Οι πρόσφατες προβλέψεις (εκ μέρους της Juniper Research), που ανεβάζουν στο 1 τρις $ μέσα στην επόμενη πενταετία τις μικροπιστώσεις οι οποίες διευκολύνουν με τη μέθοδο Buy-Now-Pay-Later (BNPL) τους καταναλωτές στις αγορές τους από τα ηλεκτρονικά καταστήματα, είναι από μόνες τους ένας σοβαρός λόγος για να παρακολουθούμε στενότερα αυτή την τάση που, μάλιστα, εμφανίζει ραγδαία εξάπλωση: η ίδια εταιρία ερευνών ανεβάζει στο 274% την αύξηση στον συγκεκριμένο τομέα, στην πενταετία 2021-6, με το ένα τέταρτο του παγκόσμιου τζίρου να γίνεται μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Κι απ’ ό,τι φαίνεται, είμαστε ακόμα στην αρχή… Γιατί, οι ειδήμονες της αγοράς συμφωνούν πως η λύση που έκανε την εμφάνισή της ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης της προπερασμένης δεκαετίας αλλά και της εκτεταμένης χρήσης τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας, έχει ήδη επιφέρει σημαντικές ανατροπές στον παραδοσιακό και σε μεγάλο βαθμό συντηρητικό χώρο των πιστωτικών καρτών, που προφανώς θα γίνουν ακόμα μεγαλύτερες τα επόμενα χρόνια, καθώς στο BNPL δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση οι σαφώς φίλα προσκείμενες στην τεχνολογία γενιές των millennials και Generation Z. Αυτές ακριβώς, δηλαδή, που είναι σήμερα οι καλύτεροι καταναλωτές, καθώς οι boomers (όπως και ο γράφων, άλλωστε) αποσύρονται σταδιακά από το προσκήνιο.
Η σύγκρουση δυο κόσμων
Τι ζητούν αυτές οι γενιές; Τη νέα εμπειρία, το «ταξίδι», τη χαρά της αυθόρμητης αγοράς, την ικανοποίηση της δοκιμής του καινούριου, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες όπως αυτές της οικονομικής κρίσης που ζήσαμε και της μείωσης των πόρων λόγω πανδημίας, που ακόμα ζούμε. Απέναντί τους έχουν αυξημένα επιτόκια, αυστηρούς κανόνες, παραδοσιακά μυαλά και σφικτές αντιλήψεις εκ μέρους των παρόχων πιστωτικών καρτών, την ώρα που οι μικρότεροι σε ηλικία χρήστες λαχταράνε την ευκολία που έχουν συνηθίσει σε τόσους άλλους τομείς και τις καινοτόμες, ενσωματωμένες στο lifestyle τους, λύσεις που προσφέρουν οι εναλλακτικοί πάροχοι μικροπιστώσεων. Σ’ αυτόν τον ανταγωνισμό, ποιος πιστεύατε ότι μπορεί να κερδίσει; Πολύ περισσότερο όταν οι Klarna και η Afterpay (τα μεγάλα ονόματα του BNPL) προσφέρουν ουσιαστικά στους καταναλωτές, αλλά και στους εμπόρους ό,τι κι οι εταιρίες των πιστωτικών καρτών, αλλά χωρίς τους υψηλούς τόκους, τις προμήθειες και την ταλαιπωρία…
Πολύ σκληρές για να πεθάνουν
Πεθαίνουν, λοιπόν, οι πιστωτικές κάρτες; Όχι, βέβαια! Απλώς απέκτησαν ομοτράπεζο στο φάγωμα της «πίτας», που έτσι κι αλλιώς μεγάλωσε – ιδιαίτερα στον καιρό της πανδημίας. Οι ειδήμονες θεωρούν ότι υπάρχει χώρος και για τα δυο μοντέλα, που αφενός τα χαρακτηρίζουν συμπληρωματικά, αφετέρου τονίζουν ότι απευθύνονται σε διαφορετικό «ακροατήριο», με τις εταιρίες του BNPL να «βλέπουν» κυρίως το νεότερο σε ηλικία και χαμηλότερου εισοδήματος κοινό, σχεδόν αποκλειστικά για αγορές στον χώρο της λιανικής, και τις πιο παραδοσιακές των πιστωτικών να «βλέπουν» όλα τα άλλα, αν και έναν εκσυγχρονισμό, μια προσαρμογή στα κελεύσματα των καιρών, όσο να’ ναι τη χρειάζονται, έστω κι αν αυτό ανοίγει το δρόμο για κάποιες συνέργειες με το αντίπαλο δέος.
Άλλοι, πάλι, προτείνουν στις εταιρίες BNPL να μην περιορίζονται σε ένα κλάδο ή τομέα, αλλά να επιδεικνύουν ευελιξία και να έχουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διασπορά των πελατών (άρα και των κινδύνων) τους, ώστε αν κάτι πάει στραβά, να μην τους στοιχίσει ακριβά. Να θυμίσουμε, άλλωστε, πως το τοπίο παραμένει «ομιχλώδες» και κατακερματισμένο από πλευράς ρύθμισης σε παγκόσμιο επίπεδο, με τους παρόχους να μην τη θέλουν και τα τραπεζικά lobbies (προφανώς) να την επιζητούν «για την προστασία του κοινού». Όμως, είπαμε – ο χώρος βρίσκεται σε «βρεφική» ακόμα ηλικία.
Finloup: η ελληνική απάντηση στον «φαύλο κύκλο» του δανεισμού
Το όνομα της εταιρίας τους (Finloup) το «συνέθεσαν» με τέτοιο τρόπο ώστε να συμβολίζει το σπάσιμο της ‘λούπας’ του «τοξικού δανεισμού» εκ μέρους των καταναλωτών, τους οποίους θέλουν να βγάλουν από την παγίδα του του συνεχούς και με χειρότερους όρους δανεισμού, για να ξεπληρώσουν προηγούμενα δάνεια. Κι αυτό θέλουν να το καταφέρουν προωθώντας -πρώτοι στην Ελλάδα και εξελίσσοντας συνεχώς- τη δική τους λύση, στο πλαίσιο της διεθνούς τάσης Buy-Now-Pay-Later.
Οι άνθρωποι πίσω από τη νεοφυή ελληνική εταιρία μικροπιστώσεων είναι οι Αντώνης Πρέντζας, Μάριος Νούτσος, Κυριάκος Γεωργίου και Στέλιος Γασπαρινάτος – οι δυο πρώτοι μίλησαν στο Digital Finance για τους ίδιους (είμαστε μία αλληλοσυμπληρούμενη ομάδα με μεγάλη εμπειρία στον χώρο της ανοιχτής τραπεζικής, των μη εξυπηρετούμενων δανείων, της μέτρησης πιστωτικού κινδύνου και της ασφάλειας πληροφοριών), το «πιστεύω» τους (access to fair credit is a human right, τόσο απλά) και τους στόχους της Finloup, που ξεκίνησε με τη στήριξη του ACEin και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, εξασφαλίζοντας στη συνέχεια την υποστήριξη μεγάλων χρηματοοικονομικών οργανισμών όπως η Eurobank (τα γραφεία τους βρίσκονται ακόμα στο egg, παρότι έχουν «αποφοιτήσει»), η Alpha Bank και η VISA (φέτος συμμετέχουν στο Visa Innovation Program, που «τρέχει» η CrowdPolicy). Αξιοποιώντας, λοιπόν, τις δυνατότητες που δίνουν το Open Banking και οι κανονισμοί του PSD2, οι οποίες επαναφέρουν την ιδιοκτησία των δεδομένων στον χρήστη / καταναλωτή, μαζί με την ανάλογη δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτά, η Finloup επιτρέπει στον έμπορο να πωλήσει προϊόντα ή υπηρεσίες τώρα και να πληρωθεί με δόσεις, στο πλαίσιο μιας win-win συναλλαγής που και οι δυο έχουν ανάγκη, όπως έχει αποδείξει η επιτυχία αυτού του μοντέλου στο εξωτερικό.
Πώς το πετυχαίνετε αυτό;
Συλλέγουμε τα τραπεζικά δεδομένα του καταναλωτή/πελάτη – πάντα με τη συναίνεσή του (explicit consent) και με ασφαλή τρόπο – προκειμένου να τον αξιολογήσουμε και να βεβαιωθούμε ότι πληροί τις προϋποθέσεις για να αγοράσει. Για την ώρα, ο καταναλωτής μπορεί να αποπληρώσει σε 4 άτοκες δόσεις, καταβάλλοντας την 1η δόση με την αγορά.
Ο τρόπος πληρωμής “finloup” είναι διαθέσιμος στο σημείο της πώλησης, είτε πρόκειται για e-shop (checkout) ή για φυσικό κατάστημα (ταμείο). Τον επιλέγει και προχωρεί στην αγορά.
Προφανώς, δεν χρειάζεται να έχει πιστωτική κάρτα ή να πάρει κάποιου είδους μικρό-δάνειο…
Όχι, άλλωστε μόλις το 13% των Ελλήνων έχει πιστωτική κάρτα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, η οποία βεβαίως έχει επιτόκιο ως και 18%, ενώ το πραγματικό της κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο. Όμως, και στα μικροδάνεια που διατίθενται, η συνολική επιβάρυνση του καταναλωτή μπορεί να ανέβει σε υψηλά επίπεδα. Η δική μας πρόταση λύνει τα χέρια του, καθώς δεν έχει κόστος.
Το μόνο που χρειάζεται, είναι κωδικούς e-banking και την χρεωστική του κάρτα – η εκτίμηση της πιστοληπτικής του ικανότητας γίνεται από τα δικά μας μοντέλα credit risk. Στο τέλος της διαδικασίας, δίνει την κάρτα του και δεν χρειάζεται να κάνει κάτι άλλο – οι επόμενες πληρωμές γίνονται αυτόματα, όπως πχ. στις συνδρομητικές υπηρεσίες, βάσει της αρχικής συναίνεσης και φροντίζουμε πάντα να διατηρούμε ένα ανθρώπινο πρόσωπο. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο καταναλωτής μπορεί να αυξήσει την αγοραστική του δύναμη, χωρίς κανένα επιπλέον κόστος. Μηδέν τόκος, μηδέν έξοδα.
Εσείς πώς χρηματοδοτηθήκατε και πώς βγάζετε πλέον χρήματα;
Κάποιοι angel investors, κυρίως από τη διασπορά, πίστεψαν στις προοπτικές του χώρου και επένδυσαν στην εταιρία 120.000 ευρώ. Όσο για το monetization scheme που ακολουθούμε, είναι αυτό της μικρής προμήθειας από τον έμπορο. Η εγγραφή στην κοινότητά μας είναι δωρεάν – ο έμπορος πληρώνει μόνο αν κάνει κάποια πώληση με τη χρήση της πλατφόρμας μας.
Έχετε ήδη βγει στην αγορά και σε ποιους τομείς; Ο απώτερος στόχος;
Βεβαίως! η πληρωμή με άτοκες δόσεις finloup είναι ήδη διαθέσιμη στους πρώτους εμπόρους, πχ. στο eShop Hermina Athens και σε άλλους retailers από τον χώρο της μόδας και του κοσμήματος, o οποίος στη χώρα μας έχει ετήσιο τζίρο της τάξεως του 1 δις ευρώ, με τα έπιπλα και τις ‘λευκές’ συσκευές να παίρνουν σειρά – όσοι ενδιαφέρονται (οι early adopters αυξάνουν συνεχώς, καθώς η πανδημία έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου), μπορούν να μάθουν περισσότερα στην ιστοσελίδα μας, https://finloup.com/ και να κλείσουν μια παρουσίαση της πλατφόρμας. Προφανώς, στόχος μας είναι να μπούμε παντού και, σε ένα-δυο χρόνια, να βγούμε κι εκτός συνόρων…
Υστερόγραφο – επί του πιεστηρίου
Η Apple ετοιμάζει -σύμφωνα με το Bloomberg- τη δική της υπηρεσία Apple Pay Later, σε συνεργασία με την (εταίρο της στην Apple Card από το 2019) Goldman Sachs, η οποία θα είναι ενσωματωμένη στο υπάρχον Apple Pay.
Θα επιτρέπει στους χρήστες, μετά την έγκριση της πιστοληπτικής τους ικανότητας, να εξοφλήσουν κάποια αγορά τους είτε σε τέσσερις άτοκες δόσεις, ανά 15θήμερο, είτε σε περισσότερες μηνιαίες, αλλά έντοκα πλέον.
Σήμερα, στην «αγορά των 4 άτοκων δόσεων» κυριαρχούν προγράμματα των Afterpay, Klarna και Sezzle, καθώς και το δημοφιλές Pay in 4 της PayPal.
Όλα αυτά θα ισχύσουν, βεβαίως, αν η Apple καταφέρει να λάβει τις αναγκαίες άδειες, τόσο στις ΗΠΑ (όπου διεξάγονται έρευνες εις βάρος της σε Ομοσπονδιακό επίπεδο και η εταιρία έχει ήδη δεχτεί πολλές μηνύσεις σε Πολιτειακό, για μονοπωλιακές πρακτικές της), όσο κυρίως στην (επίσης ενοχλημένη από αρκετές δραστηριότητές της) Ευρώπη.
Τι θα περιλαμβάνει η νέα υπηρεσία
Η νέα υπηρεσία μοιάζει -σε κάποιο βαθμό- με το πρόγραμμα Monthly Installments, που ισχύει για τους χρήστες Apple Card και τους επιτρέπει να αγοράζουν τα iPhone τους και άλλες συσκευές με 24 άτοκες δόσεις.
Το Apple Pay Later δεν θα υποχρεώνει τον χρήστη να είναι κάτοχος Apple Card, αλλά προϋποθέτει την έγκριση πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς στο δεύτερο (έντοκο) σκέλος του θα υλοποιείται μέσω πιστωτικών καρτών.
Κύκλοι της αγοράς θεωρούν ότι η κίνηση αυτή γίνεται για να πεισθούν οι χρήστες – καταναλωτές να χρησιμοποιούν τα iPhones τους αντί καρτών και να ενισχυθεί περαιτέρω η υπηρεσία Apple Pay, που αποφέρει στην εταιρία του Κουπερτίνο πάνω από 50 δις δολάρια ετησίως.
Αξίζει να σημειωθεί πως, η μετοχή της Affirm -εταιρίας που προωθεί προσφορές Buy Now Pay Later στις ΗΠΑ- σημείωσε αισθητή πτώση, μόλις έγινε γνωστή η πρόθεση της Apple να «βάλει πόδι» και σ΄ αυτόν τον τομέα.