Έχεις καμία καλή ιδέα να φύγουμε από εδώ με 100.000 ευρώ». Κάπως έτσι και με μια δόση υπερβολής, ένας συνεργάτης προσπάθησε να μας μεταφέρει το κλίμα σε μια συνάντηση επενδυτών με εκκολαπτόμενους επιχειρηματίες. Μπορεί ο μέσος άνθρωπος να μην έχει την ίδια νοοτροπία, αν όμως την είχε, η πιθανότητα να βρει χρήματα για να ξεκινήσει την επιχείρησή του, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο φαντάζεται.

Για να συναντήσουμε τη σύγχρονη εκδοχή του όρου microfinance, θα χρειαστεί να μεταφερθούμε στο Μπαγκλαντές στη δεκαετία του 1989, όπου ο Muhammad Yunus ίδρυσε την Grameen Bank. Κάπου στα μέσα του 2000, η πορεία της τράπεζας συναντά το μοντέλο microfinancing και το εφαρμόζει μέχρι και τις αρχές του 2010, οπότε εμφανίζονται τα πρώτα σύννεφα. Σε ένα άρθρο της η Guardian θεώρησε τα μικροδάνεια της τράπεζας περισσότερο ως ένα καταλύτη ήπιας κατανάλωσης, παρά ως εργαλείο επιχειρηματικής ανάπτυξης και ενώ αυτό ακούγονταν ως πρόβλημα όταν έγινε η δημοσίευση, στη συνέχεια θα δούμε ότι σήμερα, τα μικροδάνεια για κατανάλωση θεωρούνται μια καλή πρακτική.

Οι υπηρεσίες microfinancing, απευθύνονται σε ένα μερίδιο του παγκόσμιου πληθυσμού που δεν είναι μόνο φτωχό, αλλά είναι και μακριά από το σύστημα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ένα από τα λιγότερο ίσως γνωστά προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας, είναι τα 1,7 δισεκατομμύρια άτομα σε όλον τον κόσμο που δεν έχουν πρόσβαση σε κάποιο τραπεζικό λογαριασμό.

Το 65% όσων έχουν χρησιμοποιήσει υπηρεσίες microfinancing ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές, όπου ένα τραπεζικό κατάστημα μπορεί να απέχει μέχρι και μερικές μέρες περπάτημα.
Το μοντέλο microfinancing είναι ένα πακέτο υπηρεσιών που περιλαμβάνει καταθέσεις, δάνεια, ασφάλεια και μεταφορές χρημάτων. Ένα μικρό δάνειο θα μπορούσε να καλύψει την ανάγκη αγοράς μιας ραπτομηχανής, τα έξοδα επισκευής μιας στέγης ή την αγορά ρουχισμού και γραφικής ύλης που χρειάζεται ένα παιδί για να πάει σχολείο. Αλλά θα μπορούσε επίσης να αξιοποιηθεί από μια ομάδα – κοινότητα για μια μεγαλύτερη επιχειρηματική ενέργεια, στην οποία όλοι είναι συμμέτοχοι.

Από τον πειραματισμό στην ωριμότητα
Στην 10η έκδοση του Microfinance Barometer, η οποία περιλαμβάνει στοιχεία από το 2018, 140 εκατομμύρια άτομα σε όλον τον κόσμο αξιοποίησαν υπηρεσίες microfinancing σε σύγκριση με τα 98 εκατομμύρια άτομα το 2009. Στο σύνολο των ατόμων, το 80% είναι γυναίκες, γεγονός που δικαιολογεί τη φήμη του microfinancing ως εργαλείου εξίσωσης των ανισοτήτων των δύο φύλων σε χώρες που οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες για να συμβεί αυτό.

Ειδικά στον τομέα των μικρών δανείων, το συνολικό ποσό δανεισμού εκτιμάται κοντά στα 124 δισεκατομμύρια δολάρια, οπότε κατά μέσο όρο ο δανεισμός ανέρχεται στα 885 δολάρια περίπου ανά άτομο. Συγκρίνοντας το μέγεθος αυτό με αντίστοιχους μέσους όρους δανεισμού σε ανεπτυγμένες χώρες, γίνεται αντιληπτό ότι οι υπηρεσίες παροχής μικρών δανείων έχουν το πελατολόγιο τους κυρίως στις γεωγραφικές περιοχές της Λατινικής Αμερικής, της Νότιας και Ανατολικής Ασίας, της Αφρικής και λιγότερο της Ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.

Η μερίδα του λέοντος των δανειζομένων, όσον αφορά το συνολικό ποσό των δανείων, βρίσκεται στη Λατινική Αμερική, όπου 22,2 εκατομμύρια άτομα δανείστηκαν 48,3 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακολουθεί η Νότια Ασία, όπου 85,6 εκατομμύρια άτομα δανείστηκαν 36,8 δισεκατομμύρια δολάρια. Με βάση τα μεγέθη αυτά, παρατηρούμε μια σημαντική απόκλιση ανάμεσα στο μέσο όρο ανά δάνειο, ο οποίος από τα 2.160 δολάρια της Λατινικής Αμερικής πέφτει στα 430 δολάρια στην Νότια Ασία.

Ωστόσο, άνθρωποι που ζουν στα όρια ή και πιο κάτω από τα όρια της φτώχειας κατοικούν και σε γεωγραφικές περιοχές, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως πλούσιες. Στην Ευρώπη για παράδειγμα, πριν τριάντα χρόνια, χρειάστηκε να δημιουργηθεί η Association for the Right to Economic Initiative (ADIE), η οποία έχει ως στόχο να βοηθήσει άτομα που οι νόμοι της αγοράς ή ατυχή γεγονότα τα ώθησαν στο περιθώριο. Έτσι λοιπόν στην Ευρώπη, το 2017, δόθηκαν 664.000 μικρά δάνεια συνολικού ποσού περίπου 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Θεωρητικά, τα παραπάνω μεγέθη αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα ερχόμενα χρόνια, καθώς, οι υπηρεσίες microfinancing γίνονται περισσότερο ευέλικτες με τη ψηφιοποίηση της οικονομίας και η πανδημία δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να μεγαλώσουν τα ποσοστά φτωχοποίησης σε πλούσιες χώρες.

Η ψηφιοποίηση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών ανοίγει δρόμους
Περισσότερο από μια δεκαετία πριν, σε περιοχές της Νότιας Αφρικής άνθησαν υπηρεσίες που επέτρεπαν σε κατόχους φορητών τηλεφώνων να ανταλλάσουν μεταξύ τους μικρά ποσά, χωρίς να παρεμβάλλεται κάποια τράπεζα. Αυτήν την περίοδο, οι συναλλαγές peer to peer (P2P), κυρίως με κρυπτονομίσματα έχουν, συγκριτικά με τον υπόλοιπο κόσμο, πολύ μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Σε χώρες, όπως η Νιγηρία και η Κένυα, οι καταναλωτές είναι ήδη εξοικειωμένοι να πληρώνουν για αγαθά και υπηρεσίες, αλλά και να αποπληρώνουν τα χρέη τους, χρησιμοποιώντας ψηφιακά νομίσματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας της Statista, το 29% των συμμετεχόντων απάντησαν ότι έχουν χρησιμοποιήσει μια P2P για μεταφορά χρημάτων. Πρόκειται για μια κατάσταση που δημιουργεί αντίθεση με την εικόνα της Ευρώπης και των ανεπτυγμένων χωρών, όπου τα κρυπτονομίσματα θεωρούνται περισσότερο κερδοσκοπικά εργαλεία. Οι τράπεζες δεν είναι χαρούμενες με αυτές τις υπηρεσίες, όπως επίσης και οι ρυθμιστικές αρχές, αλλά οι πλατφόρμες που τις επιτρέπουν έχουν βρει τον τρόπο να λειτουργούν.

Δημήτρης Λιτσικάκης, Global Head of Fintech, deVere Group
Καταλύτης για τα ψηφιακά πορτοφόλια ήταν η ευκολία που ο πελάτης μπορούσε να αποκτήσει κάποιο από αυτά, αποφεύγοντας τη γραφειοκρατία των τραπεζών.

Εκτός όμως από τα κρυπτονομίσματα που θεωρούνται κόκκινο πανί, η ανάπτυξη των fintech, έχει δημιουργήσει μια νέα τάση στην αγορά των μικρών δανείων, τα οποία έχουν στόχο κυρίως την υποστήριξη καταναλωτικών αναγκών. Ο Δημήτρης Λιτσικάκης, Global Head of Fintech, deVere Group, με πολυετή εμπειρία σε εταιρείες fintech, θεωρεί ότι καταλύτης για τα ψηφιακά πορτοφόλια, ήταν η ευκολία που ο πελάτης μπορούσε να αποκτήσει κάποιο από αυτά, αποφεύγοντας τη γραφειοκρατία των τραπεζών. Μια ματιά στις σειρές αναμονής των φυσικών καταστημάτων των τραπεζών, οι οποίες έμειναν αμείωτες σε μέγεθος ακόμα και στη διάρκεια της πανδημίας, δείχνει ποιο είναι το προφίλ ενός μεγάλου ποσοστού των πελατών τους. Μια πιο αναλυτική ματιά στις λίστες των πελατών τους, θα αποκαλύψει ενδεχομένως ότι οι ηλικίες από 20 ετών και άνω δεν έχουν εξαφανιστεί, βρίσκονται όμως σχεδόν αναγκαστικά εκεί, γιατί ο τραπεζικός τους λογαριασμός είναι άμεσα συνδεδεμένος με τη μισθοδοσία τους.

Επομένως, ένα μεγάλο ποσοστό των πελατών των τραπεζών πρόκειται να φύγουν ή μένουν από ανάγκη. Όσον αφορά τη δεύτερη ομάδα, κάθε νέα δελεαστική πρόταση θα μπορούσε να έχει σαν αποτέλεσμα, μια μετατόπιση ατόμων από τις τράπεζες σε fintech. Μια τέτοια δελεαστική πρόταση που προβάλλεται έντονα το τελευταίο διάστημα είναι οι υπηρεσίες “buy now pay later”. Η υπηρεσία αυτή αφορά σε μικρά δάνεια συνήθως μερικών εκατοντάδων ευρώ, τα οποία ο κάτοχος του ψηφιακού πορτοφολιού μπορεί να αποκτήσει στην κυριολεξία με το πάτημα ενός κουμπιού, προκειμένου να προχωρήσει σε μια αγορά. Σε σχέση με τα δάνεια της δεκαετίας του 90, πρόκειται για μια διαφορετική προσέγγιση εξαιτίας τουλάχιστον δύο βασικών παραγόντων. Ο ένας είναι το χαμηλό μέγεθος του δανείου και ο δεύτερος τα μηδενικά επιτόκια των δανείων αυτών, σε σχέση με τα αντίστοιχα επιτόκια που χρεώνουν οι τράπεζες στη χρήση πιστωτικών καρτών.

Πρακτικά, ο χρήστης του πορτοφολιού έχει τη δυνατότητα να σπάει μια πληρωμή σε μικρότερες, ενώ ο έμπορος εισπράττει όλο το ποσό της αξίας του εμπορεύματος πλην μιας προμήθειας κοντά στο 3% που πάει στα έσοδα του διαχειριστή. Οπότε, η εταιρεία που διαθέτει το ψηφιακό πορτοφόλι είναι αυτή που αναλαμβάνει το ρίσκο να εισπράξει τις δόσεις από τον αγοραστή.

Αυτό που έχει παρατηρηθεί με τη χρήση των υπηρεσιών “buy out pay later” είναι η αύξηση του ποσοστού ολοκλήρωσης των ψηφιακών αγορών. Συχνά, οι αγοραστές όταν βλέπουν το ποσό που έχει συγκεντρωθεί στο ψηφιακό τους καλάθι, φεύγουν από το ψηφιακό κατάστημα χωρίς να ολοκληρώσουν την αγορά,. Η δυνατότητα να σπάσουν αυτό το ποσό σε μικρότερα, τους παροτρύνει να ολοκληρώσουν τη συναλλαγή. Τα τελευταία δύο χρόνια, εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα, έχουν πετύχει να αυξήσουν την αξία τους πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια, ενώ υπάρχουν και κάποιες που έχουν ξεπεράσει το φράγμα των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Σε έρευνα της, η McKinsey εκτιμά ότι οι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί με καταλύτη τον ψηφιακό μετασχηματισμό, θα μπορούσαν να προσθέσουν μέχρι και 45% στα ετήσια κέρδη τους, το 15% θα προέλθει από αύξηση των πωλήσεων και το 30 από τη μείωση των λειτουργικών εξόδων. Είναι αναμενόμενο ένα ποσοστό αυτής της αύξησης να ευνοήσει τις υπηρεσίες microfinancing. Ο δρόμος, όπως σε κάθε τεχνολογική εξέλιξη, έχει λακκούβες. Ίσως, η πιο ορατή, για το σύνολο των οργανισμών, είναι το ποσοστό αποστασιοποίησης των πελατών από την δια ζώσης αλληλεπίδραση με τον οργανισμό.

Το δεύτερο ορατό πρόβλημα είναι η ασφάλεια των συναλλαγών και των προσωπικών δεδομένων. Οι συναλλαγές σε FIAT θεωρούνται περισσότερο αξιόπιστες, δεδομένου ότι είναι και οι περισσότερο δοκιμασμένες, αλλά δεν είναι δυνατό να βγουν τα κρυπτονομίσματα από το παιχνίδι, ακόμα και για ανεπτυγμένες χώρες. Οπότε, οι ισορροπίες θα αποκατασταθούν τόσο από τη δυναμική της αγοράς, όσο και από τη διάθεση των ρυθμιστικών αρχών να επέμβουν στη διαμόρφωση των πλαισίων.

Αναστασία Τσίλογλου, γενική διευθύντρια, AFI
Η AFI έχει χρηματοδοτήσει μεχρι σήμερα περίπου 550 επιχειρήσεις με συνολικό ποσό άνω των 5 εκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων σχεδόν το 50%, έχουν δημιουργηθεί από ανθρώπους που ήταν αρχικά άνεργοι.

Στην Ελλάδα το microfinancing στοχεύει κυρίως σε άνεργους εν δυνάμει επιχειρηματίες
Μια ματιά στο site του European Microfinance Network μας οδήγησε στην μη κερδοσκοπική εταιρεία Action Finance Initiative (AFI), η οποία είναι και ο μοναδικός εκπρόσωπος του δικτύου στην Ελλάδα. Στη συζήτηση που είχαμε με την Αναστασία Τσίλογλου, γενική διευθύντρια της AFI, διαπιστώσαμε ότι στο παρασκήνιο της δημοσιότητας εργάζονται άνθρωποι που πρωταγωνιστούν όχι μόνο με λόγια, αλλά και με πράξεις.

Η έννοια της μικροπίστωσης στην Ελλάδα έχει διαφορετικό χαρακτήρα από αυτόν που συναντάμε σε χώρες που βρίσκονται υπό ανάπτυξη. Οι λήπτες των μικρών δανείων, μέχρι 12.500 ευρώ, είναι μικρές επιχειρήσεις που κάνουν τα πρώτα τους βήματα ή οραματίζονται την ανάπτυξη τους. Όπως μας λέει η Αναστασία Τσίλογλου, από το 2015 που η AFI ξεκίνησε να δίνει μικροπιστώσεις, έχει χρηματοδοτήσει περίπου 550 επιχειρήσεις με συνολικό ποσό άνω των 5 εκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων σχεδόν το 50%, έχουν δημιουργηθεί από ανθρώπους που ήταν αρχικά άνεργοι. Από το σύνολο των χρηματοδοτούμενων, σχεδόν το 45% είναι γυναίκες, ποσοστό το οποίο είναι πολύ υψηλό για τα δεδομένα της Ευρώπης, όπου ο ρόλος των γυναικών είναι εδώ και πολλές δεκαετίες συνυφασμένος και με την επιχειρηματικότητα, ενώ 1 στους 5 επωφελούμενους είναι νέοι έως 30 ετών.

Το μέσο ποσό μικροδανείου είναι 10.000 ευρώ. Σύμφωνα με την κ. Τσίλογλου, ο λόγος που συμβαίνει αυτό, είναι ότι όσοι ζητούν ένα μικρό δάνειο είναι συνειδητοποιημένοι σχετικά με τις ανάγκες τους και τις δυνατότητες αποπληρωμής. Το αποτέλεσμα είναι τα κόκκινα δάνεια να μην ξεπερνούν το 2,5% του συνολικού δανεισμού. Με αυτή την κατάσταση, δημιουργείται μια έμμεση αλληλεγγύη μεταξύ των επιχειρηματιών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι αν οι ίδιοι είναι εντάξει στις αποπληρωμές τους, το σύστημα θα συνεχίσει να λειτουργεί και έτσι θα βοηθηθούν περισσότεροι επιχειρηματίες, όπως βοηθήθηκαν οι ίδιοι. Σημαντικό ρόλο στο πάρα πολύ υψηλό ποσοστό αποπληρωμής των μικροδανείων είναι οι συμπληρωματικές υπηρεσίες συμβουλευτικής, mentoring και coaching που προσφέρει δωρεάν η AFI στους επιχειρηματίες που υποστηρίζει.

Επέκταση στα προσωπικά δάνεια για εταιρείες μικροχρηματοδοτήσεων
Τον περασμένο Ιούλιο ψηφίστηκε ένας νόμος που δίνει τη δυνατότητα στην AFI και σε παρόμοιες εταιρείες, εκτός από επιχειρηματικά να προσφέρουν και προσωπικά δάνεια.
Όπως για παράδειγμα ένα δάνειο για σπουδές, για αγορά σπιτιού και αυτοκινήτου.

Όπως μας λέει η κ. Τσίλογλου, η AFI θα συνεχίσει να δραστηριοποιείται στον τομέα των επιχειρηματικών δανείων τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια.
Μια δεύτερη αλλαγή που φέρνει ο νέος νόμος, θα επιτρέψει στις εταιρείες μικροχρηματοδοτήσεων να διαθέτουν τις υπηρεσίες τους απευθείας, χωρίς να χρειάζεται να περάσουν μέσα από τις συστημικές τράπεζες.

Η AFI έχει ήδη καταθέσει αίτηση στη ρυθμιστική αρχή που είναι η Τράπεζα της Ελλάδας για να αξιοποιήσει τη νέα αυτή δυνατότητα και αναμένεται να έχει το πράσινο φως μέσα στους ερχόμενους μήνες. «Όταν θα έχουμε την έγκριση θα είμαστε ο μοναδικός μη τραπεζικός οργανισμός στην Ελλάδα που θα έχουμε αυτή τη δυνατότητα», μας λέει η κ. Τσίλογλου.

Συμπληρώνουμε τις τράπεζες και δεν τις ανταγωνιζόμαστε
Για τις συστημικές τράπεζες, τα επιχειρηματικά δάνεια 10 και 20 χιλιάδων ευρώ δεν είναι στους βασικούς τους στόχους. Επιπλέον, οι τράπεζες αυτές λειτουργούν με εμπράγματες απαιτήσεις, τις οποίες θα ήταν αδύνατο να διαθέτει ένας νέος επιχειρηματίας και ακόμα περισσότερο ένας άνεργος.

Τα δύο προϊόντα που διαθέτει η AFI έχουν ένα μέσο επιτόκιο κοντά στο 7,3%, το οποίο είναι κοντά στα επιτόκια που προσφέρουν οι συστημικές τράπεζες, παρά το γεγονός ότι η απουσία εμπράγματων απαιτήσεων κάνει το ρίσκο μεγαλύτερο. Επίσης, το επιτόκιο αυτό είναι χαμηλότερο σε σχέση με επιτόκια που μπορεί να ξεπερνούν και το 10% σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και επομένως το πιθανότερο είναι να αλλάξει ελαφρά προς τα πάνω, όταν η εταιρεία πάρει την έγκριση από την ΤτΕ.

Η ίδια έγκριση θα επιτρέψει στην AFI να διευρύνει τις πηγές των οικονομικών της πόρων, οι οποίες σε αυτήν την κατάσταση, είναι κυρίως χορηγίες ιδρυμάτων, όπως το Chanel Foundation, το Trafigura Foundation, το The Hellenic Initiative και το YBI-Google.org, Έλληνες της διασποράς και Ελληνικά ιδρύματα. Στην επόμενη κατάσταση, ιδιώτες επενδυτές και εταιρείες θα έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν οικονομικούς πόρους στην AFI.