεθειμένα στο internet.” Η στρατηγική των τεσσάρων τραπεζών είναι σχεδόν αναγκαστική.

Η άμεση μετάβαση των core banking συστημάτων τους στο cloud, θα ήταν ένα έργο δύσκολο και δαπανηρό. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι τα υπάρχοντα core banking συστήματα δεν θα μεταβούν στο cloud τα ερχόμενα χρόνια. Μέχρι τότε, οι παλαιές τράπεζες και οι νέοι ψηφιακοί ανταγωνιστές τους, θα προσπαθούν να διεκδικήσουν το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς με τα εργαλεία που έχουν στα χέρια τους.

Αλλαγή προμηθευτή με το πάτημα ενός κουμπιού
Η πλήρης μετάβαση στο cloud συνεπάγεται και τη δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στον προμηθευτή των υπηρεσιών και τον πελάτη. Στο τελικό στάδιο της μετάβασης, ο τραπεζικός οργανισμός δε διαθέτει καμία δική του υποδομή data center. Τα περιουσιακά του στοιχεία είναι bits πληροφορίας που μπορεί να βρίσκονται αποθηκευμένα μερικές δεκάδες ή και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα κεντρικά γραφεία. Αναλογικά, θα ήταν σαν να λέγαμε σε έναν τραπεζίτη του 19ου αιώνα ότι το χρηματοκιβώτιο του, θα είναι ένα έγγραφο, το οποίο μάλιστα είναι αποθηκευμένο σε ένα ασφαλή χώρο που δε βρίσκεται μέσα στην τράπεζα του.

Προφανώς θα μας πέρναγε για τρελούς, αλλά όπως φαίνεται η ανάγκη μείωσης του λειτουργικού κόστους και συντονισμού με την ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας, έχει πλέον μετατρέψει την τρέλα σε λογική.

Στην περίοδο που διανύουμε, η προμήθεια cloud υπηρεσιών έχει συγκεντρωθεί σε 4-5 μεγάλες εταιρείες.

Οι ρυθμιστικές αρχές βρίσκονται σε επιφυλακή για να αποτρέψουν φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού, αλλά αυτό δεν είναι το μόνο πρόβλημα που ανησυχεί τους πελάτες τους.

Στο παρελθόν έχουν καταγραφεί αρκετά περιστατικά που αφορούσαν αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής ενός προμηθευτή, χωρίς όμως ο πελάτης να έχει εύκολες λύσεις για να απαγκιστρωθεί. Η λύση στο πρόβλημα αυτό, όσον αφορά τις υπηρεσίες cloud, θα μπορούσε να είναι μια τεχνολογία, η οποία θα επέτρεπε στον πελάτη, να μεταφέρει τα δεδομένα του στις υποδομές ενός άλλου προμηθευτή και αυτά να βρουν αυτόματα και γρήγορα τις θέσεις τους, ώστε οι διαδικασίες να συνεχίσουν να λειτουργούν σαν να μην έχει αλλάξει κάτι στο παρασκήνιο.

Η τεχνολογία αυτή έχει δημιουργηθεί και είναι ένας συνδυασμός των Kubernetes και των containers. Ένα container δίνει τη δυνατότητα σε μια εφαρμογή να λειτουργεί απρόσκοπτα και αξιόπιστα, ανεξάρτητα από το λειτουργικό σύστημα και την πληροφορική υποδομή. Ένα container περιέχει όλα όσα χρειάζονται για να λειτουργήσει η εφαρμογή και η διαφορά του από την τεχνολογία που είναι γνωστή ως virtual machine, είναι ότι δεν περιλαμβάνει το λειτουργικό σύστημα, οπότε απαιτεί λιγότερους υπολογιστικούς πόρους για να λειτουργήσει.

Τα Kubernetes ή εν συντομία K8s είναι συστήματα ανοιχτού κώδικα, τα οποία λειτουργούν ως ενορχηστρωτές για τη διαχείριση εφαρμογών που λειτουργούν σε διαφορετικά υπολογιστικά συστήματα (hosts). Οπότε, τα Kubernetes προσφέρουν μηχανισμούς για την ανάπτυξη, συντήρηση και αναβάθμιση εφαρμογών που είναι εγκατεστημένες σε containers. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ένας οργανισμός έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει εφαρμογές που αξιοποιούν την τεχνολογία Kubernetes από ένα container, δηλαδή έναν προμηθευτή υπηρεσιών cloud, σε οποιονδήποτε άλλο. Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη της VMware, η αποδοχή των Kubernetes σε εταιρείες άνω των 1000 εργαζόμενων, εκτινάχθηκε από το 27% το 2018 στο 48% το 2020. Η μεγαλύτερη αποδοχή παρουσιάζεται στους τομείς των τραπεζών, της υγείας, του λιανεμπορίου και των τηλεπικοινωνιών.

Το μειονέκτημα των δύο τεχνολογιών είναι η νεότητά τους. Τα Kubernetes με τη μορφή του ανοιχτού κώδικα, έχουν σχεδόν 5 χρόνια παρουσίας. Η κύρια ανησυχία των εν δυνάμει χρηστών, είναι η ασφάλεια της τεχνολογίας. Σύμφωνα με τη μελέτη StackRox State of Container and Kubernetes Security, το 90% όσων απάντησαν, αντιμετώπισαν κάποιο περιστατικό ασφάλειας στη συνδυαστική χρήση containers και Kubernetes την περασμένη χρονιά. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν οι μισές από τις εταιρείες που συμμετείχαν αποφάσισαν να καθυστερήσουν τη μεταφορά εφαρμογών σε αυτό το συνδυαστικό περιβάλλον.

Όπως μας λέει ο Χάρης Μαργαρίτης, κάθε νέα τεχνολογία έχει τα προβλήματά της, θεωρεί όμως ότι αυτά θα λυθούν και μάλιστα γρηγορότερα από όσο ήταν αναμενόμενο, εξαιτίας της πίεσης που έχει ασκήσει η πανδημία στη μετάβαση πολύ μεγαλύτερου αριθμού εφαρμογών στο cloud.

Παρόμοια είναι και η θέση του Σπύρου Τζαμτζή, ο οποίος θεωρεί ότι “Στην περίπτωση αλλαγής cloud provider, τα πράγματα έχουν απλοποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν, αλλά παραμένουν προβλήματα, όπως για παράδειγμα τα διαφορετικά συστήματα διαχείρισης των υποδομών των providers, τα οποία δεν κάνουν τη μετάβαση τόσο απλή όσο το πάτημα ενός κουμπιού.” Ο ίδιος συμπληρώνει ότι πρέπει να αξιολογηθούν και οι αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν στα συστήματα ασφάλειας της τράπεζας, τα οποία διασφαλίζουν την επικοινωνία μεταξύ του εκάστοτε cloud provider και των ιδιόκτητων Data Centers.

Ωστόσο, η Alpha Bank δείχνει έμπρακτα την εμπιστοσύνη της στις δύο νέες τεχνολογίες, καθώς είναι από τις πρώτες τράπεζες που στην πρόσφατη αναβάθμιση των συστημάτων της, η διοίκηση φρόντισε ώστε η υλοποίησή τους να βασίζεται σε μservices και containers.

To data management σύστημα μας είναι ήδη container & cloud ready, ενώ εντός του πρώτου τριμήνου του έτους θα λειτουργούμε σε private cloud την containerized έκδοση για τα δύο layers (channel & middle) της Tier αρχιτεκτονικής των core banking συστημάτων μας. Οπότε όπως λέει ο Σ. Τζαμτζής “Η μεταφορά αυτών των συστημάτων σε public cloud είναι διοικητική απόφαση.”