Τα cryptos δεν είναι ένα παράταιρο κομμάτι του digital finance και μπορούν να ενσωματωθούν και να εναρμονιστούν πλήρως με το volatility της χρηματιστηριακής αγοράς και κυρίως με το asset management, όπως αποδεικνύει πρόσφατη γερμανική έρευνα.

Με βουτιά άνω του 10%, το bitcoin αντέδρασε στη διπολική συμπεριφορά του Elon Musk, ο οποίος ενώ στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου είχε πει ότι η Tesla θα δέχεται τα bitcoins από αγοραστές των προϊόντων της, ανακάλεσε αυτήν την απόφαση στις αρχές Μαΐου. Η επίσημη δικαιολογία του ιδρυτή της Tesla, η οποία, το Φεβρουάριο, είχε αγοράσει bitcoins αξίας 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ήταν ότι το bitcoin επιβαρύνει την κλιματική αλλαγή, γιατί οι υπολογιστές που το εξορύσσουν, σπαταλούν πολύ ηλεκτρική ενέργεια.

Μάλιστα ο Elon Musk φρόντισε να τονίσει ότι οι σπάταλοι ενεργειακά υπολογιστές είναι κυρίως στην Κίνα, η οποία δεν είναι ακόμα αρκετά φιλική προς το περιβάλλον γιατί καίει μολυσματικούς άνθρακες.

Το γεγονός θορύβησε αρκετούς κατόχους και άλλων κρυπτονομισμάτων εκτός του bitcoin, όπως το dogecoin και το Ethereum, τα οποία βρήκαν καλή ιδέα να κάνουν ανάλογες βουτιές. Οπότε, επανήλθαν στη συνειδητή σκέψη ερωτήματα, όπως “μήπως η αγορά είναι χειραγωγήσιμη;”, “μήπως είναι μύθος ότι τα κρυπτονομίσματα δεν έχουν σχέση με άλλους δείκτες της αγοράς;”, “μήπως η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται από κάποιους ανάλογα με τις διαθέσεις τους;”

Αρκετό καιρό πριν συμβούν αυτά τα ευτράπελα, η Iconic Funds, μια εταιρεία μελετών με έδρα στη Φρανκφούρτη, είχε αναθέσει σε δύο ερευνητές της, τους Robert Richter και Philipp Rosenbach να εξετάσουν το ενδεχόμενο “Η μηδενική συσχέτιση μεταξύ κρυπτονομισμάτων και δεικτών αγοράς, να μην είναι τελικά τόσο μηδενική”.

Και ναι δεν είναι
Όπως λένε οι δύο ερευνητές στην εισαγωγή του άρθρου που προέκυψε από την έρευνα τους, μέχρι το bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα να αποκτήσουν ευρεία αποδοχή, υπήρχε η υπόθεση ότι δεν ήταν σχετιζόμενα με άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, τον περασμένο Μάρτιο, μια βουτιά της αγοράς, για την οποία καταλυτικό ρόλο έπαιξε η έναρξη της πανδημίας, η αξία των κρυπτονομισμάτων ακολούθησε παρόμοια πορεία την ημέρα που χαρακτηρίστηκε ως “Black Thursday”. Αν αφήσουμε προσωρινά στην άκρη τη δεισιδαιμονική στάση απέναντι στο μαύρο, θα διαπιστώσουμε, όπως άλλωστε έκαναν και οι ερευνητές της Iconic Funds ότι η “υπόθεση είναι η χειρότερη μορφή επιστήμης”. Δεδομένου ότι η έρευνα με τίτλο “Investigating the Myth of Zero Correlation Between Crypto Currencies and Market Indices” είναι δωρεάν διαθέσιμη, δε θα σταθούμε στη μεθοδολογία, η οποία περιγράφεται αναλυτικά στις σελίδες της, αλλά θα πάμε απευθείας στα αποτελέσματα.

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης συσχετισμού είναι διαθέσιμα στον πίνακα 2. Ο πίνακας δείχνει τα Pearson correlations σε ποσοστιαίες μονάδες. Τρεις είναι οι γενικές παρατηρήσεις που έλκουν τη ματιά μας με την πρώτη ανάγνωση του πίνακα. Το Tether φαίνεται να πολύ χαμηλή συσχέτιση με όλα τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα.

Το αποτέλεσμα αυτό θεωρείται αναμενόμενο, καθώς το Tether ανήκει στην οικογένεια των stable coins, οπότε η αξία του είναι περιορισμένη στη γειτονιά του $1. Η δεύτερη παρατήρηση είναι το LEO φαίνεται επίσης να έχει χαμηλή συσχέτιση με τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα. Το γεγονός αυτό ίσως οφείλεται ότι το LEO έχει διαφορετική “νοοτροπία” από τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα, καθώς οι δημιουργοί του δεν το προόρισαν να γίνει μια παγκόσμια μέθοδος συναλλαγών.

Επιπλέον, οι αρχικές πωλήσεις του LEO έγιναν σε μικρό ιδιωτικό κύκλο, οπότε περιορίστηκε η έκθεση του. Εκτός από αυτά τα δύο κρυπτονομίσματα, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι ο συσχετισμός των άλλων είναι από μέτριος μέχρι υψηλός.

Οπότε, τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα θα πρέπει να θεωρούνται ως συγκοινωνούντα δοχεία με την αγορά. Επίσης, επειδή γνωρίζουμε ότι τα κρυπτονομίσματα διαγράφουν περίπου παράλληλες πορείες, είναι φυσικό να αναμένουμε ότι οι μεταβολές των αγορών θα τα επηρεάζουν σχεδόν εξίσου.

Αποτελέσματα συσχέτισης μεταξύ των κρυπτονομισμάτων

Μόνο τα stable coins γλιτώνουν από τα κύματα των αγορών
Όπως φαίνεται στον πίνακα 4, τα Bitcoin, Ethereum και Chainlink είναι τα νομίσματα που παρουσιάζουν την πιο αξιόλογη στατιστικά συσχέτιση με τους σημαντικότερους δείκτες της αγοράς. Αν και αρχικά, αυτή η παρατήρηση μπορεί να στηρίξει την υπόθεση ότι τα κρυπτονομίσματα δεν είναι σχετιζόμενα με την αγορά, αν στα αποτελέσματα αυτά συνεκτιμηθεί η ρευστότητα, η κατάσταση αλλάζει. Όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα κρυπτονομίσματα, η ρευστότητα τους στη δευτερογενή αγορά ήταν περιορισμένη, γεγονός που ισχύει ακόμα και για το bitcoin στα πρώτα του βήματα. Σε αυτά τα αρχικά στάδια, ελάχιστοι έκαναν συναλλαγές με κρυπτονομίσματα, οπότε εξ’ ορισμού οι συσχετισμοί με άλλους δείκτες της αγοράς θα έπρεπε να είναι κοντά στο μηδέν. Επομένως, εκείνη την περίοδο οι μεταβολές των τιμών τους ήταν τυχαίες και δεν θα μπορούσαν να επηρεαστούν από κάποια λογική μεταβολή της αγοράς.

Οπότε, οι μελετητές πρόσθεσαν στην έρευνα τους δύο σενάρια. Στο πρώτο σενάριο, ο ημερήσιος όγκος συναλλαγών για κάθε κρυπτονόμισμα ήταν κοντά στα $100 εκατομμύρια. Όλες οι παρατηρήσεις πριν από την ημέρα αυτή εξαιρέθηκαν από τη μελέτη. Στο δεύτερο σενάριο το όριο αυξήθηκε στα 500 εκατομμύρια δολάρια. Αν και αυτά τα μεγέθη είναι ασήμαντα για τις υπόλοιπες αγορές περιουσιακών στοιχείων, για τα κρυπτονομίσματα είναι επαρκή.

Τα αποτελέσματα των αναλύσεων παρουσιάζονται στους πίνακες 5 και 6. Παρατηρούμε ότι τα stable coins, όπως το Tether συνεχίζουν να μην επηρεάζονται από τους δείκτες, αλλά για τα υπόλοιπα νομίσματα οι συσχετισμοί αυξάνονται όσο αυξάνεται ο όγκος συναλλαγών. Επίσης παρατηρούμε ότι τα κρυπτονομίσματα δεν συσχετίζονται εξίσου με όλους τους δείκτες. Η συσχέτισή τους με τους δείκτες MSCI World και commodity είναι ακόμα περιορισμένη, αλλά στατιστικά αξιοπρόσεκτη. Αντιθέτως, η συσχέτισή τους με private equity funds και infrastructure funds είναι σημαντική. Οπότε σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα κρυπτονομίσματα δεν είναι ισχυρά συνδεδεμένα με τις παραδοσιακές αγορές.

Τέλος στον πίνακα 7 βλέπουμε ότι η κρίση της πανδημίας, ενδυνάμωσε το συσχετισμό των κρυπτονομισμάτων με τις αγορές, όπως αναμένονταν να συμβεί και με τους συσχετισμούς άλλων περιουσιακών στοιχείων.