ΑΙ: Πόσος δίκαιος είναι, τελικά, ο αλγόριθμος;

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η είσοδος της Τεχνητής Νοημοσύνης στην καθημερινότητά μας αποκτά ολοένα ισχυρότερα ερείσματα, καθώς η αξιοποίησή της επεκτείνεται πλέον σε πλήθος τομείς, συμβάλλοντας με πολλούς και καινοτόμους τρόπους στην παρακολούθηση, τη διαχείριση και την πρόβλεψη, σε συνδυασμό με τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Η κρίση του αλγόριθμου συχνά υπερισχύει εκείνης των ανθρώπων, ως πιο αμερόληπτη και αδέκαστη – είναι, όμως, έτσι στην πραγματικότητα; Σε ποιο βαθμό μπορούμε να εμπιστευτούμε τα απρόσωπα συστήματα; Και πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι η κρίση τους θα είναι διαφανής, δίκαιη και υπεύθυνη, χωρίς αποκλεισμούς;

Το Digital Finance ζήτησε τη γνώμη των εκπροσώπων τριών χαρακτηριστικών φορέων – όλων βασικών stakeholders στη διαμορφούμενη «νέα κανονικότητα»: μιας ψηφιακής ασφαλιστικής εταιρίας, μιας τεχνολογικής – παρόχου λύσεων, αλλά κι ενός κοινωνιολόγου, ηγετικού στελέχους θεσμικού φορέα, αρμόδιου σε θέματα Τεχνο-ηθικής.

Αλέξης Πανταζής, Hellas Direct
Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αποφάσεις της μηχανής είναι πολύ πιο ακριβείς από τις ανθρώπινες, ιδίως όταν οι αποφάσεις σχετίζονται με την αξιολόγηση ή τιμολόγηση κάποιου ρίσκου. Εκεί, η απόφαση της μηχανής αποτελεί νόμο για μας και δεν δίνουμε οποιοδήποτε περιθώριο στον ανθρώπινο παράγοντα.

Συνδυάζουμε αλγορίθμους και ανθρώπινη εμπειρία
Τις επιλογές της Hellas Direct, «μιας αμιγώς ψηφιακής ασφαλιστικής εταιρίας επόμενης γενιάς», σχετικά με την αξιοποίηση του ΑΙ, καταθέτει στο Digital Finance o συνιδρυτής και CEO της, Αλέξης Πανταζής. Αποκαλύπτει ότι διαθέτουν δική τους, πολυμελή ομάδα για την ανάπτυξη λογισμικού αποκλειστικής χρήσης, που βοηθά στη γρήγορη λήψη αποφάσεων, αλλά -σε κάποιες περιπτώσεις- καταβάλλεται προσπάθεια αυτό να συνδυαστεί με την ανθρώπινη εμπειρία.

Σε ποιο βαθμό αξιοποιείτε την Τεχνητή Νοημοσύνη στο λογισμικό σας και για να καλύψετε ποιες ανάγκες;

Η Hellas Direct είναι μία αμιγώς ψηφιακή ασφαλιστική εταιρία επόμενης γενιάς. Η χρήση μηχανικής μάθησης και τεχνολογιών αιχμής είναι στο DNA μας από την ημέρα ίδρυσής μας και αποτελεί σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα της εταιρίας. Έχουμε χτίσει μία εσωτερική ομάδα με 50 εξειδικευμένους προγραμματιστές, επιστήμονες δεδομένων και αναλογιστές, η οποία αναπτύσσει λογισμικό αποκλειστικής χρήσης και επεξεργάζεται μια κεντροποιημένη βάση μαζικών δεδομένων, σε πραγματικό χρόνο. Αυτό μας επιτρέπει να παίρνουμε γρήγορες αποφάσεις -πολλές φορές απόλυτα αυτοματοποιημένες- σε όλη την αλυσίδα αξίας της εταιρίας, από την πρώτη αξιολόγηση και αναδοχή ενός ρίσκου, μέχρι και την τελική διευθέτηση μιας ζημιάς.

Αυτό το λογισμικό είναι δικό σας (δημιούργημα των δικών σας μηχανικών) ή «έτοιμη» διεθνής λύση, έστω παραμετροποιημένη;

Η ομάδα μας χρησιμοποιεί διάφορες γλώσσες προγραμματισμού και εφαρμογές ανοιχτού κώδικα, αλλά η ανάπτυξη των μοντέλων και αλγορίθμων που χρησιμοποιούμε στην μηχανική μάθηση έχει αναπτυχθεί από εμάς και για δική μας, αποκλειστική χρήση.

Πώς εξασφαλίζετε την «ανθρώπινη» διάσταση (αυτή που διέθετε, παλιά, ο ασφαλιστής) στις αποφάσεις της μηχανής; Υπάρχει κάποια «επίβλεψη» ή συνεργασία των δυο μερών στις τυχόν αμφισβητούμενες περιπτώσεις ή ό,τι πει η μηχανή είναι νόμος;

Αυτή είναι μία εύστοχη ερώτηση κι ένα θέμα το οποίο μας απασχολεί συχνά. Τα μοντέλα τα οποία αναπτύσσουμε και οι αλγόριθμοί μας ενημερώνονται καθημερινά με καινούρια δεδομένα και εξελίσσονται συνεχώς. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αποφάσεις της μηχανής είναι πολύ πιο ακριβείς από τις ανθρώπινες (όση εμπειρία και να έχει κανείς), ιδίως όταν οι αποφάσεις σχετίζονται με την αξιολόγηση ή τιμολόγηση κάποιου ρίσκου. Εκεί, η απόφαση της μηχανής αποτελεί νόμο για μας και δεν δίνουμε οποιοδήποτε περιθώριο στον ανθρώπινο παράγοντα. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως αποφάσεις που σχετίζονται με τη διερεύνηση κάποιας πιθανής απάτης ή την επιλογή της σωστής διαπραγματευτικής στρατηγικής σε μία δικαστική υπόθεση, η ανθρώπινη εμπειρία μπορεί να έχει σημαντική συμβολή και τείνουμε προς μία συμβιβαστική προσέγγιση που συνδυάζει και τα δύο.

Βλέπετε να αυξάνει η εμπλοκή του ΑΙ στον ασφαλιστικό χώρο και, αν ναι, χρειάζονται κάποιοι έλεγχοι / βελτιώσεις / ενημερώσεις; Γίνονται βάσει feedback από τους πελάτες σας, πόσο συχνά συμβαίνει αυτό και ποιος αναλαμβάνει την υλοποίηση;

Σίγουρα! Η τεχνητή νοημοσύνη θα αλλάξει ριζικά τον ασφαλιστικό κλάδο και εταιρίες που δεν θα προλάβουν να προσαρμοστούν στις καινούριες συνθήκες δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν. Αυτό αναφέρει και στο τελευταίο του βιβλίο ο Daniel Kahneman (το βιβλίο λέγεται “Noise” και το συνιστώ ανεπιφύλακτα). O Kahneman περιγράφει μία μελέτη των αποκλίσεων στην αξιολόγηση του κόστους μιας σειράς από ζημιές από 48 έμπειρους διακανονιστές, οι οποίες διαφέρουν κατά μέσο όρο 55%! Αυτά τα περιθώρια σφάλματος και στατιστικού θορύβου δεν μπορεί να είναι αποδεκτά σε μία σύγχρονη, τεχνολογικά ανεπτυγμένη ασφαλιστική εταιρία.

Όπως συμβαίνει και σε πολλούς άλλους κλάδους όμως, η ευρύτερη αποδοχή της Τεχνητής Νοημοσύνης στον ασφαλιστικό χώρο εξαρτάται από πολλές άλλες παραμέτρους – π.χ. την ευκολότερη πρόσβαση σε μη ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα (βλέπουμε κάποιες ενθαρρυντικές κινήσεις στο χώρο της κινητικότητας από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης), την συγκατάθεση του καταναλωτή στην επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων (πάντα με βάση το GDPR και ξεκάθαρους περιορισμούς στη χρήση αυτών των δεδομένων), την πρόσληψη του κατάλληλου επιστημονικού προσωπικού από ασφαλιστικές εταιρίες κλπ.

Ο λόγος ύπαρξης της Hellas Direct είναι η παροχή δικαιότερης τιμής και καλύτερης εξυπηρέτησης σε συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών που πιστεύουμε ότι αδικούνται από την ασφαλιστική αγορά. Ο τρόπος με τον οποίο εξελιχθήκαμε τα τελευταία χρόνια ήταν πάντα το feedback των 250.000 πελατών μας. Ακούμε τον κάθε πελάτη μας και προσαρμόζουμε κατάλληλα την προσέγγισή μας, ώστε να βελτιώσουμε τον τρόπο λειτουργίας μας. Αυτό αφορά (α) βελτιώσεις σε επίπεδο προϊόντος (το 2015 λανσάραμε την ασφάλιση με τη μέρα – μία παγκόσμια πρωτοτυπία τότε – μετά από σχόλιο πελάτη μας), (β) βελτιώσεις στον τρόπο λειτουργίας (έχουμε συνδεθεί διαδικτυακά με 2.500 φανοποιεία σ’ όλη την Ελλάδα για να μειώσουμε το χρόνο διευθέτησης μιας επισκευής – πάλι έπειτα από παρότρυνση πελάτη μας), και (γ) βελτιώσεις στα μοντέλα μηχανικής μάθησης που χρησιμοποιούμε (όπου αλλάζουμε τις μεταβλητές παραμέτρους καθημερινά, με βάση feedback που λαμβάνουμε από πελάτες μας, ακόμα κι από όσους επέλεξαν να μην ασφαλιστούν σε εμάς).

Άγγελος Βλαχόπουλος, IBM
Το unbiased AI θα συνεχίσει να απασχολεί φορείς, επιχειρήσεις, οργανισμούς και κυβερνήσεις. Το \εξηγήσιμο AI είναι τόσο σημαντικό, ώστε ένα τεράστιο ποσοστό των επιχειρήσεων δηλώνουν ως κρίσιμη την ικανότητά τους να μπορούν να εξηγούν πώς κατέληξαν σε μια απόφαση.

Σημείο εκκίνησης η θέσπιση βασικών αρχών
Την καίρια άποψη μιας εταιρίας τεχνολογίας, με σημαντική εμπειρία και σπουδαίες επιδόσεις στις εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης μεταφέρει, απαντώντας στα ερωτήματά μας, ο Άγγελος Βλαχόπουλος, Διευθυντής Πωλήσεων του τομέα Λογισμικού στην ΙΒΜ Ελλάδας & Κύπρου, τονίζοντας ότι προβληματισμός και ανησυχίες βεβαίως υπάρχουν. Όμως, η θέσπιση βασικών αρχών (η ΙΒΜ έχει το δικό της «Ευαγγέλιο», για τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης) μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης.

Ποια είναι η φιλοσοφία της ΙΒΜ, όσον αφορά στη σχέση ανθρώπου – μηχανής, με δεδομένη την ταχύτατη εισβολή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην καθημερινότητά μας;

Όπως ισχύει με κάθε ανατρεπτική τεχνολογία, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να μεταμορφώσει τη σύγχρονη εποχή και να βοηθήσει την κοινωνία και την οικονομία να φτάσουν σε νέα ύψη, κάνοντάς μας πιο υγιείς, ευημερούντες και βιώσιμους. Καθώς αναμένονται οι τεράστιες δυνατότητες της Τεχνητής Νοημοσύνης, υπάρχουν ερωτήματα και ανησυχίες, πολλά από τα οποία θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο, έρευνα και ανταλλαγή απόψεων για να απαντηθούν – καθώς η κοινωνία θα πρέπει να εμπιστευτεί την Τεχνητή Νοημοσύνη για να την αξιοποιήσει.

Πιστεύουμε ότι η θέσπιση βασικών αρχών είναι το σημείο εκκίνησης για την οικοδόμηση της Τεχνητής Νοημοσύνης, περισσότερο δίκαιης, υπεύθυνης και χωρίς αποκλεισμούς.

Η ΙΒΜ έχει ιδιαίτερα καλές επιδόσεις στον τραπεζοασφαλιστικό κλάδο, άρα διαθέτει πλούσιο feedback από το σύνολο σχεδόν της ελληνικής και διεθνούς αγοράς. Τι προβλήματα έχει αποκαλύψει αυτή η ανάδραση, σχετικά με τη χρήση του ΑΙ, και πώς τα αντιμετωπίσατε εσείς και οι συνεργάτες σας;

Οι λύσεις AI της IBM έχουν εφαρμογή στον ελληνικό χώρο, τόσο στην Κεντρική Διοίκηση (πχ. AI chatbot στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, για την αντιμετώπιση των νέων αναγκών που έφερε η πανδημία), όσο και σε πολλούς τομείς του ιδιωτικού τομέα όπως η υγεία, οι μεταφορές, το εμπόριο και ειδικότερα ο ελληνικός τραπεζοασφαλιστικός κλάδος, όπου η ΙΒΜ έχει παραδοσιακά ισχυρή και διαχρονική παρουσία. Η ως τώρα εμπειρία αναδεικνύει έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για τη δυνατότητα υλοποίησης και ικανότητα κλιμάκωσης της Τεχνητής Νοημοσύνης κι αυτός είναι η θέσπιση επαναλαμβανόμενων και αξιόπιστων διαδικασιών. Συγκεκριμένα,

  • Εμπιστοσύνη στα δεδομένα: επικέντρωση στη διακυβέρνηση δεδομένων και στην πηγή τους.
  • Εμπιστοσύνη στα μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης: διασφάλιση επαρκούς διαχείρισης κινδύνου των μοντέλων ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη συνεργασία ευφυών εκθετικών τεχνολογιών και ανθρώπων, και τέλος,
  • Εμπιστοσύνη σε διαδικασίες και επιχειρηματικά μοντέλα: αύξηση της παραγωγικότητας με την ενσωμάτωση μιας αξιόπιστης πλατφόρμας Τεχνητής Νοημοσύνης.

Επιπλέον, η IBM έχει θεσπίσει μια σειρά αρχών που διέπουν τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης:
(α) Σκοπός της είναι η επαύξηση κι όχι η αντικατάσταση της Ανθρώπινης Νοημοσύνης, Κρίσης και Διαίσθησης,
(β) Διαφάνεια στις πηγές που τροφοδοτούν και εκπαιδεύουν τέτοιες λύσεις, στην εξαγωγή των συμπερασμάτων, αλλά και στην πνευματική ιδιοκτησία των πελατών μας, κατά την χρήση του IBM AI, και τέλος
(γ) Δεξιότητες που θα πρέπει να αναπτύξουν φοιτητές, επαγγελματίες και πολίτες ώστε να αλληλοεπιδράσουν με την Τεχνητή Νοημοσύνη με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Μάλιστα, πρόσφατα, η IBM ανακοίνωσε τη δέσμευσή της να συνεισφέρει στην εκπαίδευση 30 εκατομμυρίων ανθρώπων όλων των ηλικιών ως το 2030, με τις νέες δεξιότητες που απαιτούνται για να στελεχώσουν την αγορά εργασίας όπως πλέον διαμορφώνεται, συμπεριλαμβανομένου, βεβαίως, του τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Έχοντας στη διάθεσή σας την «προίκα» του Watson και το πλήθος των προηγμένων λύσεων, μπορείτε να διασφαλίσετε τη μείωση ή ακόμα και την παντελή απουσία bias στη διαχείριση των project τα οποία καλούνται να φέρουν εις πέρας, στην εποχή του Ψηφιακού Μετασχηματισμού των πάντων; Κι αν ναι, με ποιόν τρόπο;

Πράγματι, η αμερόληπτη Τεχνητή Νοημοσύνη (unbiased AI) είναι ένα θέμα που απασχολεί και θα συνεχίσει να απασχολεί φορείς, επιχειρήσεις, οργανισμούς και κυβερνήσεις. Το αξιόπιστο και εξηγήσιμο AI είναι τόσο σημαντικό, ώστε ένα τεράστιο ποσοστό, της τάξης του 91%, των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν Τεχνητή Νοημοσύνη, δηλώνουν ως κρίσιμη την ικανότητά τους να μπορούν να εξηγούν πώς κατέληξαν σε μια απόφαση, αξιοποιώντας το AI.

Οι μισές από αυτές δηλώνουν πως υπάρχουν εμπόδια που οφείλονται κυρίως σε έλλειψη ικανοτήτων, ευέλικτων εργαλείων, biased data κ.α.

Όσο οι οργανισμοί υλοποιούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους – ειδικά τώρα, στη μετά πανδημία εποχή- τόσο θα αυξάνουν οι επενδύσεις στο AI. Η ΙΒΜ εστιάζει σε τρεις σημαντικούς πυλώνες: την αυτοματοποίηση του ΙΤ και των διαδικασιών, την οικοδόμηση εμπιστοσύνης στα αποτελέσματα που παράγει η Τεχνητή Νοημοσύνη και στην κατανόηση των νέων αναγκών των επιχειρήσεων.

Οι επενδύσεις θα επιταχύνονται, όσο οι πελάτες μας αναζητούν νέους, καινοτόμους τρόπους να οδηγήσουν τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό τους με όχημα το Hybrid Cloud και το AI.

Βλέπετε να αυξάνει η εμπλοκή της Τεχνητής Νοημοσύνης στον τραπεζοασφαλιστικό κλάδο; Θεωρείτε ότι χρειάζονται έλεγχοι / βελτιώσεις / ενημερώσεις της αρχικής λύσης; Πόσο συχνά πρέπει να συμβαίνει αυτό και ποιος αναλαμβάνει την υλοποίηση;

Παρόλο που σύμφωνα με το ετήσιο IBM Global AI Adoption Index, η χρήση του AI ήταν σταθερή το 2020, ένας στους τρεις επαγγελματίες IT δηλώνουν ότι η επιχείρησή τους σκοπεύει να επενδύσει σε δεξιότητες και λύσεις που αφορούν στην Τεχνητή Νοημοσύνη τους επόμενους 12 μήνες.

Έλεγχοι, βελτιώσεις και ενημερώσεις είναι συνεχείς και εντατικοποιούνται. Το IBM Watson για επιχειρήσεις εξελίχθηκε σε μια δεκαετία από ερευνητικό και πειραματικό σε πλατφόρμα «enterprise» που λειτουργεί οπουδήποτε, σε Red Hat OpenShift, και ενσωματώνει δεδομένα διάσπαρτα σε περιβάλλοντα hybrid cloud.

Η εξέλιξη είναι συνεχής, μέσω της στόχευσης του Watson AI στην καινοτομία κρίσιμων τομέων, όπως η αυτοματοποίηση, η αναγνώριση φυσικής γλώσσας και το αξιόπιστο AI, αλλά και της ανάπτυξης ανοιχτού οικοσυστήματος συνεργατών.

Οι λύσεις συνεχίζουν να βελτιώνονται και να πλαισιώνονται αφού, μόνο τους τελευταίους μήνες, η IBM επένδυσε στον τομέα Έρευνας (IBM Research), μέσω εξαγορών, όπως συνέβη με τις Turbonomic, Instana, MyInvenio και WDG RPA Automation, αλλά και στρατηγικών συνεργασιών, όπως αυτές με τις εταιρίες Palantir και ServiceNow.

Χαράλαμπος Τσέκερης, Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής & Τεχνοηθικής
Οι τραπεζο-ασφαλιστικοί οργανισμοί οφείλουν να αξιοποιούν εξειδικευμένο προσωπικό για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας και υπεύθυνης χρήσης των τεχνολογικών συστημάτων, καθώς και για την εφαρμογή δικλίδων ασφαλείας για την ενίσχυση της προστασίας των δεδομένων.

Βούληση για τήρηση τεχνο-ηθικής στάσης στην ΕΕ
Τις μεροληψίες και προκαταλήψεις, μαζί με την έλλειψη διαφάνειας, όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων από τους αλγορίθμους στη λογική του «μαύρου κουτιού» και τις πιθανές παραβιάσεις της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων, αναγνωρίζει ως μείζονα ρίσκα και προβλήματα κατά την ολοένα εντονότερη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης στον τραπεζοασφαλιστικό τομέα, ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής & Τεχνοηθικής και ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Χαράλαμπος Τσέκερης, που επίσης απάντησε στα ερωτήματα του Digital Finance, υπογραμμίζοντας την κοινή βούληση στην ΕΕ για τήρηση τεχνο-ηθικής στάσης.

Η εξατομίκευση των συναλλαγών στον τραπεζοασφαλιστικό τομέα με αξιοποίηση των δυνατοτήτων της Τεχνητής Νοημοσύνης τι κινδύνους κρύβει από πλευράς bias και προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων του καταναλωτή;

Στο πλαίσιο της τεχνοηθικής και της ψηφιακής δεοντολογίας, μείζον πρόβλημα της Τεχνητής Νοημοσύνης στον τραπεζοασφαλιστικό τομέα είναι η έλλειψη διαφάνειας και εξηγησιμότητας ή ερμηνευσιμότητας των «έξυπνων» αλγορίθμων της, η μη πρόσβαση στο πώς ένα σύνολο δεδομένων κατέληξε να πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις.

Πέρα από το πρόβλημα του «μαύρου κουτιού», τα ηθικά ρίσκα αφορούν, επίσης, στις κάθε είδους μεροληψίες (biases) και προκαταλήψεις που μπορεί να εμφωλεύονται στις αποφάσεις αυτές, οδηγώντας σιωπηλά σε αναπαραγωγή στερεοτύπων και ενίσχυση διακρίσεων και ανισοτήτων (που, πιθανώς, θα επιβαρύνουν και μελλοντικές γενιές).

Εκτός από τις αλγοριθμικές αδικίες, αυτό που μας απασχολεί ιδιαίτερα είναι η δυναμική της παραβίασης της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων, των οποίων η προστασία και ορθή χρήση αποτελούν επιτακτική ηθική ανάγκη.

Πώς μπορούμε να μειώσουμε, αν όχι να εξαλείψουμε αυτούς τους κινδύνους;

Η μείωση ή εξάλειψη των παραπάνω κινδύνων προϋποθέτει ότι η αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης θα υπακούει σε κανόνες ηθικής και αρχές δεοντολογίας. Ολοένα και περισσότερο κερδίζει έδαφος η οργανωσιακή στρατηγική του εξαρχής ηθικού σχεδιασμού των συστημάτων, η λεγόμενη «ηθική-εκ-βάθρων» (ethics-by-design), και η διατήρηση μιας ανθρωποκεντρικής προσέγγισης.
Εξίσου σημαντική είναι και η στρατηγική της εκπαίδευσης των στελεχών σε ζητήματα τεχνοηθικής, ψηφιακής δεοντολογίας και ψηφιακής νοημοσύνης, με μελλοντοστραφή οπτική. Επιπλέον, οι τραπεζοασφαλιστικοί οργανισμοί οφείλουν να αξιοποιούν εξειδικευμένο προσωπικό για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας και υπεύθυνης χρήσης των τεχνολογικών συστημάτων, καθώς και για την εφαρμογή δικλίδων ασφαλείας για την ενίσχυση της προστασίας των δεδομένων.

Υπάρχει ομοφωνία ως προς την αντιμετώπισή τους, ας πούμε εντός των κόλπων της ΕΕ;

Γενικά, η ηθική αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης. Ωστόσο, εντός των κόλπων της ΕΕ, η βούληση για την τήρηση μιας τεχνοηθικής στάσης είναι κοινή. Αν και η υιοθέτηση του ΑΙ στον ευρωπαϊκό τραπεζοασφαλιστικό τομέα βρίσκεται σε σχετικά πρώιμο στάδιο, υφίσταται ήδη λεπτομερές ρυθμιστικό πλαίσιο (βλ, πχ, Markets in Financial Instruments Directive) που αποτελεί σημείο αναφοράς για μια δεοντολογική προσέγγιση.

Σημειωτέον ότι η χρήση ΑΙ για την πιστοληπτική αξιολόγηση φυσικών προσώπων χαρακτηρίζεται ως «εφαρμογή υψηλού ρίσκου» στο Σχέδιο Κανονισμού για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η πρόταση για την εγκαθίδρυση Ευρωπαϊκού Χώρου Χρηματοοικονομικών Δεδομένων.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως αναφέρει το Brookings Institution, οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν ακόμα επαρκείς νομικές και ρυθμιστικές δομές προστασίας απέναντι σε μεροληπτικές και άδικες συμπεριφορές συστημάτων Τεχνητής Νοημοσύνης στον τραπεζοασφαλιστικό τομέα.

Ωστόσο, αναμένονται σχετικές θεσμικές πρωτοβουλίες, καθώς τέτοιου είδους συζητήσεις έχουν ήδη έρθει στο προσκήνιο και συμπεριλαμβάνονταν στο προεκλογικό πρόγραμμα του προέδρου Μπάιντεν.

Ποιος θα ελέγξει την εφαρμογή των (επικαιροποιημένων, αν και όταν υπάρξουν) κανόνων, από το μέγα πλήθος των επιχειρήσεων και των οργανισμών, που αξιοποιούν τέτοιες λύσεις;

Σε γενικές γραμμές, ένας τέτοιος έλεγχος μπορεί να υλοποιηθεί ακολουθώντας είτε μια προσέγγιση αυτορρύθμισης (που επιτρέπει στους ίδιους τους οργανισμούς να ορίζουν και να επιβλέπουν τους σχετικούς κανόνες), είτε μια προσέγγιση κανονιστικής ρύθμισης και συμμόρφωσης μέσω ανεξάρτητων αρχών, ενώ ενδιάμεση κατάσταση αποτελούν τα μοντέλα της συρρύθμισης (co-regulation).

Θα πρέπει, ωστόσο, να έχουμε υπόψιν ότι οι λύσεις που δίνονται από την τεχνολογία στον τραπεζοασφαλιστικό τομέα και όχι μόνο είναι -και θα συνεχίσουν να είναι- πάντοτε ατελείς και μαχητές.
Η ανθρώπινη επαγρύπνηση και εποπτεία οφείλουν να είναι διαρκώς «εκεί», ώστε να διασφαλίζεται η πρακτική εφαρμογή των ηθικών κανόνων και δεοντολογικών αρχών.


Εν Ολίγοις
Μπορεί η Ευρώπη (άλλη μια φορά «μπροστάρης») να επιμένει στην τήρηση μιας τεχνο-ηθικής στάσης, όσον αφορά στη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης, όμως τα προβλήματα εφαρμογής (στον τραπεζοασφαλιστικό κλάδο, στην περίπτωσή μας) παραμένουν, ιδιαίτερα αν οι εταιρίες και οργανισμοί που εξ ανάγκης την αξιοποιούν, δεν εφαρμόζουν κάποιο εσωτερικό πρωτόκολλο ή κώδικα βασικών αρχών, με κατάλληλες δικλίδες σε θέματα διαφάνειας και πάγιο ζητούμενο μια δίκαιη, υπεύθυνη και χωρίς αποκλεισμούς χρήση.

Το portfolio diversification περνά από τα crypto assets

Το Μάρτιο του 2017, έσκασε σα βόμβα η εξαγορά μια εκ των πιο δημοφιλών dark pools στην Ευρώπη. Η BATS Global Markets, η μικρή αλλά ιδιαιτέρως αγαπητή στο ευρωπαϊκό asset management κοινό, πωλήθηκε στον «γίγαντα» CBOE, τον αμερικανικό χρηματιστηριακό κολοσσό του Σικάγο. Η εξαγορά αυτή χαρακτηρίστηκε από πολλούς κίνηση – ματ για την επενδυτική πλατφόρμα, η οποία, αντιλαμβανόμενη τις αλλαγές των καιρών και υπό την ασφυκτική πίεση του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου MiFID II και του αμερικανικού Dodd-Frank Act, θέλησε να βρει την ευελιξία που της έλειπε στη λειτουργία μιας μικρής αλλά forward-thinking εταιρείας.

Αμέσως μετά την εξαγορά, η CBOE ανακοίνωσε κάτι που κανείς δεν περίμενε. Σε μια εκδήλωση Τύπου και επενδυτών, η αμερικανική επενδυτική πλατφόρμα παρουσίασε την πρωτοβουλία της να συμπεριλάβει crypto assets στη διαπραγμάτευση των συναλλαγών της με τη μορφή future, όπου sell side και buy side θα μπορούσαν σε ένα regulated περιβάλλον να διαπραγματευτούν τα – μέχρι πρότινος – unregulated κρυπτονομίσματα. Η κίνηση αυτή τάραξε τα νερά της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη, τα digital assets ήταν ακόμα «προνόμιο» των algo και crypto trading platforms, τα οποία έβλεπαν όλοι με μισό μάτι, αφού είχαν δύο σοβαρά προβλήματα: δεν υπόκειντο σε κανενός είδους ρυθμιστικό πλαίσιο και το volatility τους ήταν τόσο έντονο που μόνο retail traders υψηλού ρίσκου τα προτιμούσαν.

Η επιφυλακτικότητα των θεσμικών επενδυτών τη δεδομένη στιγμή ήταν δικαιολογημένη. Μη ξεχνάμε ότι το blockchain, η τεχνολογία στην οποία στηρίζονται τα crypto assets μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε να επιδείξει τίποτε αξιόλογο πέρα από διάσπαρτα proof-of-concepts και το αδικαιολόγητο – κατά τη γνώμη του γράφοντος – hype που τη συνόδευε και τη συνοδεύει ακόμα.
Επιπλέον, ο κόσμος των crypto είναι γεμάτος από ανθρώπους που αναζητούν εύκολο και γρήγορο χρήμα, χωρίς καμία προηγούμενη εκπαίδευση ή εμπειρία στις επενδύσεις, και άρα η τιμή των digital assets ήταν τόσο ευάλωτη σε καιροσκοπισμούς που ήταν σχεδόν αδύνατο κανείς να κάνει προβλέψεις για σταθεροποίηση του επενδυτικού περιβάλλοντος γύρω από τα cryptos.

Βάζοντας τάξη στο crypto-χάος
Τα επόμενα χρόνια, τη σκυτάλη της CBOE, πήραν asset management εταιρείες που προσέφεραν εναλλακτικά assets στους επενδυτές. Παρ’ όλο που αυτοί η αξία των alternative funds δεν είχε τον όγκο που έχουν τα παραδοσιακά assets, εν τούτοις ήταν μια καλή αρχή να εισάγουν σε ένα πολύ επιφυλακτικό κοινό, αυτό των θεσμικών επενδυτών, καινούριες πηγές επενδύσεων.

Ulrik Lykke, ARK36
Θεωρούμε ότι τα crypto assets είναι ο καλύτερος τρόπος για έναν asset manager για να επιτύχει έναν υψηλό βαθμό diversification στο portfolio του αλλά και να βελτιώσει το performance του.

Ο Ulrik Lykke, Executive Director της alternative asset management εταιρείας, ARK36, που έχει έδρα την Κύπρο, ήταν από τους πρώτους που εισήγαγαν και στο portfolio τους τα crypto assets. «Διαχειριζόμαστε εναλλακτικά funds, τα οποία είναι πλήρως εναρμονισμένα με τα τρέχοντα νομοθετικά πλαίσια στην Ευρώπη. Συμβαίνει, αυτά τα εναλλακτικά assets, να είναι κρυπτονομίσματα,» λέει στο Digital Finance o Lykke. «Θεωρούμε ότι τα crypto assets είναι ο καλύτερος τρόπος για έναν asset manager που θέλει να έχει έναν υψηλό βαθμό diversification στο portfolio του αλλά και να βελτιώσει το performance του».

Εξάλλου, όπως λέει, αγορά των κρυπτονομισμάτων έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια, κάνοντας τα digital assets πολύ πιο ασφαλή επενδυτικά προϊόντα, όπου το ρίσκο είναι το ίδιο, ή σχεδόν το ίδιο, με τα παραδοσιακά assets. «Το πρόβλημα με τα crypto assets ήταν κυρίως στις πλατφόρμες που διαχειρίζονταν τις συναλλαγές. Στην αρχή – και για πολύ μεγάλο διάστημα – υπήρχε μια έλλειψη επαγγελματισμού από το μεγαλύτερο μέρος των trading platforms που φιλοξενούσαν crypto assets, γιατί ήταν κάτι τελείως νέο, δεν υπήρχαν θεσμικά κανονιστικά πλαίσια, και ο καθένας από το γκαράζ του πατρικού του σπιτιού, μπορούσε να φτιάξει μια τέτοια πλατφόρμα», λέει ο Lykke.

«Το άλλο μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχε καθόλου διαφάνεια στην αγοραπωλησία των digital assets. Είναι λίγο ειρωνικό αυτό αν το σκεφτούμε δεδομένου ότι το blockchain – η τεχνολογία πίσω από τα cryptos – δημιουργήθηκε ακριβώς για να καταπολεμήσει το πρόβλημα της διαφάνειας στο finance. Ωστόσο, στις trading πλατφόρμες των crypto assets δεν υπήρχαν εργαλεία reporting, μετά το πέρας ούτε των ημερήσιων ούτε των μεμονωμένων συναλλαγών και για μας αυτό αποτελούσε τεράστιο πρόβλημα, μιας και είμαστε μια fully regulated εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων.»

David Yates, Sheeldmarket
Βρισκόμαστε σε μια φάση όπου σιγά σιγά η αγορά των cryptos απαλλάσσεται από ερασιτέχνες και προσφέρει ένα επαγγελματικό, σταθερό χρηματιστηριακό περιβάλλον.

Σιγά σιγά, ωστόσο, τα πράγματα ξεκαθαρίζουν και στο τοπίο των crypto/algo trading platforms, με τις πλατφόρμες που έχουν μείνει να προσφέρουν όλα τα reporting εργαλεία που χρειάζεται ένας asset manager. Ο Oliver Yates, CEO της χρηματιστηριακής πλατφόρμας Sheeldmarket, υποστηρίζει πως πλέον στην αγορά έχουν μείνει πλατφόρμες που σέβονται τα θεσμικά πλαίσια και υποχρεώσεις της θεσμικής αγοράς. «Βρισκόμαστε σε μια φάση όπου σιγά σιγά η αγορά των cryptos απαλλάσσεται από ερασιτέχνες και προσφέρει ένα επαγγελματικό, σταθερό χρηματιστηριακό περιβάλλον, όπου επενδυτές και asset managers μπορούν να έχουν στη διάθεση τους όλα τα εργαλεία που χρειάζονται», λέει ο Yates.

Το πρόβλημα που εξακολουθεί να υπάρχει ωστόσο σε πολλές trading πλατφόρμες είναι ότι δεν υπάρχει standardization των data, ωστόσο αυτό είναι κάτι που μπορεί να αντιμετωπιστεί με εργαλεία που προσφέρει ξεχωριστά μια χρηματιστηριακή πλατφόρμα στους πελάτες της.

«Εμείς, ως πλατφόρμα, έχουμε καταφέρει να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο παθογένειες που ακολουθούν τον κλάδο από τη γέννηση του, αλλά και να προσφέρουμε εργαλεία για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα του market fragmentation στην αγορά των cryptos. Με το bitcoin και το Ethereum τα πράγματα είναι σχετικά διαχειρίσιμα, ωστόσο αν κάποιος θέλει να αγοράσει άλλα πιο μικρά cryptos, τότε είναι δύσκολο να βρεις το liquidity που χρειάζεται δεδομένου ότι τα μικρότερα κρυπτονομίσματα είναι διασκορπισμένα σε διάφορες πλατφόρμες και τα διαθέσιμα σου είναι περιορισμένα».

Το αγκάθι των μικρών cryptos
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εξακολουθεί να έχει αγορά των κρυπτονομισμάτων είναι το πολύ μεγάλο volatility που παρουσιάζουν τα μη δημοφιλή κρυπτονομίσματα. «Η αγορά είναι ακόμα ανοιχτή για όποιον θέλει να πειραματιστεί στην έκδοση cryptos,» λέει ο Yates. «Αυτό από τη μία είναι καλό, γιατί πρόκειται για νέα assets που ενδεχομένως να έχουν μια πολύ καλή απόδοση στο μέλλον και τα returns να είναι εξαιρετικά για τους πελάτες σου. Ωστόσο, μπορεί να πρόκειται για μια μεγάλη παγίδα, από έναν καιροσκόπο που να εξαφανιστεί μέσα σε δυο χρόνια».
Εκτός από τον καιροσκοπισμό, υπάρχει και το θέμα του reporting για τους asset managers, οι οποίοι με τα μικρά cryptos έχουν πρόβλημα στην εκπλήρωση των αποτελεσμάτων των συναλλαγών, ειδικά σε ό,τι αφορά το μηνιαίο reporting.

«Είναι μια κατάσταση όπου εγώ μπορεί να αναγνωρίζω ένα potential σε ένα crypto asset, αλλά δεν υπάρχει καθορισμένη τιμή, ούτε μπορώ να το αντιστοιχήσω με κάποιο benchmark, όπως αυτό του bitcoin ή του δολαρίου, για παράδειγμα,» εξηγεί ο Lykke. «Οπότε για να μπορέσω να εκπληρώσω τα reporting requirements θα πρέπει κάπως να ξεπεράσω το σκόπελο του benchmark και αυτό είναι λίγο πονοκέφαλος».

Γιώργος Τζέκας, CryptoCapitalist
Έχει ήδη ξεκινήσει ένα κύμα ρυθμίσεων στην αγορά του crypto, ειδικά στην Αμερική. Από εκεί και πέρα, δυστυχώς αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις είναι φανερό ότι δεν γνωρίζουν ακόμα καλά το προϊόν για να μπορέσουν να ρυθμίσουν σωστά την αγορά.

Η εισβολή των θεσμικών
Μια αγορά που έχει αρχίσει να βρίσκει τα πατήματά της, και να βάλει μια υποτυπώδη τάξη και να «συμμαζέψει» τουλάχιστον ένα πολύ μεγάλο μέρος του ερασιτεχνισμού που την ταλάνιζε από τη γέννηση της, είναι φυσικό ότι θα προσελκύσει παίκτες από την παραδοσιακή αγορά – είναι απλώς το επόμενο βήμα σε μια κανονικοποίηση που σίγουρα θα αργά ή γρήγορα θα γινόταν.

Ο Γιώργος Τζέκας, οικονομολόγος, που στον κόσμο των cryptos είναι γνωστός με το όνομα CryptoCapitalist, λέει στο Digital Finance πως οι θεσμικοί επενδυτές άρχισαν να εκδηλώνουν ενδιαφέρον πριν από περίπου δύο χρόνια. «Κατά κύριο λόγο, τα digital assets είναι μια αγορά που απευθύνεται σε μικρούς παίκτες. Ξεκίνησε ωστόσο μια μεγάλη αποδοχή από τις αρχές του 2020 του bitcoin από ένα σημαντικό ποσοστό θεσμικών επενδυτών. Μεγάλες εταιρείες, εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, πλέον έχουν στο αποθεματικό τους έχουν bitcoin. Τα digital assets είναι εναλλακτικά γι’ αυτές assets ως αντιστάθμισμα κινδύνου έναντι του πληθωρισμού», λέει ο κ. Τζέκας.

Η ώθηση αυτή έχει υποστηριχθεί και από μια προσπάθεια των regulators τόσο σε Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, να θέσουν κάποια πλαίσια στην αγορά των digital assets. «Έχει ήδη ξεκινήσει ένα κύμα ρυθμίσεων στην αγορά του crypto, ειδικά στην Αμερική. Από εκεί και πέρα, δυστυχώς αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις είναι φανερό ότι δεν γνωρίζουν ακόμα καλά το προϊόν για να μπορέσουν να ρυθμίσουν σωστά την αγορά, και αυτό μπορεί να έχει ένα μικρό αντίκτυπο στην επαφή των θεσμικών επενδυτών με τα crypto assets.»

Εκτίναξη της ζήτησης
Υπάρχουν πολλές έρευνες που αποδεικνύουν τη ζήτηση που έχουν τα cryptoassets στις προτιμήσεις των θεσμικών επενδυτών, ωστόσο η τελευταία πιο γνωστή έρευνα, αυτή της Coalition Greenwich, που δημοσιεύτηκε στις αρχές του νέου έτους, αποκαλύπτει το μέγεθος της μεταστροφής της θεσμικής επενδυτικής αγοράς προς τα digital assets.

Σύμφωνα με την έρευνα, τα digital assets που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο με τη μορφη ETF ή άλλων παραγώγων προτιμώνται από το 61% των buy-side ιδρυμάτων, σε σύγκριση με το 27% από τους retail traders.

«Υπάρχει ένας φαινομενικά αμέτρητος αριθμός εταιρειών που κινούνται για να καλύψουν τα κενά στη θεσμική διαπραγμάτευση digital assets, όπως εταιρείες που παρέχουν πλατφόρμες συναλλαγών, prime services, market making, surveillance, analysis, custody και settlement», αναφέρει σε δήλωση του στην έκθεση ο David Easthope, senior analyst για την Coalition Greenwich. Σύμφωνα με την έρευνα, οι δραστικές αλλαγές των παικτών των crypto assets, που πέρασε από την άμεση διαπραγμάτευση και τη φυσική ιδιοκτησία στην ιδιοκτησία τόσο φυσικών όσο και χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και των ETF, οδήγησαν την αγορά να αρχίσει να προσαρμόζεται στις παραδοσιακές ανάγκες των θεσμικών επενδυτών.

«Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ζήτηση ειδικά το τελευταίο διάστημα, και όσο υπάρχει αυτή η ζήτηση θα υπάρχει και η προσφορά,» λέει ο οικονομολόγος κ. Τζέκας. «Υπάρχει ένα ζήτημα που πρέπει να το δούμε εις βάθος, γιατί όλη αυτή η ζήτηση έχει ένα υπόβαθρο, δεν είναι τυχαία. Μεσούσης της πανδημίας, οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρώπης άρχισαν να εκτυπώνουν χρήμα χωρίς σταματημό, και άρα όλη αυτή η ενισχυμένη ρευστότητα που εισέβαλλε στην αγορά χρειάζεται κάπου να επενδυθεί». Κατά τον ίδιο λοιπόν, τα digital assets είναι μια διέξοδος επένδυσης για τους asset managers. «Ειδικά τα securities που έχουν να κάνουν με ETFs για τα NFTs και τα DeFis έχουν την τιμητική τους,» λέει ο κ. Τζέκας.

Η φυσική εξέλιξη της αξίας
Στον αντίποδα, υπάρχουν οι εκτιμήσεις και οι απόψεις πως αυτή η ζήτηση για τα digital assets, που εκ πρώτης όψεως μοιάζει να είναι τεχνητή και υπονοεί την ύπαρξη μιας φούσκας που δε θα κρατήσει για πολύ, είναι εν τούτοις μια φυσική εξέλιξη του πως η αγορά αντιλαμβάνεται την αξία των επενδύσεων.

«Θα μπορούσα να σκεφτώ ένα εκατομμύριο λόγους για τους οποίους ένας θεσμικός θα πρέπει να επενδύσει στα crypto assets», αναφέρει ο Lykke της ARK36. «Ωστόσο, στην ουσία του, πρόκειται για την φυσική εξέλιξη του πώς αντιλαμβανόμαστε την αξία.

Το να ρίξεις χρήματα σε ένα crypto που θεωρείς ότι αυτό το νόμισμα θα λύσει κάποιο πρόβλημα στον πραγματικό κόσμο, γιατί μην ξεχνάμε ότι το κάθε κρυπτονόμισμα έχει τη δική του φιλοσοφία και λειτουργία και έχει δημιουργηθεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό. Θα έλεγα λοιπόν ότι επενδύεις σε ένα καλύτερο μέλλον».

Σύμφωνα με τον ίδιο, τα crypto assets δεν έχουν κάποια σύγκριση με κάποιο άλλο επενδυτικό προϊόν που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην αγορά. «Πρόκειται για ένα προϊόν που είναι μοναδικό. Η μεγάλη καινοτομία των crypto assets είναι ότι μπορεί να έχεις κάτι το οποίο να είναι 100% ψηφιακό αλλά παράλληλα να έχει μια ταυτότητα.»

Παράλληλα, τα digital assets ενισχύουν το diversification του portfolio ενός asset manager. «Το ιδανικό ξεκίνημα είναι το asset allocation σε crypto assets να μην ξεπερνά το 5 με 10% του συνολικού portfolio, έτσι ώστε να μειώνεται ο κίνδυνος,» λέει ο Lykke. «Με την προσθήκη λοιπόν των crypto assets στο portfolio σε μικρό ποσοστό έχεις την έκθεση που χρειάζεται σε ένα νέο, πολλά υποσχόμενο επενδυτικό προϊόν, και παράλληλα μειώνεται ο επενδυτικός κίνδυνος».

Τι μέλλει γενέσθαι
Είναι σίγουρα ακόμα πολύ νωρίς να γίνουν εκτιμήσεις για το πώς θα κινηθεί η αγορά των digital assets.
Πρόκειται για μια νέα πολλά υποσχόμενη αγορά, η οποία ωστόσο έχει πολλά ακόμα θέματα να επιλύσει κυρίως λόγω του «αμαρτωλού» παρελθόντος της, ωστόσο η εισβολή τόσο των regulators όσο και των θεσμικών επενδυτών αναμένεται να φέρει – και ήδη δείχνει τέτοια σημάδια – μια κανονικοποίηση που την έχει ανάγκη.

«Ακόμα και στην Ελλάδα σιγά σιγά φαίνεται ότι αρχίζουν οι θεσμικοί και ενδιαφέρονται για τα cryptos», λέει ο κ. Τζήκας. «Τα επόμενα ένα με δύο χρόνια, όταν ξεκαθαρίσουν λίγο τα πράγματα με την πανδημία θα φανεί η πλήρη δυναμική που θα έχει στην ελληνική επενδυτική κοινότητα – προς το παρόν η χώρα μας ακολουθεί και παρακολουθεί τις εξελίξεις».


Εν ολίγοις
Τα digital assets ή crypto assets δεν είναι πια στο “περιθώριο” του finance, με έναν μεγάλο όγκο θεσμικών επενδυτών να προσπαθεί με κάθε τρόπο να προσεγγίσει την crypto αγορά προκειμένου να επεκτείνει το porftolio του αλλά και να επωφεληθεί από το “hype” που έχει δημιουργθεί τα τελευταία χρόνια. Παρ’ ΄όλο που ακόμα η αγορά των cryptos είναι ρευστή και μη επαρκώς θεσμοθετημένη, εν τούτοις, τα πράγματα φαίνεται ότι σιγά σιγά αλλάζουν.

19th Bank Management Conference: Ο επαναπροσδιορισμός της ταυτότητας της σύγχρονης τραπεζικής

Η μετάπανδημική ατζέντα των ζητημάτων που απασχολούν τον τραπεζικό κλάδο περιλαμβάνει ένα και μόνο θέμα: πώς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα ανταπεξέλθει στις ανάγκες μιας απολύτως ψηφιοποιημένης κοινωνίας, η οποία από το 2020 και μετά έχει δώσει το σύνθημα σε όλον τον επιχειρηματικό κόσμο ότι πλέον η ψηφιακή εποχή έχει όχι απλά επέλθει αλλά και εγκατασταθεί στη συνείδηση των καταναλωτών.

Από εκεί και πέρα, η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα των ελληνικών τραπεζών είναι το μεγαλύτερο ζητούμενο για ένα οικονομικό σύστημα που πρέπει, θέλοντας και μη, να συμβαδίσει με τη νέα «κανονικότητα», αν θέλει να έχει έναν διττό ρόλο: πρώτον να ικανοποιήσει τις ψηφιακές, πλέον, ανάγκες των καταναλωτών και δεύτερον να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τον διεθνή ανταγωνισμό, ο οποίος, με την καταστρατήγηση των ψηφιακών συνόρων, μπορεί πλέον πολύ πιο εύκολα να διεκδικήσει τη μερίδα του λέοντος σε μια αγορά που είναι έτσι κι αλλιώς πεπερασμένη σε αριθμούς.

Αυτή η υπαρξιακή – και αξιακή θα έλεγε κανείς – κρίση μπορεί να γίνει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τις ελληνικές τράπεζες να εκμεταλλευτούν τις ικανότητες και τις δυνατότητες που ήδη διαθέτουν. Ήδη, από ό,τι φάνηκε και στο συνέδριο, πολλές τράπεζες έχουν αρχίσει να υλοποιούν σχέδια ψηφιοποίησης τόσο των υπηρεσιών τους όσο και των εσωτερικών τους λειτουργιών, ενώ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Eurobank η οποία πρόσφατα προχώρησε στη δημιουργία ενός phygital καταστήματος, δίνοντας σάρκα και οστά σε αυτό που μέχρι στιγμής βρισκόταν μόνο στο τραπέζι των θεωρητικών συζητήσεων.

Διαπιστώνουμε, με άλλα λόγια, πως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει αντιληφθεί πλήρως τις αλλαγές που χρειάζεται να πραγματοποιήσει, τόσο για να συγκρατήσει τους πελάτες του και να επιβιώσει όσο και για να εκσυγχρονιστεί υπό το φως μιας παγκόσμιας ψηφιακής μεταστροφής που επισπεύθηκε τα τελευταία δύο χρόνια εξαιτίας μιας πανδημίας που οι σαρωτικές της συνέπειες άλλαξαν ριζικά τον τρόπο που σκέφτονται και ενεργούν οι πολίτες – καταναλωτές.

Οι καλεσμένοι του 19ου Bank Management – υψηλόβαθμα στελέχη και πρωταγωνιστές των αλλαγών που βιώνει η τραπεζική αγορά – αποτύπωσαν ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί τη νέα ταυτότητα της σύγχρονης τραπεζικής. Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση που ανέδειξε όχι μόνο τις τάσεις που διαμορφώνονται αλλά και πώς βλέπει το ίδιο το χρηματοοικονομικό σύστημα τη σχέση που χτίζει με μια νέα γενιά πελατών αλλά και την τεχνολογία που αξιοποιεί για την μεταμόρφωση της. Είναι χαρακτηριστικό πως φράσεις όπως «ψηφιακή ωριμότητα», «data analytics» και «customer onboarding» κυριάρχησαν στις περισσότερες ομιλίες και συζητήσεις, κάτι που δίνει και το στίγμα την επερχόμενης τραπεζικής γενιάς που παραδειγματίζεται από τις διεθνείς τάσεις και προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει την ίδια την ταυτότητα του.

Ιάκωβος Γιαννακλής
General Manager of Retail Banking της Eurobank
Ο κ. Γιαννακλής παρουσίασε το νέο phygital μοντέλο εξυπηρέτησης πελατών της τράπεζας. Όπως εξήγησε, τόσο στα φυσικά όσο και στα digital κανάλια οι πελάτες έχουν τη δυνατότητα να αλληλεπιδράσουν ψηφιακά με την Τράπεζα, έχοντας μάλιστα την ίδια εικόνα και την ίδια εμπειρία χωρίς διαφοροποίηση με τον υπάλληλο ή το μέσο. Έτσι, μία συναλλαγή μπορεί να ξεκινήσει στο m-banking και να ολοκληρωθεί μέσω ενός άλλου καναλιού, όπως το ebanking ή το κατάστημα. Μια αίτηση στεγαστικού δανείου μπορεί να ξεκινήσει στο site της Τράπεζας και να συνεχιστεί με video κλήση με εξειδικευμένο στέλεχος. Δεύτερον, οι λειτουργίες της τράπεζας αναδιαμορφώνονται εσωτερικά έτσι ώστε να χρησιμοποιείται η τεχνολογία προς το μέγιστο όφελος του πελάτη και να βελτιστοποιείται ο τρόπος δουλειάς των εργαζομένων. Η τράπεζα έχει δημιουργήσει υποδομές ώστε να μειώνονται τα έγγραφα που ζητούνται από τον πελάτη στο ελάχιστο δυνατό αξιοποιώντας υφιστάμενα, διαθέσιμα δεδομένα δικά μας ή αντλώντας από δημόσιες βάσεις δεδομένων. Οι συμβάσεις υπογράφονται και φυλάσσονται ψηφιακά και όχι φυσικά, ενώ για επαναλαμβανόμενες διαδικασίες χρησιμοποιείται η ρομποτική ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα ανταπόκρισης και να απελευθερωθεί ο χρόνος των εργαζομένων για πιο σύνθετες και δημιουργικές εργασίες.

Δημήτρης Πλέσσας
Assistant General Manager Cards & Digital Business στην Εθνική Τράπεζα
Η μετάβαση στην ψηφιακή τεχνολογία επιταχύνθηκε λόγω του COVID, οι ψηφιακοί χρήστες της Εθνικής Τράπεζας έφθασαν τα 3,2 εκατομμύρια, ξεπερνώντας κατά πολύ τις φιλοδοξίες πριν από την COVID. Η συμπεριφορά των πελατών παραμένει ακόμη και μετά από περιορισμούς μετακίνησης, μερίδιο μηνιαίων χρηματικών συναλλαγών σε υποκαταστήματα μικρότερο από 4%. Παράλληλα, οι τράπεζες έσπευσαν να μεταφέρουν πλήρεις διαδικτυακές διαδρομές πελατών από την ενσωμάτωση στη δέσμευση στις πωλήσεις προϊόντων και υπηρεσιών. Είναι γεγονός ότι ενσωμάτωση πελατών είναι ένα από τα πιο δύσκολα ταξίδια μετάβασης, η Εθνική ηγήθηκε με επιτυχία στην αγορά με την ενσωμάτωση πελατών. Το ψηφιακό περιβάλλον παρέχει πολλές ευκαιρίες για δέσμευση: λειτουργικότητα PFM, δυνατότητες εξατομίκευσης καρτών, δείκτες οικονομικής υγείας. Η ψηφιακή τραπεζική προσφέρει επίσης τη δυνατότητα προώθησης προϊόντων την κατάλληλη στιγμή, η χρήση των δεδομένων και των αναλυτικών στοιχείων των πελατών αποτελεί σημαντικό και ισχυρό εργαλείο. Με αυτά τα δεδομένα, ο ρόλος των υποκαταστημάτων αλλάζει: χωρίς μετρητά, συζήτηση, διαβούλευση, εκπαίδευση των πελατών για προσωπικά οικονομικά και επενδύσεις. Με άλλα λόγια, το μελλοντικό υποκατάστημα μπορεί κάλλιστα να είναι online στο metaverse.

Παναγιώτης Διβριώτης
Chief Retail Officer της Attica Bank
Φαίνεται ότι υπάρχει ένα consensus για το πού θα καταλήξει η ψηφιακή μεταστροφή των τραπεζών. Σίγουρα οδηγούμαστε σε ένα λειτουργικό επιχειρηματικό μοντέλο, όπου θα συνδυάζει τις ψηφιακές υπηρεσίες με την φυσική εξυπηρέτηση, την δια ζώσης εξυπηρέτηση πελατών δηλαδή. Πρόκειται για ένα πολυκαναλικό μοντέλο που θα προσφέρει μια βέλτιστη εμπειρία πελάτη. Αυτό που θα επιδιώξουμε είναι να δώσουμε τη δυνατότητα στους πελάτες να εκκινήσουν μια ενέργεια από οποιαδήποτε κανάλι και να μπορούν να σταματήσουν και ένα επανεκκινήσουν την διαδικασία σε οποιοδήποτε άλλο κανάλι. Αυτό το μοντέλο κάποιοι το ονομάζουν phygital άλλοι υβριδικό, ωστόσο το digital – only στην Ελλάδα είναι λίγο δύσκολο να επικρατήσει, παρ’ όλη τη ψηφιακή ωριμότητα των καταναλωτών. Ωστόσο, έχουν γίνει πολλά βήματα προς την ψηφιοποίηση, τόσο με την ώθηση που έδωσε η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του ελληνικού κράτους, αλλά και ο ανταγωνισμός από τις λεγόμενες neobanks. Σε ό,τι αφορά το φυσικό κόσμο, η εξυπηρέτηση αναμένεται να έχει περισσότερο συμβουλευτικό χαρακτήρα, γιατί – κακά τα ψέματα – οι τραπεζικές διαδικασίες μπορεί να μην είναι κατανοητές από όλους και η επίλυση προβλημάτων τίθεται στο προσκήνιο όλων των προσπαθειών των τραπεζών.

Δημήτρης Κυπαρίσσης
CEO στην Optima Bank
Η τράπεζα του μέλλοντος είναι αυτή που θα καταφέρνει να προσφέρει στον πελάτη, είτε είναι ιδιώτης, είτε επιχείρηση, τις λύσεις που χρειάζεται, με τον τρόπο που επιθυμεί να του προσφέρονται. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μια phygital τράπεζα που θα πατά γερά πάνω σε δύο κόσμους, στον φυσικό και τον ψηφιακό. Αυτή, την τράπεζα του αύριο, επιδιώκουμε να φέρουμε σήμερα μέσω της Optima bank. Μέσα από μια διαφορετική φιλοσοφία, διαμορφώνουμε μια πρωτόγνωρη, βέλτιστη τραπεζική εμπειρία, προσφέροντας με τρόπο απλό και γρήγορο, εξατομικευμένα προϊόντα και υπηρεσίες που απαντούν στις ανάγκες κάθε πελάτη. Στόχος μας είναι να αποτελούμε έναν ουσιαστικό σύμμαχο για κάθε ιδιώτη που θέλει να επενδύσει τις οικονομίες του, αλλά και για κάθε επιχείρηση που θέλει να πάρει το μέλλον στα χέρια της. Με αυτόν τον τρόπο αποτελούμε ένα πραγματικό στήριγμα για την ελληνική οικονομία, προκειμένου να απελευθερώσει τις πραγματικές της δυνατότητες. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν είναι ένα κουτάκι στο οποίο πρέπει απλώς να κάνουμε τσεκ. Ακολουθεί ένα πολύ μεγαλύτερο σχέδιο και υπηρετεί έναν πολύ σημαντικότερο σκοπό. Στην Optima bank ο σκοπός αυτός εντοπίζεται στην παροχή της βέλτιστης εμπειρίας. Στη δημιουργία μιας τράπεζας που θα είναι κάθε φορά, ένα βήμα μπροστά από την εποχή της.

Παναγιώτης Τουρναβίτης
CEO της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας
Η συμπεριφορά των πελατών και η σχέση τους με την τράπεζα έχει αλλάξει άρδην και τα ζητούμενα για εκείνους δεν είναι απλώς μια απλοποιημένη τραπεζική εμπειρία, αλλά και μια συνεχής δυνατότητα να μπορούν να αλληλεπιδρούν με την τράπεζα τους κάθε στιγμη της ημέρας. Η εξυπηρέτηση πελατών και ο τρόπος που τη διαχειρίζεται μια τράπεζα είναι το πιο βασικό συστατικό επιτυχίας μιας τράπεζας, που πλέον έχει αναχθεί σε ένα πολυδιάστατο εργαλείο και περιλαμβάνει πολλές παραμέτρους. Αρχικά, οι πελάτες επιζητούν μια εξυπηρέτηση που θα γίνεται με απλό και γρήγορο τρόπο, ωστόσο θα πρέπει επίσης να τους δίνει τη δυνατότητα εναλλατικών επιλογών.

Παράλληλα, παρατηρούμε ότι ακόμα και παραδοσιακοί – και ίσως μεγαλύτεροι σε ηλικία – πελάτες είναι ανοιχτοί ή και επιζητούν διευρυμένα κανάλια τόσο στην εξυπηρέτηση τους όσο και στον τρόπο απόκτησης τραπεζικών προϊόντων.

Βλέπουμε λοιπόν πως υπάρχει μια εξίσωση της σύγχρονης τραπεζικής με το retail, καθώς πελάτης και καταναλωτής είναι ακριβώς το ίδιο πρόσωπο, αναζητώντας την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση που μπορεί να συγκριθεί με την εξυπηρέτηση ιδιωτικών retail επιχειρήσεων και μια παρόμοια εμπειρία αλληλεπίδρασης με την τράπεζα του.

Δημήτρης Στρογγυλόπουλος
Senior Director, Digital Banking Division στην Alpha Bank

Η πελατειακή βάση των τραπεζών έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς η κοινωνία εξοικειώνεται όλο και περισσότερο με την ψηφιακή πραγματικότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι προ πανδημίας, ένας στους τέσσερις πελάτες επέλεγαν να εξυπηρετηθούν από το φυσικό υποκατάστημα μιας τράπεζας, ενώ στη μεταπανδημική εποχή, και μόλις ενάμιση χρόνο μετά, πλέον μόλις 1 στους 8 εξακολουθεί να αναζητά τη φυσική παρουσία στην τράπεζα του. Παράλληλα, παρατηρούμε μια «έκρηξη» στην ζήτηση για τραπεζικά προϊόντα μέσω του web, αφού το 40% των πελατών της Alpha Bank πλέον προχωρούν στην αγορά υπηρεσιών και προϊόντων μέσω του web banking. Αυτή όμως η ψηφιακή ωριμότητα έχει και ένα άλλο αντίκτυπο, καθώς έχει κάνει πολύ λίγο ανεκτικό τον πελάτη στην καθυστέρηση ή την πολυπλοκότητα της εξυπηρέτησης του. Η έκθεση των καταναλωτών σε διεθνείς digital κολοσσούς όπως την Apple και την Amazon έχει «κακομάθει», αν επιτρέπεται ο όρος, τον καταναλωτή, καθώς απαιτεί την ίδια άμεση και απλοποιημένη διαδικασία και από το τραπεζικό του πάροχο. Αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες θα πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται customer service, να το απλοποιήσουν και να προσφέρουν μια εμπειρία χρήστη εφάμιλλη των μεγάλων διεθνών digital-first επιχειρήσεων.

Ιωάννης Τσαβδαρίδης
Chief Information and Digital Officer της Συνεταιριστικής Τράπεζας Ηπείρου
Το θέμα της κυβερνοασφάλειας στις τράπεζες είναι ίσως από τα πιο κρίσιμα, καθώς ο ψηφιακός μετασχηματισμός τόσο σε επίπεδο υπηρεσιών και προϊόντων όσο και σε επίπεδο εσωτερικών διεργασιών έχει καταστήσει τους οργανισμούς πιο εκτεθειμένους και ευάλωτους σε κυβερνοεπιθέσεις. Έχει παρατηρηθεί μάλιστα πως αυτές οι επιθέσεις έχουν αλλάξει σε ένταση, ρυθμό και τεχνολογικό επίπεδο, καθώς είναι πολύ πιο εξειδικευμένες και πιο ανθεκτικές σε σχέση με παλαιότερα. Αυτές οι εξελίξεις επιβάλουν στις τράπεζες να εξοπλιστούν με συστήματα που να μπορούν να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στις σύγχρονες ανάγκες της κυβερνοασφάλειας προκειμένου να προστατευτούν τόσο οι ίδιες όσο και οι πελάτες τους. Σίγουρα, βοηθά η υιοθέτηση μιας στρατηγικής που θα επιτρέπει σε έναν οργανισμό να θωρακίζεται ολιστικά σε όλο το φάσμα των διεργασιών της, και αυτό θα πρέπει να είναι προτεραιότητα για όλους. Το λάθος που γίνεται συχνά είναι να ρίχνουμε το βάρος της προσοχής μας στην τεχνολογική ανάπτυξη χωρίς παράλληλα να ενισχύεται η ασφάλεια των συστημάτων ή να θεωρούμε πως μια απλή θωράκιση είναι αρκετή για να ανακόψει τυχόν κακόβουλες επιθέσεις. Αυτό είναι μια νοοτροπία που μπορεί να στοιχήσει σε μια τράπεζα και άρα θα πρέπει να αναθεωρήσει τη στρατηγική της.

Σταυρούλα Καμπουρίδου
CEO της ΔΙΑΣ Α.Ε.
Η ανάγκη των πελατών των τραπεζών για άμεσες πληρωμές έχει οδηγήσει την ελληνικό τραπεζικό σύστημα να αγκαλιάσει το ευρωπαϊκό όραμα του TIPS, όπου οι πληρωμές πραγματοποιούνται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Οι τράπεζες έχουν ήδη αφουγκραστεί τις αλλαγές που έχουν επέλθει στην συμπεριφορά τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων, την εξοικείωση τους με τις ψηφιακές υπηρεσίες που προσφέρουν αμεσότητα και απλότητα στις τραπεζικές διαδικασίες, γι΄ αυτό και οι περισσότερες έχουν προσχωρήσει και υιοθετήσει το TIPS προκειμένου να προσφέρουν απρόσκοπτα άμεσες συναλλαγές. Μπορούμε να πούμε ότι ο σύγχρονος ψηφιακός πελάτης θέλει να μεταφέρει τα χρήματα του ακριβώς με την ίδια ταχύτητα που μπορεί να στέλνει ένα μήνυμα στο WhatsApp, και αυτό ακριβώς έρχεται να του προσφέρει το TIPS από τις αρχές της νέας χρονιάς. Οι τράπεζες έχουν στα χέρια τους πια τη δυνατότητα να αυτοματοποιήσουν τις διαδικασίες και να προσφέρουν μια εμπειρία χρήστη που θα ικανοποιήσει και τους πιο απαιτητικούς πελάτες. Είναι σαφές πως το TIPS θα προσφέρει μια σειρά από δυνατότητες που θα ωφελήσουν όχι μόνο τον τελικό καταναλωτή αλλά και τις επιχειρήσεις που στηρίζονται στις τράπεζες για να μπορέσουν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους και να προσφέρουν μια καλή εμπειρία χρήστη.

Πέτρος Καπασούρης
Γενικός Διευθυντής της Τειρεσίας Α.Ε.
Tο μεγαλύτερο μέρος των δεδομένων στην ανθρώπινη ιστορία έχει δημιουργηθεί τα τελευταία λίγα χρόνια και το σπουδαιότερο, ότι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι ο ρυθμός ανάπτυξή τους δεν αναμένεται να ισορροπήσει σύντομα. Έχει ήδη θεσμοθετηθεί το «open banking» όπου παρέχεται η δυνατότητα στους ιδιώτες ή σε επιχειρήσεις να διαθέτουν ψηφιακά και αυτοματοποιημένα τα τραπεζικά δεδομένα κινήσεως λογαριασμών που τους αφορούν όποτε και όπου αυτοί επιθυμούν. Διευκολύνεται έτσι η διάθεση και η χρήση τέτοιων πληροφοριών κατά περίπτωση, με πλήρη διαφάνεια, έλεγχο και όταν κατά την κρίση του δικαιούχου εξυπηρετείται ο σκοπός του. Αυτή η τάση συζητείται να διευρυνθεί σε «open finance». Το open finance είναι μια πιο γενικευμένη πλέον χρήση οικονομικών πληροφοριών, πάντα κατ΄ εντολή των ιδιωτών ή των επιχειρήσεων που τους αφορά. Γίνεται αντιληπτό ότι πλέον, κατά περίπτωση, είναι δυνατόν με την ακριβέστερη πληροφόρηση και τη βελτίωση της εκτίμησης της φερεγγυότητας και της πιστοληπτικής ικανότητας να διευρυνθεί σε περισσότερους η διαθεσιμότητα οικονομικών προϊόντων και υπηρεσιών αν και όποτε το επιλέξουν οι δικαιούχοι των πληροφοριών. Ενισχύονται οι οικονομικές επιλογές για την κάθε επιχείρηση ή ιδιώτη ενώ ταυτόχρονα βελτιώνεται η δυνατότητα να λαμβάνονται καλύτερες και ασφαλέστερες αποφάσεις.

Κωνσταντίνος Καλογεράκης
FinTech Innovation Director στην Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα από το 2019 μετασχηματίζεται από έναν παραδοσιακά δημόσιο οργανισμό σε μια fintech, καθώς έχει αφουγκραστεί τις ριζικές και σαρωτικές αλλαγές που φέρνει η τεχνολογία στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έχουμε περάσει στην εποχή του Web 3.0, το οποίο φέρνει περισσότερα data από ποτέ και έχει ως βασικό της εργαλείο την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό θεωρούμε ότι δίνει μια μεγάλη ευκαιρία στις τράπεζες, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ελληνικό επίπεδο, να μετασχηματίσουν τα λειτουργικά τους μοντέλα και να περάσουν σε μια νέα εποχή όπου θα αλλάξει ο ρόλος τους, μετατρέποντας τους από σημεία συναλλαγών σε εταιρείες παροχής δεδομένων αλλά και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Θα μπορούν να δημιουργήσουν νέα efficiencies σε επίπεδο ανταλλαγής αξιών, και θα γίνουν data intermediator, όπου θα γίνουν διαχειριστές δεδομένων σε decentralized περιβάλλον. Εμείς ως Αναπτυξιακή Τράπεζα έχουμε την ευκαιρία να στήσουμε κάτι που θα προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και θα αξιοποιήσουμε πολλές από τις τεχνολογίες που έρχονται στο προσκήνιο προκειμένου να περάσουμε στη νέα εποχή, μιας και είμαστε οργανισμός data aggregator. Έχουμε καταφέρει μέσα σε 2 χρόνια να εξυπηρετήσουμε ένα μεγάλο πλήθος πελατών, όπου τα δεδομένα αυτά είναι προφανώς αξιοποιήσιμα.

Ξενοφών Λιαπάκης: Η συνεχής βελτίωση των δεξιοτήτων στη νέα πραγματικότητα

Η συνεχής αλλαγή ρόλων και οργανωτικών δομών στον επαγγελματικό μας βίο αποτελεί πλέον μέρος της νέας εργασιακής μας κανονικότητας. Για τον λόγο αυτό όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η συνεχής βελτίωση και ανάπτυξη τόσο των hard όσο και των soft δεξιοτήτων και ικανοτήτων τους είναι αναπόφευκτη. Οι hard δεξιότητες είναι αυτές που αποκτώνται μέσω της κατάρτισης, της εκπαίδευσης και της εμπειρίας ενώ οι soft δεξιότητες θεωρούνται συχνά εγγενή χαρακτηριστικά του χαρακτήρα ενός ατόμου. Οι soft δεξιότητες είναι πολύ πιο δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν καθώς και να βελτιωθούν σε σχέση με τις hard δεξιότητες που σχετίζονται με την ικανότητα ενός ατόμου να εργάζεται τόσο σε ατομικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο.

Τα δύο είδη των soft skills
Από τη μια πλευρά, υπάρχουν soft δεξιότητες και ικανότητες με τις οποίες γεννιόμαστε όλοι, όπως η περιέργεια, η φαντασία, η δημιουργικότητα, η ενσυναίσθηση και η ανθεκτικότητα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι δυνατότητες δεν μεταβάλλονται, αντιθέτως μπορούν να καλλιεργηθούν μέσω της εμπειρίας και της άσκησης. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν soft δεξιότητες και ικανότητες που μπορούν να αναπτυχθούν και να βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου, όπως η προσαρμοστικότητα και η κριτική σκέψη, η ομαδικότητα, η κοινωνικότητα και η συναισθηματική νοημοσύνη. Δεξιότητες που οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν μέσω της εμπειρίας και της πρακτικής.

Με απλά λόγια, τα hard skills είναι τεχνογνωσία, ενώ τα soft skills είναι προσωπικές συνήθειες και χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τον τρόπο λειτουργίας μας στην καθημερινή μας εργασία.
Όλοι οι οργανισμοί έχουν συνειδητοποιήσει ότι η υιοθέτηση πρακτικών συνεχούς βελτίωσης τους βοηθά να προσαρμοστούν ταχύτερα στη νέα εποχή, να βελτιώσουν την παραγωγικότητα των ομάδων τους και να γίνουν πιο καινοτόμοι. Αναγνωρίζουν την προσφορά των επί σειρά ετών εργαζομένων τους και υιοθετούν και προχωρούν, ως προς την βελτίωση των hard skills τους, σε μια σειρά από upskilling και reskilling προγράμματα τα οποία στοχεύουν, μέσω της διαρκούς εκπαίδευσης, στην αναβάθμιση της τεχνογνωσίας τους ώστε να μπορούν να καλύψουν τους νέους ρόλους και τις ανάγκες που συνεχώς δημιουργούνται.

Παράλληλα σχετικά με τα soft skills χρησιμοποιούν προηγμένα μοντέλα αξιολόγησης χαρακτηριστικών προσωπικότητας, όπως το OCEAN ή το CANOE, είτε κατά τη διαδικασία επιλογής του νέου προσωπικού τους είτε για να βοηθήσουν το υπάρχον προσωπικό τους να τα αναγνωρίσει, να τα ποσοτικοποιήσει, να τα καλλιεργήσει, να τα αναπτύξει ή να τα βελτιώσει.

Χαρακτηριστικά των soft skills
Υπάρχουν πολλών ειδών προσωπικά χαρακτηριστικά που αποτελούν τα soft skills και που συνθέτουν το προφίλ ενός εργαζόμενου. Μερικά από αυτά είναι τα ακόλουθα.

Openness: Να είσαι intellectual, να έχεις φαντασία, διορατικότητα, να δοκιμάζεις νέα πράγματα και εμπειρίες, να σκέφτεσαι έξω από το κουτί και να έχεις περιέργεια.

Conscientiousness: Να οργανώνεις και να εφαρμόζεις τα πλάνα που καταστρώνεις με αποτελεσματικότητα, να έχεις ευσυνειδησία, φιλοδοξίες, επιμέλεια, αυτοπειθαρχία, συνέπεια και αξιοπιστία.

Extraversion: Να έχεις εξωστρέφεια και κοινωνικότητα, να μην φοβάσαι να εκτίθεσαι, να επικοινωνείς και να συνδέεσαι και φυσικά να έχεις αυτοπεποίθηση.

Agreeableness: Να μην έχεις δική σου agenda, να μην βάζεις τις ανάγκες σου πάνω από τις ανάγκες των άλλων, να έχεις καλοσύνη, συμπόνια, διάθεση συνεργασίας, πίστη, διάθεση να βοηθήσεις και να συμβιβαστείς όποτε αυτό χρειαστεί.

Neuroticism: Να μην έχεις συναισθηματική αστάθεια, απαισιοδοξία, υπερβολικό και μη ελέγξιμο άγχος, ανασφάλεια, αυτοκαταστροφική σκέψη, εμμονές και φόβους.

Οι letter-shaped κατηγορίες
Οι soft και hard δεξιότητες και ικανότητες είναι αυτές που κατατάσσουν τους εργαζόμενους σε ποια letter-shaped κατηγορία ανήκουν. Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι οι:

I-shaped: έχουν βαθύτερη γνώση και εμπειρία σε έναν τομέα, αλλά δεν έχουν το εύρος εμπειρίας και την ικανότητα να επικοινωνούν τόσο καλά με τους υπόλοιπους, όπως έχει ένας Τ-shaped εργαζόμενος.

T-shaped: είναι τα κλασικά ευέλικτα μέλη της ομάδας, με εξειδίκευση μεν αλλά έχουν επιπλέον μια σειρά έξτρα δεξιοτήτων όπως η πιο ανοιχτή και καλύτερη επικοινωνία μεταξύ cross-functional ομάδων, ισχυρότερο κοινό όραμα για τους επιχειρηματικούς στόχους, τη συνεργασία και τη δημιουργική καινοτομία. Διαπρέπουν στις βασικές τους ευθύνες και εκτελούν έξτρα καθήκοντα εξίσου αποτελεσματικά. Επιπλέον, διαθέτουν γνωστικές δεξιότητες όπως συναισθηματική νοημοσύνη και δημιουργικότητα. Η ικανότητά τους να συνεισφέρουν γενικότερα στη λύση προβλημάτων ενισχύει τη παραγωγικότητα ενός οργανισμού.

Π-shaped: έχουν δύο ξεχωριστούς τομείς βαθιάς εξειδίκευσης συνδυάζοντας τα ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά ενός Τ-shaped και ενός Μ-shaped εργαζομένου, δημιουργώντας ένα πραγματικά προσαρμοστικό εργαζόμενο.

Η-shaped: έχουν σε βάθος εξειδίκευση και τεχνογνωσία σε δύο τομείς, ενώ η οριζόντια γραμμή είναι η ικανότητα να συνδυάζουν αυτές τις δύο περιοχές δημιουργώντας συμπληρωματική αξία.

Μ-shaped: έχουν δύο κάθετες ράβδους που σημαίνει περισσότερες από μία εξειδικεύσεις, τα οποία τους κάνουν να είναι πιο ευέλικτα, ενημερωμένα και υψηλών επιδόσεων μέλη διαλειτουργικών ομάδων από ένα Τ-shaped μέλος.

Υ-shaped: έχουν μια design ειδικότητα και επιπλέον έχουν τις δεξιότητες που επιτρέπουν στους σχεδιαστές να επικοινωνούν αποτελεσματικά και να συνεργάζονται με επαγγελματίες πέρα από τον ειδικό τομέα τους.

Ε-shaped: έχουν εξειδίκευση σε διάφορους τομείς, ειδικές δεξιότητες στην εκτέλεση ενώ είναι και πολύ εξερευνητικά μυαλά. Είναι πρόθυμοι να εξερευνήσουν για να ικανοποιήσουν την περιέργειά τους και να αναλάβουν το ρίσκο για να εκτελέσουν νέες ιδέες, να τις μετατρέψουν σε πραγματικότητα και να καινοτομήσουν.

Comb-shaped: έχουν πολλαπλούς, αλλά όχι σε βάθος, τομείς εξειδίκευσης που τους δίνουν την ικανότητα σε έναν όλο και πιο περίπλοκο, διασυνδεδεμένο και αλληλεξαρτώμενο κόσμο να συνεργάζονται καλύτερα και συχνά να είναι πιο πολύτιμοι από έναν ειδικό.

Ζ-shaped: που κάνουν ζιγκ-ζαγκ μεταξύ των ατομικών δεξιοτήτων και της μάθησης, με δυνατότητα να ξε-μαθαίνουν και να μαθαίνουν εκ νέου, καθώς περνούν εύκολα από το ένα έργο ή έναν ρόλο στον άλλο. Άλλωστε μη ξεχνάμε ότι η πιο σημαντική πρόκληση της νέας ψηφιακής εποχής που ζούμε είναι η ικανότητα γρήγορης προσαρμογής μας στη νέα τεχνολογία.

Χ-shaped: έχουν βαθιά εξειδίκευση, αλλά το βάθος του συνόλου των δεξιοτήτων τους είναι λιγότερο σημαντικό από τη συναισθηματική τους νοημοσύνη και τις ηγετικές τους ικανότητες που επικεντρώνονται κυρίως στη στρατηγική και τη διαχείριση της ομάδας. Με λίγα λόγια αυτό είναι το σχήμα της «εκτελεστικής» δεξιότητας και υπογραμμίζει την ικανότητα του ατόμου να χαράσσει στρατηγική, να οδηγεί, να εμπνέει και να παρακινεί την ομάδα.

Νέα επιχειρηματική κουλτούρα βελτίωσης των δεξιοτήτων
Το σίγουρο είναι ότι όλες οι παραπάνω κατηγορίες εργαζομένων χρειάζονται σε ένα οργανισμό, ανάλογα με το είδος της ομάδας που θα μετέχουν, τον ρόλο που θα κληθούν να υπηρετήσουν καθώς και το προϊόν που θα διαχειριστούν. Οι δε hard και soft δεξιότητες που χαρακτηρίζουν την κάθε μια από τις παραπάνω κατηγορίες, βελτιώνονται και αναπτύσσονται μέσω των κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

Ανταποκρινόμενοι στη νέα αυτή πραγματικότητα, οι περισσότεροι οργανισμοί χτίζουν μια κουλτούρα/νοοτροπία συνεχούς βελτίωσης, προγραμματίζοντας για τους υπαλλήλους τους που έχουν τη δυνατότητα να βελτιωθούν, τα κατάλληλα προγράμματα που έχουν σχέση με leadership, coaching και mentorship καθώς επίσης και αναβάθμισης των γνώσεων και δεξιοτήτων τους μέσω up-skilling και re-skilling προγραμμάτων.

Κλείνοντας, τόσο οι ιδιώτες όσο και οι οργανισμοί, έχουν συνειδητοποιήσει ότι δεδομένης της ταχύτητας με την οποία αλλάζει ο κόσμος γύρω μας, η συνεχής βελτίωση των γνώσεων, δεξιοτήτων και δυνατοτήτων τους αποτελεί τον game changer εκείνο που τους δίνει τη δυνατότητα να προσαρμόζονται με ταχύτητα στα νέα δεδομένα και τις προκλήσεις που παρουσιάζονται.

Quo Vadis, Fintech?

Πολλοί λένε -και η εμπειρία έχει δείξει πως έχουν δίκιο- ότι σε δύσκολους και ανήσυχους καιρούς, σαν τους σημερινούς, τις λύσεις στα νέα προβλήματα και ανάγκες που προκύπτουν σε μια αγορά, συνήθως τις δίνει το πιο δυναμικό και ευέλικτο κομμάτι της. Στον χρηματοοικονομικό τομέα, στις μέρες μας, αυτό είναι οι fintech, μικρές κατά κανόνα εταιρίες που συνεισφέρουν καινοτόμες ιδέες, ανοίγοντας νέους δρόμους. Σ’ αυτές πέφτει ο «κλήρος» να προτείνουν τις λύσεις που θα αξιοποιήσουμε στην εποχή της «νέας κανονικότητας» και σ’ αυτές θα προστρέξουμε για emerging trends και emerging tech. Άραγε, πού πηγαίνει (όπως ερωτά ο κλασικός λατινικός -και διάσημος κινηματογραφικός- τίτλος) η χρηματοοικονομική τεχνολογία, το ’22 και τα επόμενα χρόνια;

Ανθολογήσαμε τις κατά τη γνώμη μας σημαντικότερες τάσεις σχετικά με τις fintech, απ’ όσες έχουν κάνει την εμφάνισή τους τις τελευταίες εβδομάδες στη διεθνή ειδησεογραφία, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι αρκετές από αυτές δεν θα επικρατήσουν: άλλες θα ατονήσουν στην πορεία επηρεασμένες από απρόβλεπτους παράγοντες κι άλλες θα μεταλλαχθούν σε κάτι διαφορετικό, που όμως προσφέρει καλύτερες λύσεις.

Κάποιες άλλες, όμως, θα εξελιχθούν σε mainstream, θα περάσουν στην καθημερινότητά μας και θα γίνουν μέρος της. Με κύριους άξονες την ακόμα καλύτερη αξιοποίηση των δεδομένων, προφανώς με τη βοήθεια Τεχνητής Νοημοσύνης, Μηχανικής Μάθησης και Analytics, την αδιαπραγμάτευτη φροντίδα για βέλτιστη εμπειρία του χρήστη και την ολοένα εντονότερη απουσία μετρητών (έχουν δει το φως τη δημοσιότητας έρευνες που προβλέπουν cashless society για τη Σουηδία κι άλλες Βόρειες χώρες από το ’23, με το Ηνωμένο Βασίλειο να ακολουθεί ως το ’26), οι fintech έχουν μπροστά τους πεδίο δόξης λαμπρό.

Έχοντας ως «προίκα» από την απελθούσα χρονιά άφθονη χρηματοδότηση και «λαϊκή στήριξη» που εκδηλώθηκε (ας όψεται η πανδημία) με την εκθετική αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου και των ψηφιακών πληρωμών σε εθνικό και διασυνοριακό επίπεδο, οι fintech πρέπει πλέον να δώσουν πρακτικές λύσεις σε θέματα όπως οι ψηφιακές πληρωμές Β2Β σε πραγματικό χρόνο, υπό καθεστώς πλήρους ασφάλειας και συμμόρφωσης με το «φρέσκο» κανονιστικό πλαίσιο.

Στον χώρο του B2C, επίσης, πρέπει να δοθούν μέσα στη χρονιά ανάλογες ικανοποιητικές λύσεις στο θέμα του embedded finance, δηλαδή της ενσωμάτωσης εύκολης και απόλυτα φιλικής προς τον χρήστη λύσης για την αποστολή και λήψη χρημάτων, σχεδόν σε πραγματικό χρόνο. Αμφότερα θα ανοίξουν το δρόμο για το open banking, την ανοικτή τραπεζική, η οποία θα μετασχηματίσει όλον τον κλάδο – ως προς αυτό, όμως, έχουμε ακόμα αρκετό δρόμο, καθώς φαίνεται.

Με το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο να «σηκώνει ατμό» και τις digital-only τραπεζικές συναλλαγές να πυκνώνουν, το επόμενο βήμα (πολλοί λένε πως το «πόδι» έχει ήδη σηκωθεί και είναι μετέωρο) δεν είναι άλλο από την ολοένα μεγαλύτερη χρήση του blockchain, ως ανάχωμα απέναντι στην ηλεκτρονική απάτη, μέσο καλύτερου-αμεσότερου ελέγχου και απάντηση σε κρίσιμες κανονιστικές απαιτήσεις. Προφανώς, σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις θα παίξει η αξιοποίηση όλου του περί την Τεχνητή Νοημοσύνη οικοσυστήματος (βλέπε Μηχανική Μάθηση και Robotic Process Automation), όπως και η υιοθέτηση από οργανισμούς και επιχειρήσεις λύσεων Platform-as-a-Service, που θα συμβάλουν στην αναβάθμιση του επιπέδου συνεργασίας, αλλά και στην καλύτερη διαχείριση των πόρων, των πληρωμών και των πιστωτικών κινδύνων.

Τέλος, φέτος και τα επόμενα χρόνια θα δούμε να διαμορφώνονται ακόμα ισχυρότερες -κι όχι απλώς ευκαιριακές- συνέργειες μεταξύ τραπεζών και fintech, με τις τελευταίες να δίνουν λύσεις και στον χώρο του payroll, όπως ήδη δίνουν στις αγορές με τη λογική του Buy-Now-Pay-Later, ενώ προβλέπεται απογείωση και στις πληρωμές μέσω κινητού. Κι αν για κάποιες τάσεις υπάρχουν αμφιβολίες και δισταγμοί, για κάτι άλλο δεν υπάρχει αμφιβολία: η πλήξη θα είναι φέτος άγνωστη λέξη.

Agile Banking: Τo μέλλον απαιτεί ευελιξία

Βασικός παράγοντας κλειδί για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του banking είναι οι τραπεζικοί οργανισμοί να αγκαλιάσουν την agile μεθοδολογία» δήλωσε πρόσφατα η Jennifer Borchardt, Vice President of User Experience & Strategy της U.S. Bank και της Wells Fargo. Εντοπίζοντας μάλιστα την ανάγκη για τη δυναμική του agile «όχι μόνο στην ανάπτυξη των τραπεζικών software προϊόντων αλλά και ολόκληρης της τραπεζικής λειτουργίας στο σύνολο της, ώστε να επιτυγχάνονται οι αντικειμενικοί στόχοι καλύτερα και γρηγορότερα».

Οι δηλώσεις έρχονται όχι πολύ μετά την διαπίστωση της ΜcKinsey ότι το agile, όχι μόνο δεν είναι πια συστατικό αποκλειστικά της ΙΤ μεθοδολογίας, αλλά προκύπτει και ως ιδανικό εργαλείο banking management, υποσχόμενο όπως ανέφερε σε δημοσίευμα του, να μειώσει, μέχρι και πέντε φορές το time to market, βελτιώνοντας την εστίαση στα pain point των πελατών και αυξάνοντας την αποδοτικότητα όπως ακριβώς κάνει χρόνια με το ΙΤ management.

Όπως μάλιστα υπερθεματίζει και ο Dennis Gala του CIO Magazine «η agile κουλτούρα πρέπει να αναπτύσσεται σε ολόκληρους οργανισμούς και όχι μόνο στις innovation teams, όχι για να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε καινοτομία, αλλά για να βρίσκονται μπροστά από τις εξελίξεις και όχι πίσω τους».

Το agile banking είχε ήδη κάνει εντυπωσιακή είσοδο στις συζητήσεις του τραπεζικού οικοσυστήματος, από όταν η JP Morgan Chase & Co, -των 2,5 τρισεκατομμυρίων assets παγκοσμίως και με πελατολόγιο που καλύπτει σχεδόν το 50% των αμερικανικών νοικοκυριών- στρεφόταν σε αυτό για να επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό της. Εσχάτως όμως έχει γίνει το δυνατότερο buzzword στο χώρο του digital banking. Γιατί;

Banking μεταξύ fintech και lockdown συμπληγάδων
Αρκετά πριν την πανδημία, το banking βρισκόταν ήδη υπό επίθεση από τις fintechs. Οι τράπεζες -όπως οι περισσότεροι παραδοσιακοί επιχειρηματικοί κολοσσοί που βασίζονταν σε ανάλογα brick and mortar δίκτυα- έχασαν το μεγαλύτερο πλεονέκτημα που αυτά τους έδιναν, όταν ο ψηφιακός τρόπος ζωής διέρρηξε τα business model στεγανά τους. Με την έλευση των lockdown, από την μία ο χαρακτήρας του επιδημικού κατεπείγοντος και από την άλλη η επέλαση των ανταγωνιστικών fintech -που έβγαζαν apps πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι στα συμβόλαια χρηματοδότησης τους- έδειξαν ότι το μόνο που οι τράπεζες δεν έχουν είναι το πολυτιμότερο αγαθό που υπάρχει: χρόνο.

Το παραδοσιακό banking προσπαθούσε από την μία να προλάβει λαχανιασμένο τους «εκ γενετής» ψηφιακούς ανταγωνιστές του και από την άλλη να διαφυλάξει την νοοτροπία διοίκησης ενός old school υπερ-οργανισμού, με την τσιμεντένια ιεραρχία, τον κεντρικό έλεγχο και τον από τα επάνω σχεδιασμένο ψηφιακό μετασχηματισμό.

Ο οποίος συνήθως επέβαλε την ψηφιοποίηση μιας «παλιάς καλής αναλογικής διαδικασίας» αντί τη δημιουργία ενός εξολοκλήρου νέου προϊόντος, σε μια digital first φιλοσοφία.

«Καθώς οι τράπεζες αντιμετωπίζουν διαρκώς διαταραχές και ανακατατάξεις στα περιβάλλοντα όπου δραστηριοποιούνται, θα περίμενε κανείς ότι μέχρι τώρα θα είχαν “λεπτή σιλουέτα” (χωρίς περιττός λίπος), θα ήταν “ευέλικτες” και “ευκίνητες” σε ότι έχει να κάνει με την προσαρμοστικότητά τους στις ανάγκες των πελατών τους» σχολιάζει ο Δρ. Βασίλης Α. Μασούλας, MSc, MBA, MPhil, Agile Lean Six Sigma Master Coach, της ειδικευμένης στο agile management συμβουλευτικής εταιρείας Changeland. «Η πραγματικότητα είναι διαφορετική: η κουλτούρα των τραπεζών αποτρέπει τις απαραίτητες αλλαγές και χωρίς εξωτερική βοήθεια, φαίνεται να υστερούν σε σχέση τόσο με τις ανάγκες της αγοράς όσο και με τον ανταγωνισμό νέων παρόχων τραπεζικών υπηρεσιών».

Σύμφωνα με την εμπειρία του, όλες οι τράπεζες που συνεργαστήκαν με την Changeland στον agile μετασχηματισμό τους, τον υιοθέτησαν διότι συνειδητοποίησαν ότι η agile είναι μια ουσιαστική προσέγγιση για να γίνουν πολύ πιο αποτελεσματικές, αποδοτικές και ανταγωνιστικές.

Ήξεραν ότι η προσέγγιση που έως τότε ακολουθούσαν οδηγεί σε επένδυση τεράστιας προσπάθειας για την κατασκευή αχρησιμοποίητων εφαρμογών λογισμικού και δομών. Στην παραγωγή και προσφορά μηδαμινής αξίας προς τον πελάτη όταν ένα έργο διακόπτεται στα μισά του δρόμου λόγω αλλαγής προτεραιότητας.

Σε απογοητευμένους εργαζόμενους με αρνητική διάθεση, που αντιμετωπίζονται ως μηχανές, με έμφαση στη μεγιστοποίηση της αξιοποίησής τους και πολύ χαμηλή απόδοση. Από “μικροδιευθυντές” που είναι απασχολημένοι στο να χειραγωγούν τους υπαλλήλους τους και να ελέγχουν τις καθημερινές τους δραστηριότητες, αντί για εξυπηρετικούς ηγέτες που εκπέμπουν όραμα και ασχολούνται με την οικοδόμηση της στρατηγικής και των δομών που χρειάζονται για το μέλλον.

Τι είναι όμως το Agile Banking;
Οι ρίζες του φτάνουν πίσω στο ξεκίνημα της παντοκρατορίας της Silicon Valley και είναι εξέλιξη του τρόπου που μικρές ομάδες -πολύ συχνά απλές παρέες- από αντισυμβατικούς τύπους δοκίμαζαν εξίσου αντισυμβατικές μεθόδους και τεχνολογίες. Χωρίς να δίνουν δεκάρα για τις «επίσημες στρατηγικές» και «βέλτιστες επιχειρηματικές μεθόδους» των υπαρχόντων κεντρικά ιεραρχημένων βιομηχανιών.

Εξερευνώντας συνεχώς νέους δρόμους, με «trial and error» προσεγγίσεις που θα μας οδηγούσαν σε αυτό που σήμερα ζούμε ως ψηφιακό σύμπαν και διαταράσσοντας στην πορεία κάθε γνωστή ισορροπία, σε κάθε υπάρχουσα βιομηχανία στην οποία εισέβαλαν.

Απόλυτα φυσιολογικό σαν πρακτική, αφού όταν άνοιγαν πρώτοι έναν νέο δρόμο στο άγνωστο μέχρι τότε τοπίο, δεν απέκλειαν εντελώς το ενδεχόμενο να πάρουν λάθος κατεύθυνση και να πρέπει να ξαναξεκινήσουν προς μια νέα, αντί να ακολουθήσουν την λάθος ως το τέλος. Ξανά και ξανά.

Τι «ακριβώς» είναι όμως το agile; Μεθοδολογία, φιλοσοφία ή πρακτική; Για τον Βασίλη Μασούλα είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος σκέψης, μια νοοτροπία, η οποία μόλις υιοθετηθεί, μπορεί να μεταφραστεί σε όλα τα παραπάνω. «Όταν πρωτοεμφανίστηκε, το Agile Manifesto παρείχε έναν νέο τρόπο σκέψης που, ειδικά για τις τράπεζες, απαιτούσε επανεξέταση σε διαφορετικά επίπεδα» μας εξηγεί.

Στην agile νοοτροπία όπως την αναλύει, η εστίαση σε ομάδες και σε επικοινωνία υψηλής ποιότητας αποδίδουν καλύτερα αποτελέσματα από τις αυστηρές διαδικασίες και τα καλά καθορισμένα εργαλεία. Ο πειραματισμός και η βιωματική μάθηση είναι πολυτιμότερη για τη γρήγορη εξεύρεση λύσεων από την ολοκληρωμένη τεκμηρίωση. Η οικοδόμηση συνεργατικής σχέσης με (εσωτερικούς και εξωτερικούς) πελάτες, έχει μεγαλύτερη αξία από μια λεπτομερή και νομικά άρτια σύμβαση. Η έγκαιρη προσαρμογή στην αλλαγή, είναι πολύ πιο αποτελεσματική από την τυφλή εκτέλεση ενός προκαθορισμένου σχεδίου.

Βασισμένο στην lean μεθοδολογία, το agile επικεντρώνεται στην σύντομη παράδοση αξίας (βασισμένη στις πραγματικές ανάγκες του πελάτη). Αναζητά συνέχεια μονοπάτια για συχνή ανατροφοδότηση, ενθαρρύνει την συνεχή βελτίωση και ενδυναμώνει την ομάδα στον ηγετικό τρόπο σκέψης, πάντα με τη χρήση σύνθετων διαδικασιών πληροφορικής και R&D που οπτικοποιούν διεργασίες και αποτελέσματα, ώστε να μπορούν να παρακολουθούν και να αξιολογούν την εξέλιξη κάθε project.

Στο banking αυτό μεταφράζεται στο να γίνουν όλοι πιο ευέλικτοι και ευκίνητοι και συνεπάγεται ότι οι οργανισμοί μπορούν να προσαρμοστούν γρήγορα, αβίαστα, στην οποιαδήποτε απαιτούμενη αλλαγή.

«Ο γρήγορος πειραματισμός γίνεται ένας προτιμώμενος τρόπος εργασίας. Ωστόσο, για να υιοθετήσουν πραγματικά αυτήν την προσέγγιση, οι διευθυντές, λειτουργώντας ως ηγέτες, θα πρέπει να εκτιμούν την εξερεύνηση και να εμπιστεύονται τους υπαλλήλους τους να πειραματίζονται, και να μαθαίνουν συνεχώς από τα λάθη τους» εξηγεί ο Βασίλης Μασούλας.
Συμπληρώνοντας ότι ακόμα οι εργαζόμενοι πρέπει να αισθάνονται ότι μπορούν να πειραματιστούν, και ότι είναι αποδεκτό ότι άλλοτε θα πετύχουν, ενώ άλλοτε θα αποτύχουν χωρίς αρνητικές συνέπειες για αυτούς.

Αλλά και η ηγεσία της επιχείρησης και οι ομάδες ανάπτυξης αλληλοεπιδρούν στενά προκειμένου να ορίζουν διαρκώς νέα τέτοια πειράματα.

Σοφία Δράκου, Alpha Bank
Συζητάμε “τι θέλει ο τελικός πελάτης; Ένα δάνειο εύκολα και απλά από όποιο κανάλι και αν επιλέξει”. Και ξεκινάμε ρωτώντας “τι κάνουμε για αυτό;”. Eίναι ένα περίπλοκο πρόβλημα και ιδιαίτερα σύνθετο έργο να καλύψεις end to end μια τέτοια «απλή» ανάγκη

Ο πελάτης στο κέντρο του agile σύμπαντος
Η «εκ των έσω» των τραπεζικών πυλών άποψη της Σοφίας Δράκου, Senior Digital Product Owner των Digital Innovation Τeams της Alpha Bank, όπως ακούστηκε και στο 19ο Bank Management Conference της Boussias τον επιβεβαιώνουν. Αλλά εστιάζουν και στην πραγματική αφετηρία κάθε agile banking ταξιδιού: την εκάστοτε ανάγκη του πελάτη.

«Ο agile τρόπος δουλειάς προωθεί πάρα πολύ τον διάλογο και την επικοινωνία μεταξύ των ομάδων, κάτι που φαίνεται πραγματικά στον τρόπο δουλειάς και κάνει πραγματική διαφορά στην καθημερινότητα των εργαζομένων. Και είναι αυτό που δημιουργεί και ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης και ασφάλειας που τους ενδυναμώνει ώστε να έρθουν και να προτείνουν καινοτόμες λύσεις για να καλύψουμε την ανάγκη του πελάτη. Γιατί τελικά όλα κινούνται γύρω από την ανάγκη ενός πελάτη και συνήθως οι ανάγκες του πελάτη είναι μια λέξη: «θέλω να ανοίξω έναν λογαριασμό» ή «θέλω να πάρω ένα δάνειο» εύκολα και απλά. Πολύ εύκολο να το πει κάποιος, πολύ δύσκολο για μια τράπεζα να συντονιστεί και να προκαλέσει, να οργανωθεί και να καλύψει αυτό το πολύ «απλό» πράγμα» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

«Όταν ξεκινάμε να πιάσουμε ένα customer journey, για παράδειγμα το δάνειο, ξεκινήσαμε να συζητάμε “τι θέλει ο τελικός πελάτης;
Ένα δάνειο εύκολα και απλά από όποιο κανάλι και αν επιλέξει”. Και ξεκινάμε ρωτώντας “τι κάνουμε για αυτό;”. Eίναι ένα περίπλοκο πρόβλημα και ιδιαίτερα σύνθετο έργο να καλύψεις end to end μια τέτοια «απλή» ανάγκη. Πως το έχουμε κάνει μέχρι τώρα; Ακολουθώντας τον agile τρόπο δουλειάς» εξηγεί με αμεσότητα.

Σε αυτή την πορεία εντοπίζει μάλιστα τα βασικά σημεία που η ομάδα της μαθαίνει την τριβή με τον agile τρόπο δουλειάς. «Όταν μιλάμε για end to end customer journey το agile αποτελεί τον βέλτιστο τρόπο για να δουλέψεις. Απαιτεί δυνατές και δυναμικές ομάδες, όπου οι υπάλληλοι πρέπει ν νιώθουν ενδυναμωμένοι να έχουν λόγο και να βγουν μπροστά να εκπροσωπήσουν τον εκάστοτε χώρο τους και να προτείνουν μία λύση με στόχο πάντα την ικανοποίηση του τελικού πελάτη. Από την άλλη πρέπει όλοι -και οι συμμετέχοντες και οι stakeholders και οι sponsors του έργου- να μπορούν να αποδεχτούν ότι είναι αδύνατον να ξέρουμε τα πάντα από την αρχή.

Πρέπει να μπορούν να νιώθουν ασφαλείς μέσα στην ασάφεια που έχει ένα τόσο σύνθετο έργο». Η ερώτηση που φυσικά προκύπτει όπως αναγνωρίζει και η ίδια είναι «πως προσπερνάμε αυτή την ασάφεια με τρόπο που να μη νιώθουμε εκτεθειμένοι;». Και η απάντηση θα μπορούσε να είναι μονολεκτική. «Δοκιμάζοντας. Δεν πρέπει να φοβόμαστε να κάνουμε πειράματα. Δοκιμάζουμε κάτι και αν δεν πετύχει περνάμε στην επόμενη λύση, μαθαίνοντας κάτι από το προηγούμενο. Από εκεί και πέρα η συμμετοχή του πελάτη είναι κριτικής σημασίας στην επιτυχία κάθε έργου. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να τον εμπλέκουμε στη διαδικασία ήδη από τα wireframes, από τα πρωτόλεια, για να πάρουμε άμεσα το feedback του και να προσαρμοζόμαστε, ενώ σε κάθε τι που φτιάχνουμε δεν πρέπει να ξεχνάμε το αρχικό pain point. “Αυτό το καινούργιο πράγμα που φτιάχνω έρχεται να νικήσει το pain point που είχε ο πελάτης όταν ξεκίνησα;».

Υπογραμμίζει βέβαια ότι πρέπει όλοι εξ αρχής να αποδεχθούν ότι δεν θα μπορέσουν ποτέ να καλύψουν “day -one” όλες τις ανάγκες και πάντα πρέπει να κάνουν focus σε ένα πράγμα. «Για να μπορέσουμε να βγάλουμε κάτι γρήγορα στην παραγωγή -το minimum viable product- να το δώσουμε για να πάρουμε πίσω feedback. Άρα το θέμα της προτεραιοποίησης έρχεται πάρα πολύ ψηλά στην ατζέντα των agile έργων. Φυσικά ο ρόλος των stakeholders είναι κριτικής σημασίας αφού είναι αυτοί που θα επιταχύνουν το έργο που θα λύσουν τα τυχόν προβλήματα που θα παρουσιαστούν και είναι αυτοί που θα κρατήσουν και το involvement όλων των μελών των ομάδων ενεργό» εξηγεί.

«Και εννοείται ότι τίποτε από όλα αυτά δεν έχει κανένα νόημα αν δεν φροντίσουμε να τα μετρήσουμε» συνεχίζει. «Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αποδείξουμε πως ότι κάναμε ικανοποίησε και είχε νόημα για τον πελάτη αν δεν αφιερώσουμε προσπάθεια και χρόνο, ώστε από την αρχή να στήσουμε ένα σύστημα μέτρησης για να παρακολουθούμε τα KPIs μας».

Τονίζει μάλιστα ότι ειδικά για έργα μετασχηματισμού που αφορούν στις end to end διαδικασίες εξυπηρέτησης, ο agile τρόπος δουλειάς είναι ο ιδανικός. «Για να έρθεις κοντά στον πελάτη και να καταλάβεις τι θέλει και τελικά είναι ο πιο ασφαλής τρόπος για να του δώσεις αυτό που θέλει. Γιατί τελικά αυτό που θέλει είναι μια εμπειρία. Είναι πολύ σημαντικό ότι ο agile τρόπος δουλειάς σε κάνει να αποφύγεις αυτό που δεν θέλουμε. Να κάνεις απλό digitalization μιας υφιστάμενης κατάστασης διαδικασίας στο κατάστημα. Θέλουμε να φύγουμε από αυτό. Δεν είμαστε πια στην εποχή που κάναμε απλά ψηφιοποίηση, είμαστε στην εποχή που δημιουργούμε εμπειρίες. Digital εμπειρίες».

Βασίλης Μασούλας, ChangeLand
H κουλτούρα των τραπεζών αποτρέπει τις απαραίτητες αλλαγές και χωρίς εξωτερική βοήθεια, φαίνεται να υστερούν σε σχέση τόσο με τις ανάγκες της αγοράς όσο και με τον ανταγωνισμό νέων παρόχων τραπεζικών υπηρεσιών

Τα θετικά και τα αρνητικά
Ένα από τα βασικότερα πλεονεκτήματα του agile banking είναι το διαρκές feedback με τους πελάτες. Όπως μας εξηγεί ο Βασίλης Μασούλας σε μία από τις τραπεζικές εφαρμογές (banking apps) για παράδειγμα, οι πελάτες ενθαρρύνονται να υποβάλουν προτάσεις βελτίωσης. Κάθε εβδομάδα οι προτάσεις φιλτράρονται και ιεραρχούνται. Οι επιλεγμένες προτάσεις νέων χαρακτηριστικών της εφαρμογής οδηγούνται αμέσως στη φάση ανάπτυξης.

Οι πελάτες των οποίων η πρόταση απορρίφθηκε ειδοποιούνται. Παράλληλα, όταν τα νικητήρια χαρακτηριστικά ενσωματωθούν στην εφαρμογή (συνήθως εντός δύο εβδομάδων), τα χαρακτηριστικά αυτά παίρνουν το όνομα του πελάτη που τα πρότεινε.

Έτσι η ικανότητα του οργανισμού να δημιουργεί πραγματικό διάλογο με τους πελάτες του και τις ανάγκες τους παρέχει πολλά πλεονεκτήματα. Φέρνει τους πελάτες πραγματικά στο επίκεντρο. Το νιώθουν και το ξέρουν. Το προϊόν είναι αυστηρά προσαρμοσμένο στις ανάγκες της αγοράς. Η ομάδα πίσω από αυτό είναι ενθουσιώδης – ξέρει «γιατί».

Παρόλα αυτά υπάρχουν και μειονεκτήματα. «Το κύριο μειονέκτημα του γρήγορου πειραματισμού είναι η ανάγκη “αναίρεσης” ή “επαναφοράς”, όταν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ακολουθήσει ένα αδιέξοδο μονοπάτι. Μια τέτοια συνειδητοποίηση, εάν δεν αντιμετωπιστεί σωστά εκ των προτέρων, ή όταν εμφανιστεί, μπορεί να προκαλέσει απογοήτευση και μια αίσθηση σπατάλης χρόνου και/ή πόρων” μας εξηγεί ο Βασίλης Μασούλας. Επιπλέον, στον πυρήνα της η agile απαιτεί «εξυπηρετική ηγεσία» και αλληλεπιδράσεις που βασίζονται στην εμπιστοσύνη, την αξιοπιστία και τη σαφήνεια. Μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να αποκτηθούν αυτά σε κάθε σημείο του τραπεζικού οργανισμού. «Υιοθέτηση της Agile χωρίς αυτά μπορεί να ενέχει ρίσκα!».

Επιπλέον μια παραδοσιακή τράπεζα μπορεί να αντιμετωπίσει εμπόδια στο να υιοθετήσει την agile μεθοδολογία. Κυρίως την σημαντική αλλαγή κουλτούρας που απαιτεί αυτή η «μεταμόρφωση».
«Οι τραπεζίτες μισούν τους κινδύνους, και ως εκ τούτου μισούν τους πειραματισμούς. Η καινοτομία είναι σπάνια (δεν διαθέτουν πνεύμα «lean Startup»). Οι τράπεζες είναι εξαιρετικά ιεραρχικές και η εξουσία κατανέμεται προσεκτικά και αραιά σε όλη τη διοικητική ιεραρχία – έτσι οι αποφάσεις δεν κατανέμονται σχεδόν ποτέ. Αυτό προκαλεί έλλειψη ενδυνάμωσης μιας διατμηματικής ομάδας. Δεδομένου ότι τα βασικά τραπεζικά πληροφοριακά συστήματα έχουν περάσει ελάχιστα από τη διαδικασία «εκσυγχρονισμού», η “Συνεχής Βελτίωση” είναι δύσκολο να επιτευχθεί και οι βασικές πρακτικές Μηχανικής Αριστείας (όπως η Συνεχής Ενοποίηση και η Συνεχής Παράδοση) δεν συναντώνται συχνά στις τράπεζες».

Το ransomware αλλάζει τα δεδομένα στον τομέα του cyber insurance

Το ζήτημα των κυβερνοεπιθέσεων έχει αποτελέσει ιδίως τα τελευταία χρόνια έναν μεγάλο «πονοκέφαλο» για τις ασφαλιστικές εταιρείες που αναγκάζονται να εισάγουν νέα προγράμματα ασφάλισης προς τις επιχειρήσεις προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις συνεχείς αποζημιώσεις για επιθέσεις στα εταιρικά συστήματα.

Μιχάλης Μίγγος, TicTac
Συχνά, οι οργανισμοί αποφεύγουν να δημοσιεύσουν στοιχεία σχετικά με το ύψος των λύτρων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν δημοσιοποιούν ούτε το περιστατικό της επίθεσης. Επομένως, είναι πολύ δύσκολο να προκύψουν ασφαλή στατιστικά στοιχεία.

Οι κυβερνοεπιθέσεις τύπου ransomware που βλέπουν τα φώτα της δημοσιότητας είναι η κορυφή του παγόβουνου, σύμφωνα με το Μιχάλη Μίγγο, IT Director της TicTac, η οποία ειδικεύεται στην παροχή υπηρεσιών προς εταιρείες και ιδιώτες που έχουν πέσει θύματα ransomware, “Συχνά, οι οργανισμοί αποφεύγουν να δημοσιεύσουν στοιχεία σχετικά με το ύψος των λύτρων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν δημοσιοποιούν ούτε το περιστατικό της επίθεσης. Επομένως, είναι πολύ δύσκολο να προκύψουν ασφαλή στατιστικά στοιχεία.”

Η μελέτη της Sophos (The State of ransomware 2020), η οποία δημοσιεύτηκε το Μαϊο του 2020, στο σύνολο των επιθέσεων που πραγματοποιήθηκαν το 73% ήταν πετυχημένες.

Το μέσο κόστος ανά επίθεση, όσον αφορά την πληρωμή λύτρων διαμορφώθηκε στα 760.000 δολάρια. Από τις εταιρείες που δέχτηκαν επίθεση το 84% είχαν ένα συμβόλαιο cyber insurance, αλλά το 64% είχαν κάλυψη για περιστατικά τύπου ransomware. Η αξιοπιστία των ασφαλιστικών εταιρειών ήταν πολύ υψηλή την περασμένη χρονιά, καθώς στο 94% των περιστατικών τα λύτρα πληρώθηκαν.

Νίκος Γεωργόπουλος, Cyber Insurance Advisor
Μια επίθεση είναι πιθανό να ενεργοποιήσει πολλες ασφαλιστικές καλύψεις ενός ασφαλιστηριου συμβολαίου. Αν για παράδειγμα υπάρχει διαρροή δεδομένων, ενεργοποιούνται ασφαλιστικές καλύψεις που αφορούν την ευθύνη της εταιρίας για την ασφάλεια των δεδομένων που διατηρεί, αλλά και οι ασφαλιστικές καλύψεις που έχουν σχέση με απώλεια εσόδων λόγω διακοπής λειτουργιών του οργανισμού.

Ο Νίκος Γεωργόπουλος, Cyber Insurance Advisor, μας λέει “Μέχρι τώρα για επιθέσεις ransomware που έγιναν το 2021, τα λύτρα που έχουν ζητηθεί είναι περίπου 650 εκατομμύρια δολάρια σε λύτρα. Ωστόσο δε γνωρίζουμε το ποσό που καταβλήθηκε ή θα καταβληθεί τελικά.”

Ένα ποσοστό των λύτρων πληρώθηκε από τις ασφαλιστικές εταιρείες, με τις οποίες τα θύματα είχαν συνάψει συμβόλαια, οπότε τα βάρη για τους ισολογισμούς των εταιρειών ήταν μικρότερα από το παραπάνω ποσό. Χρειάζεται όμως να συνεκτιμήσουμε ότι το ποσό αυτό δεν περιλαμβάνει τις οικονομικές ζημιές που υπέστησαν οι οργανισμοί, λόγω της μειωμένης λειτουργικότητάς τους από τη στιγμή της επίθεσης και μέχρι να αποκατασταθεί πλήρως η λειτουργία των πληροφορικών τους συστημάτων.

Επομένως, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι μια από τις αιτίες για την αύξηση του κόστους των ασφαλίσεων από 50% έως και 60% ήταν η “διπλή” απειλή μιας επίθεσης με ransomware. Πλέον οι επιθέσεις εκτός από το κλείδωμα των συστημάτων στοχεύουν και στην κλοπή δεδομένων, τα οποία στη συνέχεια οι εγκληματίες χρησιμοποιούν ως μέσο εκβιασμού. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές εταιρείες προετοιμάζονται για ένα μεγαλύτερο κύμα επιθέσεων, οπότε σύμφωνα με τον Νίκο Γεωργόπουλο, έχουμε μπροστά μας αρκετές ακόμα αυξήσεις τιμών μέχρι να φτάσουμε σε μια σταθεροποίηση.

Η αγορά του cyber insurance είναι παγκόσμια
Αν και οι καταστροφές εξαιτίας των καιρικών φαινομένων τα τελευταία χρόνια είναι αρκετά πιο σφοδρές σε σχέση με το παρελθόν, τυφώνες, όπως αυτοί που έπληξαν την πολιτεία του Κεντάκι και είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια πάνω από 100 ανθρώπινων ζωών, δεν είναι συνηθισμένοι στη χώρα μας.

Ενώ όμως η σφοδρότητα των καιρικών φαινομένων εξαρτάται άμεσα από τη γεωγραφία μιας περιοχής, δεν ισχύει το ίδιο και για τη σφοδρότητα των κυβερνοεπιθέσεων, οι οποίες μπορεί να ξεκινήσουν από οπουδήποτε και να δημιουργήσουν ζημιές σε δεκάδες γεωγραφικές περιοχές ταυτόχρονα.

Σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε από μια έρευνα που πραγματοποίησε η Kaspersky, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 5η θέση στον κόσμο ως προς τον αριθμό επιθέσεων σε βιομηχανικά συστήματα.
Γενικότερα, όμως οι πληροφορίες για τον αριθμό των επιθέσεων ανά χώρα και ανά τομέα είναι πολύ φειδωλές, καθώς οι περισσότεροι οργανισμοί επιλέγουν να μη δημοσιοποιούν τα περιστατικά.
Δύο σημαντικές βιομηχανίες της Ελλάδας, ο τουρισμός και η ναυτιλία έχουν ήδη βρεθεί στο στόχαστρο κυβερνοεγκληματιών.

Σύμφωνα με τον Σπύρο Λαθούρη, head of IT και cyber risks expert του ομίλου Howden Matrix, οι οργανισμοί των δύο αυτών τομέων έδειξαν το περασμένο έτος ενδιαφέρον για τις υπηρεσίες cyber insurance.

Όπως αναφέρει ο ίδιος, γενικότερα εξαγωγικές εταιρείες και εταιρείες που συνεργάζονται με το εξωτερικό, είναι αυτήν την περίοδο περισσότερο ευαισθητοποιημένες, γιατί ακούν πιο συχνά από συνεργάτες τους διάφορα περιστατικά, αλλά και γιατί υποχρεώνονται στη χρήση υπηρεσιών cyber insurance, προκειμένου να μπουν σε μια συνεργασία.

Πλέον οι ασφαλιστικές δεν δέχονται να τους ασφαλίσουν όλους
Της συμφωνίας ασφάλισης κινδύνων που προέρχονται από κυβερνοεπιθέσεις προηγείται μια διαδικασία (underwriting), η οποία έχει στόχο να αξιολογήσει τις προετοιμασίες που έχει κάνει ο οργανισμός, προκειμένου να προστατευτεί. Πρόκειται για ένα μοντέλο ανάλογο με αυτό που ισχύει για μια ασφάλεια οικίας, όπου εάν ο ιδιοκτήτης έχει φροντίσει να εγκαταστήσει πόρτα ασφαλείας και συναγερμό έχει χαμηλότερο κόστος ασφάλισης από κάποιον άλλο που δεν έχει λάβει τα ίδια μέτρα προστασίας.

Στην περίπτωση που η ασφαλιστική εταιρεία κρίνει ότι ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος, είναι πολύ πιθανό να μη δεχτεί την ασφάλιση του, κάτι που όπως λέει ο Κώστας Βούλγαρης, επικεφαλής του κλάδου Χρηματικών Απωλειών της AIG στην Ελλάδα “Συμβαίνει πλέον αρκετά συχνά στον τομέα του cyber insurance. Αν και η πρακτική αυτή ακούγεται ως αδιέξοδο στην πράξη είναι ένα κίνητρο για τους οργανισμούς, ώστε να δουν τις αδυναμίες τους και να τις διαχειριστούν. Ακόμα και η ίδια η διαδικασία του underwriting είναι ένα πρώτο βήμα, καθώς πολλοί οργανισμοί αποκτούν για πρώτη φορά αυτογνωσία μέσω αυτής.

Ωστόσο, όπως αναφέρει η κυρία Δήμητρα Ξηντάρα, senior cyber risk strategist και data protection officer του Ομίλου Eurolife FFH, “Πριν ακόμα φτάσει σε αυτό το στάδιο ένας οργανισμός, θα πρέπει να έχει φροντίσει για την εκπαίδευση των executive στελεχών που θα εμπλακούν στη διαδικασία του underwriting. Όπως λέει ο Σπύρος Λαθούρης, “Oι πελάτες πολύ συχνά δεν καταλαβαίνουν τι προσφέρουν οι υπηρεσίες που τους πουλά μια ασφαλιστική εταιρεία και ακόμα περισσότερο δεν καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να κάνουν όλα αυτά που τους ζητάει η διαδικασία του underwriting.

“Πολύ συχνά ακούμε από εν δυνάμει πελάτες να απορούν γιατί χρειάζονται μια ασφαλιστική υπηρεσία, δεδομένου ότι οι εφαρμογές του λειτουργούν πάνω στο ασφαλές cloud της τάδε εταιρείας. Οπότε δεν κατανοούν ότι ανάμεσα στη Microsoft και τον οργανισμό παρεμβάλλονται εφαρμογές, οι οποίες ανοίγουν την πόρτα στο 14% των κυβερνοεπιθέσεων.”

Η όλη κατάσταση είναι φρέσκια και για τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες σίγουρα τα ερχόμενα χρόνια θα πρέπει να κάνουν ενέργειες ώστε να μειώσουν την πολυπλοκότητα του udnerwriting.
Όπως αναφέρει ο Κώστας Βούλγαρης, “Στόχος όλων των stakeholders είναι να κάνουν πιο ασφαλίσιμο τον κίνδυνο. Ο μεσίτης που θα χρειαστεί να πάει 3 προσφορές σε έναν πελάτη θα χρειαστεί να πάει και 3 διαφορετικά χαρτιά αξιολόγησης των υποδομών.

Οπότε, ίσως θα βοηθούσε αν στο μέλλον οι ασφαλιστικές εταιρείες φρόντιζαν να υπάρχει μια πιο τυποποιημένη διαδικασία underwriting.”

Οι αυξήσεις των τιμών, οφείλονται στην αλλαγή της φύσης του κινδύνου και την επανατιμολόγησή του.
Δεν είναι μόνο οι άμεσες αυξήσεις στις τιμές των υπηρεσιών που διαμορφώνουν τον τομέα του cyber insurance. Οι απαλλαγές της ασφαλιστικής από τους καλυπτόμενους κινδύνους διαμορφώνονται σε υψηλότερα ποσά. Όπως μας λέει ο Νίκος Γεωργόπουλος, “Μια επίθεση είναι πιθανό να ενεργοποιήσει πολλες ασφαλιστικές καλύψεις ενός ασφαλιστηριου συμβολαίου.
Αν για παράδειγμα υπάρχει διαρροή δεδομένων, ενεργοποιούνται ασφαλιστικές καλύψεις που αφορούν την ευθύνη της εταιρίας για την ασφάλεια των δεδομένων που διατηρεί, αλλά και οι ασφαλιστικές καλύψεις που έχουν σχέση με απώλεια εσόδων λόγω διακοπής λειτουργιών του οργανισμού.”

Οι ειδικοί σε θέματα ασφάλειας δηλώνουν ιδιαίτερα ανήσυχοι για τα όσα μας επιφυλάσσει η νέα χρονιά. Σύμφωνα με έρευνα που έγινε για λογαριασμό της HP, οι επιθέσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα είναι πιθανόν να είναι περισσότερες φέτος.

Άλλωστε, όπως είδαμε και το 2021, δύο από τα σημαντικότερα περιστατικά ransomware αφορούσαν στην εφοδιαστική αλυσίδα και μάλιστα ένα εξ αυτών στο πληροφοριακό σύστημα της Colonial Pipeline σχεδόν παρέλυσε ένα μεγάλο ποσοστό της τροφοδοσίας καυσίμων στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ.

Αναζητώντας τις αιτίες του φαινομένου, οι συντάκτες της έρευνας, προβλέπουν ότι τα λογισμικά ανοιχτού κώδικα θα περιλαμβάνουν συχνότερα κακόβουλο κώδικα. Από τη μια ακούγεται λογικό μια εταιρεία που εμπορεύεται λογισμικό να θέλει να ευαισθητοποιήσει τους αγοραστές που επιλέγουν το λογισμικό ανοιχτού κώδικα.

Από την άλλη και δεδομένου ότι το λογισμικό ανοιχτού κώδικα επιβλέπεται από εκατομμύρια μάτια, είναι πολλοί αυτοί που ισχυρίζονται ότι είναι δυσκολότερο να υπεισέλθει σε αυτό κακόβουλος κώδικας, σχετικά με απροσεξίες που έχουμε συνηθίσει σε εμπορικά λογισμικά. Και ενώ θα μπορούσε να πει κάποιος ότι στο παραπάνω θέμα, τα συμπεράσματα της έρευνας είναι αμφιλεγόμενα, καμία αμφιβολία δε χωράει στο συμπέρασμα της σχετικά με τις επαναλαμβανόμενες επιθέσεις στους πιο ευάλωτους οργανισμούς.

Ενώ όμως η αύξηση των επιθέσεων με την πρώτη ματιά ακούγεται ως κάτι δυσάρεστο και πράγματι είναι, ανοίγει και ένα παράθυρο αισιοδοξίας για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι περισσότεροι οργανισμοί θα κινητοποιηθούν ώστε να προστατέψουν καλύτερα τις πληροφορικές τους υποδομές.

Παράλληλα και καθώς οι επιθέσεις θα αυξάνονται, περισσότεροι οργανισμοί θα επιλέγουν την αγορά ασφαλιστικών υπηρεσιών, το οποίο αν συμβεί είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε μείωση της τιμής των παρεχόμενων υπηρεσιών. Το ίδιο έχει συμβεί στο παρελθόν και με την ασφάλιση άλλων κινδύνων, όπως τα οδικά ατυχήματα και οι ασφαλίσεις οικιών, οπότε είναι λογικό να περιμένουμε ότι θα συμβεί και σε αυτόν τον τομέα.

Ακόμα και αν κάναμε την υπόθεση ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες αποζημίωσαν για το σύνολο λύτρων που πληρώθηκαν το 2021, το ποσό είναι ελάχιστο μπροστά στο ύψος των αποζημιώσεων που αφορούν φυσικές καταστροφές, οι οποίες για το 2020 έφτασαν τα 210 δισεκατομμύρια δολάρια, από 166 δισεκατομμύρια το 2019. Δεδομένου ότι οι φυσικές καταστροφές είναι περισσότερο απρόβλεπτες σε σχέση με μια κυβερνοεπίθεση, είναι αναμενόμενο ότι βραχυπρόθεσμα οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορέσουν να σταθμίσουν καλύτερα τους κινδύνους και με τη βοήθεια των οργανισμών να διαμορφώσουν σε πιο ανεκτά επίπεδα τις τιμές των ασφαλίστρων.

Θα μπορούσε ενα περιστατικό παραβίασης ασφάλειας να ενεργοποιήσει και ασφαλιστήρια που αφορούν ευθύνες στελεχών
Υπάρχουν περιστατικά που η κακή διαχείρισή τους ενεργοποίησε και άλλες εποπτικές αρχές, όπως η Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς η οποία επέβαλε πρόστιμα σε στελέχη εισηγμένων εταιριών γιατί η μη ανακοίνωση των περιστατικών αυτών και η μη σωστή απεικόνιση του κόστους τους ή η παράλειψη αναφοράς του στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους αλλοίωσαν τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρίας και έβλαψαν τους μετόχους της.

Επίσης, η πληρωμή λύτρων σε περιπτώσεις κυβερνοεκβιασμού μπορεί να επιφέρει πρόστιμα από τις αρχές ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Θεωρώντας τις παραβιάσεις πληροφοριακών συστημάτων σε ένα ιστορικό πλαίσιο, βλέπουμε ότι η απαίτηση λύτρων από κυβερνοεγκληματίες είναι ένα σχετικά φρέσκο δεδομένο στο οικοσύστημα του κυβερνοεγκλήματος. Στο παρελθόν, οι hackers αντιμετωπίζονταν συχνά και ως ήρωες ή ως διφορούμενες προσωπικότητες μια εκ των οποίων ήταν και αυτή του Ρομπέν των Δασών.

Δεν είναι λίγες οι κινηματογραφικές ταινίες που έχουν αναδείξει τους hackers για την ευφυΐα τους, ενώ πολύ περισσότερες είναι οι περιπτώσεις που hackers έχουν γίνει συνεργάτες των οργανισμών που έχουν παραβιάσει.

Όταν όμως ο παράγοντας του οικονομικού οφέλους γίνεται πρωταγωνιστής σε μια κυβερνοεπίθεση, είναι πιθανότερο το άτομο ή συνήθως η ομάδα που την υλοποίησε να χαρακτηριστούν ως εγκληματίες και με αυτή την εικόνα να αποτυπωθούν στο ευρύτερο κοινό. Θεωρούμε ότι σε αυτήν τη φάση βρισκόμαστε τώρα, καθώς στις επιθέσεις που έχουν γίνει γνωστές, δεν έχουν δημοσιευτεί στοιχεία που να δείχνουν ότι το κοινό καλό ήταν μια από τις αιτίες τους.

Στα μάτια του κοινού αλλά και των αρχών, οι ομάδες που κάνουν επιθέσεις τύπου ransomware εντάσσονται περισσότερο στην κατηγορία των σκληρών εγκληματιών, μια εικόνα που έχει ενισχυθεί από επιθέσεις που έγιναν ακόμα και σε πληροφοριακά συστήματα που είχαν άμεση σχέση με την ανθρώπινη ζωή, όπως σε νοσοκομεία και αεροδρόμια.

Δεδομένης της κατάστασης, θα μπορούσε ένας οργανισμός να εξετάσει το ενδεχόμενο, κάποιος εργαζόμενος σε υψηλά ή χαμηλά κλιμάκια της διοίκησης, ο οποίος ισχυρίζεται ότι έπεσε θύμα phishing, να θεωρηθεί ύποπτος ως συνένοχος σε μια επίθεση τύπου ransomware.

Σε αυτήν την περίπτωση, ο ύποπτος θα μπορούσε να θεωρηθεί συνένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίον. Προσωρινά, δεν έχουν αναφερθεί τέτοια περιστατικά για εργαζόμενους σε χαμηλές βαθμίδες του οργανισμού, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον, αν οι ζημιές γίνουν συχνότερες ή μεγαλύτερες για τους οργανισμούς.

Η σχέση των cryptos με το asset management είναι πιο δυνατή από όσο νομίζαμε

Με βουτιά άνω του 10%, το bitcoin αντέδρασε στη διπολική συμπεριφορά του Elon Musk, ο οποίος ενώ στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου είχε πει ότι η Tesla θα δέχεται τα bitcoins από αγοραστές των προϊόντων της, ανακάλεσε αυτήν την απόφαση στις αρχές Μαΐου. Η επίσημη δικαιολογία του ιδρυτή της Tesla, η οποία, το Φεβρουάριο, είχε αγοράσει bitcoins αξίας 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ήταν ότι το bitcoin επιβαρύνει την κλιματική αλλαγή, γιατί οι υπολογιστές που το εξορύσσουν, σπαταλούν πολύ ηλεκτρική ενέργεια.

Μάλιστα ο Elon Musk φρόντισε να τονίσει ότι οι σπάταλοι ενεργειακά υπολογιστές είναι κυρίως στην Κίνα, η οποία δεν είναι ακόμα αρκετά φιλική προς το περιβάλλον γιατί καίει μολυσματικούς άνθρακες.

Το γεγονός θορύβησε αρκετούς κατόχους και άλλων κρυπτονομισμάτων εκτός του bitcoin, όπως το dogecoin και το Ethereum, τα οποία βρήκαν καλή ιδέα να κάνουν ανάλογες βουτιές. Οπότε, επανήλθαν στη συνειδητή σκέψη ερωτήματα, όπως “μήπως η αγορά είναι χειραγωγήσιμη;”, “μήπως είναι μύθος ότι τα κρυπτονομίσματα δεν έχουν σχέση με άλλους δείκτες της αγοράς;”, “μήπως η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται από κάποιους ανάλογα με τις διαθέσεις τους;”

Αρκετό καιρό πριν συμβούν αυτά τα ευτράπελα, η Iconic Funds, μια εταιρεία μελετών με έδρα στη Φρανκφούρτη, είχε αναθέσει σε δύο ερευνητές της, τους Robert Richter και Philipp Rosenbach να εξετάσουν το ενδεχόμενο “Η μηδενική συσχέτιση μεταξύ κρυπτονομισμάτων και δεικτών αγοράς, να μην είναι τελικά τόσο μηδενική”.

Και ναι δεν είναι
Όπως λένε οι δύο ερευνητές στην εισαγωγή του άρθρου που προέκυψε από την έρευνα τους, μέχρι το bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα να αποκτήσουν ευρεία αποδοχή, υπήρχε η υπόθεση ότι δεν ήταν σχετιζόμενα με άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, τον περασμένο Μάρτιο, μια βουτιά της αγοράς, για την οποία καταλυτικό ρόλο έπαιξε η έναρξη της πανδημίας, η αξία των κρυπτονομισμάτων ακολούθησε παρόμοια πορεία την ημέρα που χαρακτηρίστηκε ως “Black Thursday”. Αν αφήσουμε προσωρινά στην άκρη τη δεισιδαιμονική στάση απέναντι στο μαύρο, θα διαπιστώσουμε, όπως άλλωστε έκαναν και οι ερευνητές της Iconic Funds ότι η “υπόθεση είναι η χειρότερη μορφή επιστήμης”. Δεδομένου ότι η έρευνα με τίτλο “Investigating the Myth of Zero Correlation Between Crypto Currencies and Market Indices” είναι δωρεάν διαθέσιμη, δε θα σταθούμε στη μεθοδολογία, η οποία περιγράφεται αναλυτικά στις σελίδες της, αλλά θα πάμε απευθείας στα αποτελέσματα.

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης συσχετισμού είναι διαθέσιμα στον πίνακα 2. Ο πίνακας δείχνει τα Pearson correlations σε ποσοστιαίες μονάδες. Τρεις είναι οι γενικές παρατηρήσεις που έλκουν τη ματιά μας με την πρώτη ανάγνωση του πίνακα. Το Tether φαίνεται να πολύ χαμηλή συσχέτιση με όλα τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα.

Το αποτέλεσμα αυτό θεωρείται αναμενόμενο, καθώς το Tether ανήκει στην οικογένεια των stable coins, οπότε η αξία του είναι περιορισμένη στη γειτονιά του $1. Η δεύτερη παρατήρηση είναι το LEO φαίνεται επίσης να έχει χαμηλή συσχέτιση με τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα. Το γεγονός αυτό ίσως οφείλεται ότι το LEO έχει διαφορετική “νοοτροπία” από τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα, καθώς οι δημιουργοί του δεν το προόρισαν να γίνει μια παγκόσμια μέθοδος συναλλαγών.

Επιπλέον, οι αρχικές πωλήσεις του LEO έγιναν σε μικρό ιδιωτικό κύκλο, οπότε περιορίστηκε η έκθεση του. Εκτός από αυτά τα δύο κρυπτονομίσματα, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι ο συσχετισμός των άλλων είναι από μέτριος μέχρι υψηλός.

Οπότε, τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα θα πρέπει να θεωρούνται ως συγκοινωνούντα δοχεία με την αγορά. Επίσης, επειδή γνωρίζουμε ότι τα κρυπτονομίσματα διαγράφουν περίπου παράλληλες πορείες, είναι φυσικό να αναμένουμε ότι οι μεταβολές των αγορών θα τα επηρεάζουν σχεδόν εξίσου.

Αποτελέσματα συσχέτισης μεταξύ των κρυπτονομισμάτων

Μόνο τα stable coins γλιτώνουν από τα κύματα των αγορών
Όπως φαίνεται στον πίνακα 4, τα Bitcoin, Ethereum και Chainlink είναι τα νομίσματα που παρουσιάζουν την πιο αξιόλογη στατιστικά συσχέτιση με τους σημαντικότερους δείκτες της αγοράς. Αν και αρχικά, αυτή η παρατήρηση μπορεί να στηρίξει την υπόθεση ότι τα κρυπτονομίσματα δεν είναι σχετιζόμενα με την αγορά, αν στα αποτελέσματα αυτά συνεκτιμηθεί η ρευστότητα, η κατάσταση αλλάζει. Όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα κρυπτονομίσματα, η ρευστότητα τους στη δευτερογενή αγορά ήταν περιορισμένη, γεγονός που ισχύει ακόμα και για το bitcoin στα πρώτα του βήματα. Σε αυτά τα αρχικά στάδια, ελάχιστοι έκαναν συναλλαγές με κρυπτονομίσματα, οπότε εξ’ ορισμού οι συσχετισμοί με άλλους δείκτες της αγοράς θα έπρεπε να είναι κοντά στο μηδέν. Επομένως, εκείνη την περίοδο οι μεταβολές των τιμών τους ήταν τυχαίες και δεν θα μπορούσαν να επηρεαστούν από κάποια λογική μεταβολή της αγοράς.

Οπότε, οι μελετητές πρόσθεσαν στην έρευνα τους δύο σενάρια. Στο πρώτο σενάριο, ο ημερήσιος όγκος συναλλαγών για κάθε κρυπτονόμισμα ήταν κοντά στα $100 εκατομμύρια. Όλες οι παρατηρήσεις πριν από την ημέρα αυτή εξαιρέθηκαν από τη μελέτη. Στο δεύτερο σενάριο το όριο αυξήθηκε στα 500 εκατομμύρια δολάρια. Αν και αυτά τα μεγέθη είναι ασήμαντα για τις υπόλοιπες αγορές περιουσιακών στοιχείων, για τα κρυπτονομίσματα είναι επαρκή.

Τα αποτελέσματα των αναλύσεων παρουσιάζονται στους πίνακες 5 και 6. Παρατηρούμε ότι τα stable coins, όπως το Tether συνεχίζουν να μην επηρεάζονται από τους δείκτες, αλλά για τα υπόλοιπα νομίσματα οι συσχετισμοί αυξάνονται όσο αυξάνεται ο όγκος συναλλαγών. Επίσης παρατηρούμε ότι τα κρυπτονομίσματα δεν συσχετίζονται εξίσου με όλους τους δείκτες. Η συσχέτισή τους με τους δείκτες MSCI World και commodity είναι ακόμα περιορισμένη, αλλά στατιστικά αξιοπρόσεκτη. Αντιθέτως, η συσχέτισή τους με private equity funds και infrastructure funds είναι σημαντική. Οπότε σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα κρυπτονομίσματα δεν είναι ισχυρά συνδεδεμένα με τις παραδοσιακές αγορές.

Τέλος στον πίνακα 7 βλέπουμε ότι η κρίση της πανδημίας, ενδυνάμωσε το συσχετισμό των κρυπτονομισμάτων με τις αγορές, όπως αναμένονταν να συμβεί και με τους συσχετισμούς άλλων περιουσιακών στοιχείων.

Σπύρος Ρεντετάκος: Σε κρίσιμο σημείο η βιωσιμότητα των ΜμΕ

Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που έρχονται το επόμενο διάστημα, με τις τράπεζες να γίνονται αρωγός της προσπάθειας ανάκαμψης τους από τις δραματικές επιπτώσεις που έφερε η πανδημία του Covid-19. Η ενημέρωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τόσο για τις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και των υπόλοιπων επενδυτικών ευκαιριών θα πρέπει να πραγματοποιείται και από το τραπεζικό σύστημα που οφείλει να διαδραματίσει τον κομβικό ρόλο της συμβουλευτικής δράσης των επιχειρήσεων.

Σπύρος Ρεντετάκος, Manager του Τομέα Small Banking Division της Alpha Bank

Ο Σπύρος Ρεντετάκος, Manager του Τομέα Small Banking Division της Alpha Bank, στα πλαίσια της συζήτησής μας ήταν σαφής, ότι τα παραπάνω σημεία είναι προϋποθέσεις για να στηριχθεί η ελληνική οικονομία και να βγει από την πανδημική κρίση σε καλύτερη κατάσταση και με ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Κύριε Ρεντετάκο, το ταμείο ανάκαμψης δημιουργεί μια τεράστια ευκαιρία για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ποιες είναι οι προκλήσεις που εγείρονται και πως μπορούν να αντιμετωπιστούν;

Στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ελλάδα 2.0, η χώρα μας έχει μια μοναδική ευκαιρία αναβάθμισης και αναμόρφωσης του παραγωγικού της μοντέλου. Και είναι μια μοναδική ευκαιρία που συνδυάζεται με μια σειρά μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν την προσέλκυση επενδύσεων που κατ’ επέκταση θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα, την ανθεκτικότητα και την καινοτομία της ελληνικής οικονομίας και βεβαίως και των επιχειρήσεων αυτής. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας όπως λέγεται αναμένεται να κινητοποιήσει στα επόμενα χρόνια πόρους περίπου 60 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αν συμπεριλάβουμε και τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ της νέας προγραμματικής περιόδου του ΕΣΠΑ 2021 -2027 τότε μπορούμε να πούμε πραγματικά ότι πρόκειται για μοναδική ευκαιρία που μπορεί να αντισταθμίσει το επενδυτικό κενό που προκάλεσε η υγειονομική κρίση.

Και αυτή τη φορά συνειδητοποιούμε όλοι ότι αποτελεί εθνικό καθήκον να μην χάσουμε αυτή την πολύ μεγάλη ευκαιρία και να απορροφήσουμε αυτούς τους σημαντικούς πόρους που έχουν δεσμευτεί για την χώρα μας. Να πάμε δηλαδή με γρήγορους ρυθμούς στη μετάβαση με σύγχρονα πρότυπα βιωσιμότητας που συντάσσονται όμως με τους πυλώνες του Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας. Όλοι πλέον συνειδητοποιούμε ότι το καταναλωτικό μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας έχει φτάσει οριστικά στο τέλος του με σαφή κατεύθυνση αλλαγής του παραγωγικού μείγματος και ανασύστασης του παραγωγικού ιστού -γιαυτό μιλάμε και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις- στρέφουμε τις μελλοντικές επενδύσεις στην εξωστρέφεια και στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας -και είναι πολλά αυτά- στην αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας, στην κυκλική οικονομία, που απασχολεί όλο τον κόσμο και βεβαίως στις δεξιότητες του πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού μας.

Τώρα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που συνηθίζουμε να λέμε ότι αποτελούν την ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας, όντως έτσι είναι γιατί δημιουργούν το 57% της προστιθέμενης αξίας και απασχολούν το 83% των εργαζομένων, ποσοστά που ξεπερνούν κατά πολύ τους αντίστοιχους μέσους όρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν αναλογιστούμε ότι από αυτές το 80% έχουν την μορφή της οικογενειακής επιχείρησης που αποτελεί και το βασικό κύτταρο της ελληνικής επιχειρηματικότητας.

Καταλαβαίνουμε ότι το ενδιαφέρον στρέφεται στον προσανατολισμό τους και τα επόμενα βήματα. Βεβαίως αναγνωρίζουμε όλοι ότι οι επιπτώσεις τόσο των προγραμμάτων προσαρμογής όσο και της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης, έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια τους στην ελληνική μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την βιωσιμότητα τους. Και στην κατεύθυνση αυτή χρειάζεται να υποστηριχθούν αποτελεσματικά. Χρειάζεται να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους, την ατομική τους ικανότητα, να ενταχθούν σε άλλες ίδιας αξίας, να ενσωματώσουν ψηφιακές τεχνολογίες και νέες δεξιότητες που θα μπορούν να ενισχύσουν την εξωστρέφεια τους. Και δόξα το θεό επενδυτικές ευκαιρίες διαβλέπουμε σε στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας μας, που θα αποφέρουν άμεσα αλλά και έμμεσα οφέλη σε όλους τους stakeholders αυτών των επενδύσεων.

Θα μου επιτρέψετε να πω δύο λόγια για αυτές τις προοπτικές και ευκαιρίες που βλέπουμε σε διάφορους κλάδους και δραστηριότητες όπως στον τουρισμό για παράδειγμα, που αποτελεί την βαριά βιομηχανία της χώρας και πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε καλύτερα το brand name της χώρας μας, αναβαθμίζοντας και επεκτείνοντας το τουριστικό προϊόν, αλλά να έχει περιεχόμενο αυτό. Στην ενέργεια, έναν τομέας εξαιρετικού ενδιαφέροντος που ήδη συγκεντρώνει σημαντικό ενδιαφέρον από εγχώρια και ξένα κεφάλαια και που δένει άρρηκτα με τον πυλώνα της πράσινης ανάπτυξης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Επίσης τον αγροδιατροφικό τομέα για τον οποίο η σωστή στρατηγική ανάδειξης του ελληνικού brand μπορούν να οδηγήσει σε αναβάθμιση της ποιότητας σε δημιουργία οικονομιών κλίμακας και εξαιρετικές προοπτικές εφαρμόζοντας μια καθετοποιημένη θα μπορούσα να πω διαχείριση από την παραγωγή και την τυποποίηση μέχρι και το πολύτιμο marketing και την πώληση ουσιαστικά των αγροτικών μας προϊόντων και στην Ελλάδα αλλά βεβαίως και στο εξωτερικό.

Επίσης ένα εξαιρετικό ενδιαφέρον βλέπουμε στο τομέα των εμπορευματικών μεταφορών και logistics που εδώ οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να στοχεύσουν στις εφοδιαστικές αλυσίδες, που δημιουργούνται και να ενταχθούν γρήγορα σε αυτές.

Η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει και να γίνει ακόμα και ένα μετα-διαμετακομιστικό κέντρο θα μπορούσα να πω αξιοποιώντας την στρατηγική της θέση. Το location εδώ είναι εξαιρετικό γιατί η Ευρώπη είναι ξεκάθαρο ότι επιθυμεί να μικρύνει τις αποστάσεις από την δημιουργία ενός προϊόντος μέχρι την κατανάλωση αυτού και νομίζω ότι η γεωγραφική θέση που έχουμε μας δίνει το δικαίωμα να μπορούμε να εκμεταλλευτούμε αυτή την ευκαιρία.

Στο χώρο του real estate και της αστικής ανάπλασης που αποτελούν πυλώνες του Ταμείου Ανάκαμψης, εδώ είναι μπροστά μας οι προκλήσεις της ανθεκτικότητας, των κατασκευών στη χώρα με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των φυσικών καταστροφών και θα έκλεινα αυτή την αναφορά στις κλαδικές ευκαιρίες στην αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας που αποτελεί όρο επιβίωσης για την οικονομία και τις επιχειρήσεις.

Η επόμενη γενιά θα είναι η πρώτη πραγματικά ψηφιακή γενιά, αυτό αποτελεί τεράστιο πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις σήμερα που προσαρμόζονται και υιοθετούν αυτές τις νέες τεχνολογίες. Η ιστορία δείχνει ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αντιλαμβάνονται και αντιδρούν γρήγορα στις παγκόσμιες προκλήσεις και προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα αναπτύσσοντας τις στρατηγικές βιωσιμότητας σίγουρα θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμη επιτυχία.

Όλα αυτά όμως υπό μία βασική και ανελαστική προϋπόθεση. Να έχουν διαθέσιμη ρευστότητα. Τα χρηματοδοτικά εργαλεία υπάρχουν, είναι εδώ ειδικά μέσα από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και προβάλλεται πραγματικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μια ιστορική ευκαιρία υλοποίησης επενδύσεων με εξαιρετικά ελκυστικούς όρους.

Πόσο ενημερωμένες είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την άντληση πόρων από το Ταμείο;

Η αλήθεια είναι ότι φαίνεται ότι με τα σημερινά δεδομένα ότι θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι λίγο νωρίς, ποτέ όμως δεν είναι και νωρίς από την άλλη. Φαίνεται να αγνοούν το ρόλο του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και του τρόπου που μπορούν να αντλήσουν τους σχετικούς πόρους. Από την καθημερινή μας επαφή μαζί τους θα μπορούσα να εκτιμήσω ότι περίπου το 20% αυτών έχουν πλήρη γνώση των επιμέρους δράσεων του ελληνικού σχεδίου ανάπτυξης, που βεβαίως είναι ένα ποσοστό που συνδράμουμε και εμείς οι τράπεζες κατά το μέγιστο δυνατό βαθμό, αλλά και τα ενημερωτικά βεβαίως δίκτυα προκειμένου σιγά σιγά το awareness να ενισχύεται ακόμα περισσότερο. Παρόλα αυτά όμως θα μπορούσα να πω ότι σήμερα περίπου ένα 30% δεν έχει καθόλου γνώση του ρόλου και της προστιθέμενης αξίας που διαδραματίζουν αυτού οι σχετικοί πόροι. Και αν εστιάσουμε και σε ακόμα πιο μικρές επιχειρήσεις τότε ο βαθμός εξοικείωσης είναι πολύ χαμηλότερος.

Ως τραπεζικό σύστημα πως προετοιμάζεστε για να στηρίξετε χρηματοδοτικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις; Και φυσικά να ανακάμψει και η οικονομία μέσα από αυτό;

Το τραπεζικό σύστημα διαχειρίζεται αυτή τη στιγμή την πρόκληση της διαχείρισης αυτών των πόρων. Αυτοί οι πόροι θα διατεθούν στην ελληνική οικονομία και επιχειρήσεις με δύο μορφές. Με την μορφή των επιδοτήσεων και την μορφή των δανείων. Η διαδικασία αξιολόγησης της επιλεξιμότητας των επενδυτικών σχεδίων διενεργείται σε δύο στάδια. Και στο πρώτο στάδιο φαίνεται ο ρόλος ουσιαστικά του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, δηλαδή ο φάκελος επένδυσης έρχεται στο πιστωτικό τραπεζικό ίδρυμα προκειμένου να αξιολογηθεί η δυνατότητα δανειοδότησης του συγκεκριμένου επενδυτικού σχεδίου, με τραπεζικούς όρους και με την ιδεολογία αξιολόγησης που υιοθετεί το κάθε ίδρυμα. Μετά από την έγκριση την τραπεζική, ο φάκελος πάει σε πιστοποιημένο ανεξάρτητο ελεγκτή που συνεργάζεται με το ελληνικό δημόσιο για να αξιολογήσει ουσιαστικά την επιλεξιμότητα των επενδύσεων με τις κατευθυντήριες γραμμές του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.

Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο και πρέπει το κάθε επενδυτικό σχέδιο της όποιας μικρομεσαίας επιχείρησης να ευθυγραμμιστεί με αυτή την προσέγγιση. Ακούγεται κάτι πολύ μεγάλο αλλά δεν είναι τόσο σύνθετα τα πράγματα. Μάλιστα το επιτόκιο χορήγησης αυτών των δανείων που θα μπορούν να χορηγηθούν από το ταμείο ανάκαμψης θα καθορίζεται με υπουργική απόφαση και εκτιμάται σε εξαιρετικά ελκυστικά επίπεδα. Δεν έχει ανακοινωθεί επισήμως και δεν θα ήθελα να το αναφέρω αλλά είναι εξαιρετικά ελκυστικά τα επίπεδα και πόσο μάλλον τώρα όταν μιλάμε για μια μικρομεσαία επιχείρηση που καταλαβαίνουμε ότι η διαπραγματευτική της δύναμη πάντα φτάνει μέχρι ενός σημείου. Κατά συνέπεια ο ρόλος των τραπεζών εδώ είναι καθοριστικός και για την ορθή πιστωτική αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων αλλά και στην παροχή συμβουλευτικής που είναι ένα κομμάτι πάρα πολύ κρίσιμο, για τι επιχειρήσεις τόσο για την διαμόρφωση και ωρίμανση αυτών των σχεδίων όσο και σε συνδυασμό βεβαίως με τις προτεραιότητες του Εθνικού Σχεδίου. Γιατί εδώ ως χώρα άρα και ως επενδυτικό σχέδιο κάθε μικρομεσαίας επιχείρησης υπάρχει μία προϋπόθεση.

Ότι αυτές οι εκταμιεύσεις των πόρων θα πρέπει να καθοδηγηθούν σε ποσοστό τουλάχιστον 38% σε δράσεις που αφορούν την πράσινη μετάβαση, άρα να προστατευτούμε από την κλιματική αλλαγή. Και τουλάχιστον 20% για την στήριξη της ψηφιακής μετάβασης. Οπότε όλη αυτή η διαδικασία αποτελεί σήμερα μια πάρα πολύ μεγάλη άσκηση που καλούνται οι τράπεζες να απαντήσουν και στο πλαίσιο αυτό οργανώνονται σήμερα στο μέρος βεβαίως που αναλογεί σε αυτούς του πόρους στην κάθε τράπεζα. Παρόλα αυτά την ίδια στιγμή οι τράπεζες πρέπει και να διασφαλίσουν και συνολικές πιστώσεις ύψους 33 δις ευρώ για να μπορούν να στηρίξουν αυτούς τους πόρους του ταμείου ανάκαμψης.

Σε αυτό το σημείο είναι κρίσιμο να αναφέρουμε και το ρόλο της συμβουλευτικής τραπεζικής στην οικονομική ανάκαμψη και την προσπάθεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Η συμβουλευτική τραπεζική ειδικά στην Alpha bank είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της επενδυτικής στρατηγικής μας και πρέπει η ελληνική επιχειρηματικότητα η οποία δεν έχει σε όλο της το εύρος τη δυνατότητα να έχει πάντα έναν σύμβουλο δίπλα της και να την στηρίζει στο επόμενο βήμα, εδώ θα πρέπει να διαδραματίσουμε ένα πάρα πολύ σημαντικό και ουσιαστικό ρόλο στην εκπόνηση αυτών των σύγχρονων αναπτυξιακών πλάνων. Με κύριο στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Να δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, εισοδήματα και υψηλές αποδόσεις.

Με άξονα λοιπόν την εξωστρέφεια έχουμε οργανώσει αυτή την περίοδο ένα σαφάρι έγκαιρης ενημέρωσης των δυνητικά επιλέξιμων επιχειρήσεων αξιοποιώντας διάφορα data analytics που έχουμε στον οργανισμό, σχετικά με όλες τις δράσεις, -οι οποίες είναι πάρα πολλές- αλλά και στα υπόλοιπα αναπτυξιακά προγράμματα όπως ανέφερα πριν, το ΕΣΠΑ και πάει λέγοντας. Παρέχουμε λοιπόν τραπεζική και τεχνική υποστήριξη συνδράμοντας με ιδέες, επιχειρηματικά σχέδια που προωθούν εκσυγχρονισμό και πράσινη μετάβαση, με επιλογή του πλέον αποδοτικού προγράμματος ανά επιχειρηματικό σχέδιο. Γιατί αυτό είναι εκείνο που λείπει και από τον επιχειρηματία. «Ποιο από όλα τα προγράμματα ταιριάζει στις δικές μου ανάγκες». Έτσι εκπαιδεύουμε τους επιχειρηματίες, αναγνωρίζουμε ότι κάθε μικρομεσαία επιχείρηση είναι μοναδική και τη στηρίζουμε ώστε να πάρει πρωτοβουλίες και να διεκδικήσει την επιτυχία.

Είμαστε με λίγα λόγια σύμβουλοι τους και όχι απλά δανειστές τους. Οπότε λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι στρέφουμε το βλέμμα στο μέλλον, οφείλουμε να προετοιμάσουμε το έδαφος για να είναι γόνιμο και φιλόξενο και έχουμε μπροστά μας μια πάρα πολύ μεγάλη ευκαιρία που πρέπει να αξιοποιήσουμε όλοι.

To ελληνικό fintech απογειώνεται

Λίγες μόλις ημέρες μετά την δημοσίευση του report «Startups in Greece 2021/2022» o Δημήτρης Καλαβρός – Γουσίου, Co-Founder & Partner του Found.ation & Velocity.Partners μας μιλά για την δυναμική του ελληνικού startup και fintech οικοσυστήματος. Τα δεδομένα της έκθεσης που, για 5η συνεχή χρονιά, παρουσιάστηκαν από το Found.ation και το EIT Digital (τμήμα του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας), σε συνεργασία με την Velocity.Partners, τον κάνουν ιδιαίτερα αισιόδοξο.

Δημήτρης Καλαβρός – Γουσίου Found.atrion
Σιγά σιγά, έχουν αρχίσει και αναδεικνύονται στον χώρο του fintech εταιρείες, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν στην ενασχόλησή τους μόνο το B2B κομμάτι και το enterprise software, αλλά διαθέτουν και consumer-facing χαρακτηριστικά, δηλαδή προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή.

Αφού όπως μας λέει το 2021 ήταν μια χρονιά ρεκόρ για τις ελληνικές startup με συνολικές επενδύσεις πάνω από μισό δισ. ευρώ. «Δηλαδή τρεις φορές περισσότερες σε σχέση με το 2020 – και σίγουρα τα καλύτερα έρχονται» όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά. Σε αυτή τη χρονιά φτάνουμε στο κλείσιμο της περιόδου της επενδυτικής πλατφόρμας EquiFund, που έτρεξε από το 2017 έως το 2021 και τα στατιστικά αναφέρουν ότι, αυτή την τετραετία, οι κλάδοι που χρηματοδοτήθηκαν περισσότερο ήταν οι SaaS, HealthTech, Biotechnology. «Αλλά και ο χώρος του FinTech βρίσκεται κοντά στις κορυφαίες κατηγορίες. Πρόκειται για κλάδους που παρουσιάζουν ιδιαίτερη ανάπτυξη και θα απασχολήσουν ιδιαίτερα το ελληνικό οικοσύστημα και τα επόμενα χρόνια».

Όπως μας εξηγεί σχετικά, ειδικά το ελληνικό fintech startup κομμάτι, παρουσιάζει, τα τελευταία δύο χρόνια, εξαιρετικά ενδιαφέροντες ρυθμούς ανάπτυξης. Αποδίδει την δυναμική του κυρίως στις τελευταίες ρυθμίσεις και αλλαγές που έχουν προέλθει από τη νέα πραγματικότητα του open banking, αλλά και την αναθεωρημένη οδηγία PSD2 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γύρω από τα ανοιχτά δεδομένα στον χώρο των τραπεζικών υπηρεσιών. Έτσι όπως λέει «…σιγά σιγά, έχουν αρχίσει και αναδεικνύονται στον χώρο του fintech εταιρείες, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν στην ενασχόλησή τους μόνο το B2B κομμάτι και το enterprise software, αλλά διαθέτουν και consumer-facing χαρακτηριστικά, δηλαδή προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή. Πρόκειται για μία τάση που αναμένουμε να δούμε να αναπτύσσεται ακόμη περισσότερο μέσα στα επόμενα χρόνια».

Εποχή για χρηματοδοτήσεις και ευκαιρίες
Δημιουργήθηκε έτσι ένα ενδιαφέρον momentum αυτή την περίοδο, όπως εξηγεί, που περιλαμβάνει την ανακύκλωση ταλέντου από άλλες startup εταιρείες και το πάντρεμά τους με στελέχη από τον χώρο των χρηματοπιστωτικών και τραπεζικών κλάδων και γιαυτό «…βλέπουμε ομάδες που προκύπτουν από αυτές τις δύο συγκεκριμένες δεξαμενές και η εκτίμησή μας είναι ότι αυτό το πάντρεμα εμπειριών έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τη δημιουργία νέων προϊόντων και υπηρεσιών».

«Όταν κάπου υπάρχει ευκαιρία, το κεφάλαιο ακολουθεί» μας λέει χαρακτηριστικά. «Έχουμε ήδη δει ότι μέσα στο top 10 των ελληνικών most-funded startups για το 2021 υπάρχουν και fintech εταιρείες».

Ανάμεσα στις πιο σημαντικές επενδύσεις για τη χρονιά που διανύουμε και αφορούν το χώρο του fintech, όπως καταγράφεται και στο report «Startups in Greece 2021-2022», ξεχωρίζει εταιρείες όπως οι Belvo, Finloup, Plum. «Και φυσικά η Viva Wallet. Θεωρούμε ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια και ότι, καθώς δημιουργούνται προϊόντα και υπηρεσίες για τις νέες γενιές (millennials & Gen Z), θα δούμε ολοένα και περισσότερα κεφάλαια να διοχετεύονται και στη χώρα μας και σε ευρωπαϊκό επίπεδο – αυτό είναι κάτι αρκετά σημαντικό να τονιστεί».
Όπως ήταν αναμενόμενο η ερώτηση για το αν τελικά η Ελλάδα είναι κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη startups και ιδιαίτερα fintechs έρχεται φυσικά στην κουβέντα.

Τελικά που είναι πιο εύκολο για μια ελληνική fintech να βρει χρηματοδότηση και να εξελιχθεί και γιατί; Με βάση την εμπειρία του θεωρεί ότι όπως συμβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις, είναι πολύ πιο εύκολο να βρεθεί θεσμική χρηματοδότηση από κάποιο venture capital fund από τη χώρα προέλευσης. Γιατί όπως εξηγεί, με αυτόν τον τρόπο, μπορούν οι founders μίας startup να επιβεβαιώσουν όλα τα assumptions τα οποία έχουν στο business plan, στο χαρτί και στο μυαλό τους και, με της βοήθεια αυτής της πρώτης χρηματοδότησης, να βρουν το product-market fit τους και στη συνέχεια, να βγουν σε μία δεύτερη χώρα.

Η Ελλάδα όπως μας λέει, αποτελεί κατάλληλο πεδίο ανάπτυξης για μία startup και ο λόγος είναι απλός: «Έχει να κάνει με το ότι υπάρχει ενδιαφέρουσα συγκέντρωση σε επίπεδο δραστηριότητας διαφόρων πλευρών του χρηματοπιστωτικού προϊόντος, όπως κάρτες κ.λπ.

Είναι κατάλληλο πεδίο ανάπτυξης, καθώς αναφερόμαστε σε προϊόντα και υπηρεσίες, οι οποίες έχουν περιφερειακή λογική και δυναμική σε έναν αρκετά μεγάλο βαθμό, καθώς συνήθως το κομμάτι της νοτιοανατολικής Ευρώπης υπολείπεται 2-3 χρόνια σε σχέση με τις εξελίξεις σε άλλες, πιο ανεπτυγμένες αγορές.

Επίσης, το κομμάτι των unbanked και των underbanked στη χώρα μας είναι υψηλό, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό για νέα fintech που μπορούν να δώσουν απαντήσεις και λύσεις σε κομμάτια χρηστών στους οποίους οι παραδοσιακές τράπεζες δεν μπορούν να προσφέρουν προϊόντα ή απλά τα προϊόντα τους δεν τους είναι ελκυστικά».

Ο ρόλος του Found.ation στο ελληνικό startup οικοσύστημα
Σε αυτή την πορεία των ελληνικών startups προς τις χρηματοδοτήσεις και την ανάδειξη τους ο ρόλος του Found.ation μπαίνει στο κέντρο της συζήτησης.

Η αποτύπωσή του ελληνικού οικοσυστήματος με το ετήσιο report «Startups in Greece», σε συνεργασία με το EIT Digital και την Velocity.Partners, με σκοπό την καταγραφή των ευκαιριών χρηματοδότησης και των προφίλ των startups στην Ελλάδα, αποτελεί βασικό εργαλείο τόσο για την επιχειρηματική όσο και την startup κοινότητα.

«Πριν λίγες μέρες, δημοσιεύσαμε το φετινό report «Startups in Greece 2021-2022», που φέτος έχει νέους στρατηγικούς συνεργάτες και υποστηρίζεται από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων (HDBI), ενώ τελεί υπό τη χορηγία των Eurobank | egg – enter•grow•go | Corallia και Oracle for Startups» μας λέει.

Στο report καταγράφονται όλες οι επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού προγράμματος EquiFund, αλλά και από επενδυτικά σχήματα της Ελλάδας και του εξωτερικού και αναλύεται το προφίλ των εταιρειών που έχουν ενισχυθεί, με στόχο να προβληθεί το ελληνικό οικοσύστημα περισσότερο στο εξωτερικό και να προσελκυθούν επενδυτές, συνεργάτες, αλλά και ταλέντα. «Το Found.ation – μια εταιρεία που εμείς οι ίδιοι θεωρούμε ότι είναι startup – βρίσκεται από την αρχή της ίδρυσής της κοντά στο οικοσύστημα, τόσο ως χώρος coworking, όσο και ως χώρος όπου πραγματοποιούνταν meetups και συνέδρια. Ακόμη, χάρη στην πολυετή συνεργασία μας με το EIT Digital, υλοποιούμε ένα μοναδικό πρόγραμμα επιτάχυνσης και οικονομικής ενίσχυσης πολύ πρώιμων startups, που τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει επενδύσει €465.000, βοηθώντας να δημιουργηθούν 33 εταιρείες.

Τέλος, λειτουργούμε ως σύνδεσμος ανάμεσα σε ανεπτυγμένες startups και μεγάλους οργανισμούς, ενώ κατέχουμε σημαντική θέση στο οικοσύστημα καινοτομίας όντας μια από τις εταιρείες με τη μεγαλύτερη εμπειρία και δραστηριότητα σε hackathons και σε εκπαίδευση digital skills».

Το λαμπρό μέλλον του ελληνικού fintech
Και μιας και το τέλος της χρονιάς πλησιάζει, ζητήσαμε και μια πρόβλεψη για το μέλλον του ελληνικού fintech. «Σύμφωνα με όσα βλέπουμε, ίσως η πρώτη χρονικά έξοδος εταιρείας με αποτίμηση πάνω από το 1 δισ. ευρώ (η πρώτη unicorn στη χώρα μας, η εταιρεία Viva Wallet) θα προκύψει από τον χώρο του fintech.

Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα εκθετικό φαινόμενο και θετικά απόνερα για την επόμενη φάση της αγοράς μας. Άνθρωποι που θα απολαύσουν τους καρπούς αυτής της εξόδου, είτε ως στελέχη είτε ως επιχειρηματίες, από αυτή την πρώτη unicorn, θα επανέλθουν στην αγορά κατέχοντας άλλους ρόλους, είτε ως επενδυτές είτε ως επιχειρηματίες, ώστε να δώσουν πνοή σε μία νέα γενιά υπηρεσιών και προϊόντων.

Επομένως, θεωρούμε ότι το επόμενο έτος είναι πολύ ενδιαφέρον για τον χώρο αυτό, καθότι μία μεγάλη έξοδος, όπως αυτή που περιμένουμε, στο επίπεδο που την περιμένουμε για την Viva Wallet, μπορεί να έχει πολύ έντονο, πολλαπλασιαστικό αντίκτυπο αποτύπωσης στην ευρύτερη αγορά μας, όχι μόνο της fintech, αλλά και ευρύτερα της startup κοινότητας, με τον ίδιο τρόπο που, για παράδειγμα, το Skype αποτέλεσε για πολλά χρόνια σημείο αναφοράς και έμπνευση για την εσθονική startup σκηνή».